Το σκηνικό έντασης που έχει στήσει στο Αιγαίο η Άγκυρα έχει ανεβάσει επικίνδυνα το «θερμόμετρο» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις με αποτέλεσμα να εκφράζονται φόβοι ακόμη και για την πρόκληση θερμού επεισοδίου, ενόψει και του συνταγματικού δημοψηφίσματος στις 16 Απρίλιου στη γείτονα. Από τα «σύνορα της καρδιάς» του Ερντογάν και το επικοινωνιακό σόου στα Ίμια φθάσαμε στις καθημερινές εναέριες και θαλάσσιες παραβιάσεις, στις συνεχείς προκλητικές δηλώσεις και σε δημοσιεύματα που αποκαλούν τουρκική την Ψέριμο.
Γράφει ο Βαγγέλης Καλκατζάκος
Στους αναλυτικούς πίνακες που σας παρουσιάζει η «Ε» καταγράφεται επικαιροποιημένη η στρατιωτική ισχύς Ελλάδας –Τουρκίας το 2017, την ώρα που η κούρσα των εξοπλισμών ξεκινά, εκ νέου, με τουρκική… πρωτοβουλία. Η Άγκυρα ανακοινώνει νέα αγορά «μαμούθ» 24 υπερσύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών F-35 από τις ΗΠΑ, ενώ στόχος είναι η προμήθεια συνολικά εκατό τέτοιων μαχητικών. Η Αθήνα απαντά με τον εκσυγχρονισμό των αεροσκαφών F – 16, την αναβάθμιση των αντιαεροπορικών συστημάτων S–300 και εξετάζει ενδεχόμενη αγορά αεροσκαφών F – 35.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, οι αμυντικές δαπάνες στην Ελλάδα των τριών μνημονίων φθάνουν στο 2,38% του ΑΕΠ έναντι 1,56% στην Τουρκία. Οι επικριτές θεωρούν ότι η χώρα μας ξοδεύει δυσανάλογα ποσά για τις οικονομικές δυνατότητές της, ενώ η άλλη πλευρά εκτιμά ότι είναι το απαραίτητο κόστος για τη διατήρηση της ειρήνης στην περιοχή.
Η «αξιόπιστη αποτροπή» απέναντι στην αναθεωρητική Τουρκία
Στην επαρκή στρατιωτική δύναμη στηρίζεται και η αρχή της «αξιόπιστης αποτροπής» με την οποία η Ελλάδα περιορίζει την τουρκική επιθετικότητα. Το τι σημαίνει ο συγκεκριμένος όρος μας εξηγεί ο αμυντικός αναλυτής – Αντιστράτηγος ε.α, Κωνσταντίνος Λουκόπουλος: «Με απλά λόγια είναι η αντίληψη που έχει ο αντίπαλος ότι σε οποιασδήποτε μορφής χαμηλής ή υψηλής εντάσεως σύγκρουση που θα προκαλέσει, το κόστος που θα καταβάλει θα είναι μεγαλύτερο ή τουλάχιστον ίσο με το όφελος που επιδιώκει. Για να είναι αυτή αξιόπιστη πρέπει να πείθει την αντίπαλο ότι θα χρησιμοποιηθεί και ότι δεν είναι … μπλόφα. Για αυτό επιβάλλεται να είναι διακηρυκτική».
Στους πίνακες είναι, εμφανής, η αριθμητική υπεροχή της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας σε διάφορους στρατιωτικούς τομείς. Ωστόσο, μόνο οι αριθμοί δεν εκφράζουν τη συνολική εικόνα μαχητικής ισχύος, όπως μας επισημαίνει το μέλος του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών: « Υπάρχουν συντελεστές που δεν επιμετρώνται αριθμητικά όπως το ηθικό, η εκπαίδευση, το ποσοστό επανδρώσεως ενεργών Μονάδων, η ηγεσία και το δόγμα καθώς επίσης και οι ιδιαίτερες δυνατότητες που παρέχονται από τα οπλικά συστήματα προκειμένου να υποστηρίζουν συγκεκριμένα επιχειρησιακά σχέδια».
Ο πεπειραμένος πρώην στρατιωτικός εκτιμά ότι παρά τις «κορώνες» η Άγκυρα δεν επιδιώκει μια γενικευμένη πολεμική σύγκρουση: «Με τη διαρκή απειλή χρήσεως στρατιωτικής βίας θα συνεχίσει να μας πιέζει, συνεχώς, για να έχει επίκαιρες τις αναθεωρητικές απαιτήσεις της, να καλλιεργεί φοβικά σύνδρομα στην πολιτική ηγεσία αλλά και στην κοινή γνώμη και έτσι να την «φιλανδοποιήσει»! Δεν αποκλείεται μία κρίση χαμηλής ή ακόμα και υψηλής εντάσεως που θα μπορούσε να καταλήξει σε θερμό επεισόδιο με σκοπό τη δημιουργία νέων τετελεσμένων».
Για το απευκταίο σενάριο της στρατιωτικής εμπλοκής, οι ένοπλες δυνάμεις μας έχουν εκπονήσει επιχειρησιακά σχέδια για αντιμετώπιση συνδυασμένης τουρκικής επιθετικής ενέργειας στον Έβρο και στα νησιά μας. Πάντως, προεξοφλείται ότι το κύριο «θέατρο επιχειρήσεων» θα είναι το Αιγαίο: «Επειδή η κάθε πολεμική επιχείρηση υποστηρίζει συγκεκριμένο πολιτικό σκοπό και στρατηγική και ο αντικειμενικός σκοπός της Άγκυρας είναι η αλλαγή του Status Quo στο Αιγαίο σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες αδυναμίες που οφείλονται στα χαρακτηριστικά του γεωγραφικού περιβάλλοντος, εκτιμάται ότι η κύρια προσπάθεια εστιάζεται στο Αιγαίο».
Ο τουρκικός στρατός μετά τις μαζικές «εκκαθαρίσεις», τη Συρία και του Κούρδους
Ένα από τα ερωτήματα που προκαλεί μεγάλη συζήτηση αφορά στο κατά πόσο αξιόμαχος είναι ο τουρκικός στρατός, μετά την απόπειρα πραξικοπήματος και τους «αποκεφαλισμούς» πολλών στελεχών των ενόπλων δυνάμεων. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με το ανοικτό μέτωπο στη Συρία και τις μάχες εναντίων των Κούρδων. «Το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα, οι εκκαθαρίσεις και οι λοιπές πολιτικές που ακολουθήθηκαν στον χώρο των ΤΕΔ, αναντίρρητα, έχουν μειώσει τη συνολική μαχητική ικανότητα τους. Αυτό όμως δεν θα πρέπει να μας καθησυχάζει γιατί, ακόμα και τώρα και παρά την εμπλοκή στρατιωτικών της δυνάμεων στη Συρία αλλά και στις Ν.Α περιοχές όπου δρα το αποσχιστικό PKK, η Τουρκία διατηρεί επαρκή στρατιωτική ισχύ για περιορισμένες σε χρόνο και τόπο στρατιωτικές δράσεις», τονίζει ο κ.Λουκόπουλος.
Οι συγκριτικοί πίνακες αποτυπώνουν, έως έναν βαθμό, τους τωρινούς στρατιωτικούς συσχετισμούς, αλλά ποια είναι η στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουμε για να υπάρχει επαρκής αμυντική ισχύς και συνεπώς παραδεκτή στρατιωτική ισορροπία με την Τουρκία; «Βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να υπάρξουν άμεσες δράσεις προκειμένου να αυξηθεί η διαθεσιμότητα-χρηστικότητα των κυρίων μας μέσων και αυτό εξαρτάται από τους πόρους που πρέπει να διατεθούν για ανταλλακτικά και συντήρηση, π.χ. οι 13 Φρεγάτες θα πρέπει να είναι πολύ απλά και οι 13 πλήρως επιχειρησιακές. Το ίδιο για τα Α/Φ, για τα άρματα μάχης κλπ. Μεσο-μακροπρόθεσμα θα πρέπει να σχεδιαστεί από μηδενική βάση ένα πρόγραμμα βασιζόμενο σε απόκτηση «δυνατοτήτων» και όχι στους αριθμούς των μέσων για να αποκατασταθεί η αναγκαστική λόγω κρίσης σημαντική υστέρηση», απαντά ο Αντιστράτηγος ε.α που υπηρέτησε σε επιτελικές θέσεις στην Ελλάδα και στο ΝΑΤΟ.
Πηγή: Εφημερίδα “Ελευθερία στην ενημέρωση”