«Κάναμε όσα οφείλαμε και επομένως αναμένουμε και δικαιούμαστε το ίδιο να πράξει και το σύνολο των εταίρων. Παραμένει η απόσταση ανάμεσα στις θέσεις του ΔΝΤ και της Γερμανίας, παρά το γεγονός ότι τις τελευταίες εβδομάδες έχει μειωθεί αισθητά. Συζητάμε τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος που θα εφαρμοστούν μετά τον Αύγουστο του 2018, […]
«Κάναμε όσα οφείλαμε και επομένως αναμένουμε και δικαιούμαστε το ίδιο να πράξει και το σύνολο των εταίρων. Παραμένει η απόσταση ανάμεσα στις θέσεις του ΔΝΤ και της Γερμανίας, παρά το γεγονός ότι τις τελευταίες εβδομάδες έχει μειωθεί αισθητά. Συζητάμε τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος που θα εφαρμοστούν μετά τον Αύγουστο του 2018, επισημαίνοντας ότι αυτό που απομένει να προσδιοριστεί και ο λόγος για τον οποίο χρειάζεται δουλειά το επόμενο διάστημα είναι να γεφυρωθούν οι διαφορές Γερμανίας και ΔΝΤ ως προς το πόσο συγκεκριμένος θα είναι ο προσδιορισμός των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος. Δεν είναι δυνατόν να υφίσταται απαίτηση για συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα και από την άλλη να μη γίνεται αποδεκτή η θέση του για μεγαλύτερη σαφήνεια ως προς τον προσδιορισμό των μέτρων για το χρέος. Δεν μπορεί η συμμετοχή του ΔΝΤ να είναι αλα καρτ. Δεν μπορεί κάποιοι να λένε ναι στις μεταρρυθμίσεις, αλλά όχι στη ρύθμιση του χρέους. Η λύση που παρουσιάστηκε δεν αντιστοιχούσε ούτε στους στόχους που είχαν τεθεί το προηγούμενο διάστημα ούτε στις θυσίες του ελληνικού λαού», δήλωσε σε συνέντευξή του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Διευκρίνισε ακόμη πως η βασική διαφωνία ΔΝΤ-Βερολίνου αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης και τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδας και πως είναι προτιμότερο να προετοιμάσουμε μια καλύτερη λύση, παρά να πάρουμε αποφάσεις που μεταθέτουν το πρόβλημα και δεν προσφέρουν ασφαλή διέξοδο. Όπως είπε, «στο Eurogroup είχαμε γεφύρωση της απόστασης, είμαστε ακόμα εντός του βασικού σεναρίου και στόχος είναι η 15η Ιουνίου, οπότε υπάρχει προγραμματισμένη συνεδρίαση του Eurogroup. Καθαρή λύση είναι ο προσδιορισμός μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος χωρίς γκρίζες ζώνες και χωρίς ασάφεια και σε τέτοιο βαθμό, ώστε το ΔΝΤ να συμμετέχει στο πρόγραμμα χωρίς αστερίσκους». Η ελληνική κυβέρνηση πάντα θεωρεί το 3,5% υψηλό πλεόνασμα, που, όπως ανέφερε, είχε αναγκαστεί να αποδεχτεί το 2015, πρόσθεσε όμως πως το 3,5% είναι χαμηλότερο από αυτό που είχε συμφωνήσει η προηγούμενη κυβέρνηση. Επομένως, «ο προσδιορισμός στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος αποτελεί επιτυχία της κυβέρνησης, αν και το 3,5% είναι υψηλό, φαίνεται ότι προσεγγίζουμε μια λύση-στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% για 4 χρόνια μετά το 2018». Επανέλαβε ότι πρόκειται για έναν δύσκολο στόχο, πρόσθεσε όμως ότι αποτελεί έναν συμβιβασμό και μια υποχώρηση της γερμανικής πλευράς σε σχέση με τις αρχικές της απαιτήσεις.