Η γερμανική εφημερίδα Die Welt, σε άρθρο της αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «το κλίμα στην Ευρώπη είναι ομιχλώδες», επισημαίνοντας τους κινδύνους ιδίως για την οικονομία της Γερμανίας.
«Για πρώτη φορά εδώ και δέκα χρόνια όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν να επιδείξουν ξανά ανάπτυξη της οικονομίας τους. Το κλίμα όμως στην Ευρώπη είναι ομιχλώδες. Οι κίνδυνοι είναι μεγάλοι, ιδίως για τη γερμανική οικονομία», αναφέρει χαρακτηριστικά η Die Welt.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μιλά για “ταραγμένα νερά” σε σχέση με τη οικονομική κατάσταση στην Ευρώπη. Η ήπειρος βαδίζει οικονομικά προς ένα αβέβαιο μέλλον. Η Κομισιόν δεν επέλεξε τυχαία αυτήν την έκφραση ως τίτλο της χειμερινής πρόγνωσης για την ευρωπαϊκή οικονομία, όπως σημειώνει η συντηρητική γερμανική εφημερίδα. Διότι οι κίνδυνοι, παρά τις θετικές προβλέψεις, υπερτερούν: Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι θα δίνει μεγαλύτερη έμφαση στα αμερικανικά συμφέροντα. Στην Ευρώπη, οι λαϊκιστές από τα δεξιά και τα αριστερά καταλαμβάνουν την εξουσία. Γίνεται και πάλι λόγος για την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Οι Βρετανοί θέλουν να βγουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με δύο λόγια, υφίστανται τεράστιοι κίνδυνοι για την εξέλιξη της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Γι’ αυτό και τίθεται το ερώτημα σε ποιο θεμέλιο μπορεί να βασιστεί η ευρωπαϊκή οικονομική ανάπτυξη.
Η εφημερίδα κάνει μια εκτενή αναφορά στην οικονομική κατάσταση της Ιταλίας και της Γαλλίας και αναφερόμενη στην Ελλάδα γράφει: «επίσης επαπειλείται και μια νέα έξαρση της ελληνικής κρίσης. Δεδομένης της διαμάχης μεταξύ Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και των Ευρωπαίων για περαιτέρω μέτρα λιτότητας και ελάφρυνση του χρέους υφίσταται η πιθανότητα να βγουν οι Έλληνες από την Ευρωζώνη. Τυχόν Grexit όμως θα μπορούσε να έχει τεράστιες συνέπειες στην Ευρωζώνη».
Ασαφές είναι ποιες θα είναι οι συνέπειες στην Ευρώπη από μια πιθανή πολιτική προστατευτισμού από την ΗΠΑ. Ιδίως τη Γερμανία θα επηρέαζε πολύ μια τέτοια πολιτική, ως εξαγωγικό έθνος. Το επιβεβαιώνουν και οι Βρυξέλλες: Οι εμπορικοί φραγμοί συνιστούν “σοβαρό καθοδικό κίνδυνο” για τη γερμανική οικονομία.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ