Οι προσδοκίες της κυβέρνησης περί επίτευξης συμφωνίας με τους δανειστές στην βάση του “μηδενικού δημοσιονομικού κόστους”, δηλαδή για την εφαρμογή κάθε υφεσιακού μέτρου να λαμβάνεται έναν αντίμετρο που να αντισταθμίζει την απώλεια φαίνεται πως τελικά ήταν έωλες. Καθώς τόσο οι Ευρωπαίοι όσο και το ΔΝΤ δίνουν αρκετά διαφορετική ερμηνεία στην καταρχήν συμφωνία που επετεύχθη στο […]
Οι προσδοκίες της κυβέρνησης περί επίτευξης συμφωνίας με τους δανειστές στην βάση του “μηδενικού δημοσιονομικού κόστους”, δηλαδή για την εφαρμογή κάθε υφεσιακού μέτρου να λαμβάνεται έναν αντίμετρο που να αντισταθμίζει την απώλεια φαίνεται πως τελικά ήταν έωλες. Καθώς τόσο οι Ευρωπαίοι όσο και το ΔΝΤ δίνουν αρκετά διαφορετική ερμηνεία στην καταρχήν συμφωνία που επετεύχθη στο πρόσφατο Eurogroup .
Η πραγματική συμφωνία
Το μόνο απτό αποτέλεσμα από το πρόσφατο Eurogoup ήταν η μείωση του ύψους των μέτρων που πρέπει να ληφθούν από το 2019 και μετά από το 2% του ΑΕΠ στο 1,75%, κάτι που συνιστά μείωση της τάξης των 400 εκατομμυρίων ευρώ. Παράλληλα οι δανειστές βλέπουν με καχυποψία την λογική της κυβέρνησης “ένα αντίμετρο για κάθε υφεσιακό μέτρο”, προωθώντας την λύση ενός επενδυτικού πακέτου, ως αντίβαρο στα μέτρα που ζητούνται.
Η κατάσταση λοιπόν είναι ιδιαίτερα περίπλοκη με στέλεχος του Ταμείο να δηλώνει “Το βρίσκω πολύ απίθανο να έχουμε συμφωνία (staff level agreement) στο τέλος αυτής της αποστολής των θεσμών. Τα ανοιχτά ζητήματα είναι πάρα πολλά – τόσο ανάμεσα στην Ελλάδα και τους δανειστές όσο και ανάμεσα στο ΔΝΤ και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς”.
Εξάλλου, στο επίπεδο των “θετικών μέτρων” που προτίθεται να προτείνει η κυβέρνηση οι δανειστές, διαφωνούν πλήρως στο αυτά να αφορούν τόσο στον ΕΝΦΙΑ όσο και στον ΦΠΑ, καθώς τα θεωρούν μέτρα με υψηλή εισπραξιμότητα -ειδικά τον ΕΝΦΙΑ- ενώ στην περίπτωση του ΦΠΑ οι όποιες αλλαγές είναι εξαιρετικά δύσκολες καθώς προσκρούουν στην ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Ταυτόχρονα βασική επιδίωξη των δανειστών , όποια τελικά “αντίμετρα” συμφωνηθούν αυτά να ενταχθούν εντός του μνημονίου, και να μην αφεθούν στην διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης, ενώ σε κάθε περίπτωση θα ενεργοποιηθούν μόνο στην περίπτωση που ξεπεραστεί ο στόχος του 3,5% του ΑΕΠ για τα πρωτογενή πλεονάσματα του προϋπολογισμού.
Την ίδια στιγμή στέλεχος του ΔΝΤ τονίζει στο “Πρώτο Θέμα” πως “μέχρι να φανεί και να πιστοποιηθεί η υπεραπόδοση των μέτρων δεν μπαίνουμε καν στη συζήτηση για το πώς θα διατεθεί το επιπλέον πλεόνασμα”. Άλλωστε το Ταμείο αναμένει την επικύρωση του τελικού πρωτογενούς πλεονάσματος του 2016 από τη Eurostat στις 21 Απριλίου, ώστε να προσδιορίσει ακριβώς τα μέτρα που ζητά για το 2018. Το δημοσιονομικό κενό που υπάρχει ανέρχεται περίπου στα 500 εκατομμύρια ευρώ και πιθανότατα θα καλυφθεί από την μείωση του αφορολόγητου στα 7.200 ευρώ από το 2018 και στα 5.900 ευρώ από το 2019.
Οι χαμένοι από τα “παζάρια” κυβέρνησης και δανειστών θα είναι τόσο όσοι μέχρι τώρα δεν πλήρωναν φόρο, έχοντας καθαρά εισοδήματα 500 ευρώ το μήνα που θα κληθούν τώρα να καταβάλλουν φόρο, όπως και οι συνταξιούχοι όπου η μείωση της προσωπικής διαφοράς μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια εισοδήματος σε μηνιαία βάση από 60-300 ευρώ το μήνα για τις υψηλότερες συντάξεις.