Από την Ευτυχία Παπούλια
«Βελτιώνουμε τους εαυτούς μας με νίκες που επιτυγχάνουμε επί του εαυτού μας. Πρέπει να υπάρχει ανταγωνισμός και πρέπει να νικούμε»
Edward Gibbon, Άγγλος ιστορικός
Όταν ο υπουργός Παιδείας μίλησε για την ρετσινιά της αριστείας, ήξερε πολύ καλά τι έλεγε. Ανεξάρτητα αν προσπάθησε να το διορθώσει, είχε ήδη κάνει λόγο για μια «στρεβλή φιλοδοξία», ανοίγοντας ένα μεγάλο θέμα για τις επικίνδυνες επιδιώξεις της αριστεράς στο φάσμα της παιδείας.
Στην γραμμή αυτή, πως η επιτυχία, το χρήμα και η δόξα είναι ρετσινιά, κινήθηκε ολόκληρη η κυβέρνηση μέχρι και την ώρα των Πανελλαδικών εξετάσεων, που τα ισοπέδωσε όλα με τα θέματα στην Έκθεση, τόσο στο Γενικό, όσο και στο Επαγγελματικό Λύκειο.
«Ο επιστήμονας δεν θα πρέπει να επιδιώκει την προσωπική του καταξίωση», ήταν μια από τις ατάκες που κλήθηκαν να σχολιάσουν οι μαθητές, την ώρα που κοπιάζουν να μπουν στο Πανεπιστήμιο με όνειρο αυτό ακριβώς- την καταξίωση, που είναι ξεκάθαρα κινητήριος μοχλός, ανταμοιβή για τις ώρες πάνω από τα βιβλία, τα ξενύχτια, τις θυσίες.
«Ο επιστήμονας δεν θα πρέπει να εξυπηρετεί συμφέροντα», ήταν μία ακόμα φράση στο κείμενο, απόσπασμα ομιλίας του Γρηγόρη Σκαλκέα. Εντελώς μικροαστικές αντιλήψεις που παραπέμπουν στο σοβιετισμό, αφού οι επιστήμονες παράγουν γνώσεις, καινοτομίες, ως εργαζόμενοι σε εταιρείες και πιστοί στην αύξηση κέρδους και στην επιτυχία, αναγκαστικά θα εξυπηρετήσουν συμφέροντα.
Πρωτίστως τα δικά τους!
Ακόμα παραπέρα, στα καθαρά αριστερά θέματα των εξετάσεων, που προσπαθούν να περάσουν μια συγκεκριμένη ιδεολογία που καταργεί την προσωπική πρόοδο και τον ανταγωνισμό, η επιτροπή παραποίησε κείμενο του Γιώργου Θεοτοκά, μια κίνηση που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και σκάνδαλο.
Ο Γιώργος Θεοτοκάς έζησε σε μία εποχή όπου ο μαραγκός, ο υδραυλικός, ο σιδεράς είχαν ιδιαίτερης εκτίμησης από την κοινωνία, ίσως μεγαλύτερη κι από τους δασκάλους, τους δημοσίους υπαλλήλους και γενικά από τους τότε γραμματιζούμενους.
Ο λόγος ήταν καθαρά οικονομικός. Οι τεχνίτες τότε αμείβονταν δύο και τρεις φορές περισσότερο από όλους αυτούς τους υπαλλήλους των τρεις κι εξήντα όπως απαξιωτικά τους αποκαλούσαν λόγω των μισθών πείνας που έπαιρναν. Κάτι ανάλογο δηλαδή με τους σημερινούς πτυχιούχους νέους των τριακοσίων και τετρακοσίων ευρώ το μήνα.
Το μόνο τους μειονέκτημα ήταν ότι υστερούσαν σε μόρφωση στο χρυσό περιτύλιγμα της αξίας τους, της τέχνης τους δηλαδή, σε αντίθεση με τον εκάστοτε πρύτανη και πρωθυπουργό, που μπορεί να διαθέτει το περιτύλιγμα, στην ουσία να είναι «κακός και κούφος». Αυτόν λοιπόν τον κακό μαραγκό συνέκρινε ο Θεοτοκάς με τον κακό πρωθυπουργό και τον κούφο πρύτανη και όχι με τους επιστήμονες συλλήβδην.
Γιατί ο πρύτανης και ο πρωθυπουργός ακόμα κι αν είναι επιστήμονες δεν κρίνονται και δεν λειτουργούν ως επιστήμονες αλλά ως διαχειριστές μιας εξουσίας, ενός αξιώματος που διεκδικούν πολλές φορές από φιλοδοξία και ιδιοτέλεια, δίνοντας υποσχέσεις που δεν εκπληρώνουν, αξιοποιώντας την ικανότητά τους στις δημόσιες σχέσεις, εξαπατώντας ακόμη και τους πελάτες τους.
Ο πρύτανης και ο πρωθυπουργός, που δεν μπορούμε να τους ταυτίζουμε απόλυτα με τους επιστήμονες, διεκδικούν την εμπιστοσύνη της φοιτητικής κοινότητας και της κοινωνίας για ορισμένη θητεία προκειμένου να παράσχουν συγκεκριμένο έργο και να λογοδοτήσουν γι’ αυτό.
Συνήθως προδίδουν την εμπιστοσύνη αυτή και δεν παράγουν έργο, επιφέροντας πολλές φορές ακόμη μεγαλύτερη καταστροφή.
Σε αυτόν ακριβώς τον κίνδυνο θέλησε να εστιάσει ο Θεοτοκάς αναφερόμενος στα δύο αυτά αξιώματα.
Ήταν λοιπόν αναμενόμενο για την αριστερή ιδεοληψία, η αναφορά του Θεοτοκά σε κούφο πρύτανη και κακό πρωθυπουργό, έτσι όπως ήταν διατυπωμένη να δημιουργήσει ταραχή, γιατί ο κίνδυνος να ταυτιστεί ο όρος κούφος με κάποιους ανίκανους πρυτάνεις και ο όρος κακός πρωθυπουργός με τον συγκεκριμένο πρωθυπουργό ήταν άμεσος. ΄
Έτσι λοιπόν διαστρέβλωσαν ένα ολόκληρο πνεύμα, καθώς έρχεται σε αντίθεση εξ ολοκλήρου αυτό του Σύριζα. Ο Θεοτοκάς αμφισβητεί ευθέως τις ικανότητες και την αξία και του πρύτανη και του πρωθυπουργού, που κατακτούν τους τίτλους με τους γνωστούς τρόπους, ενώ αντίθετα η επιτροπή προσπαθεί να προστατέψει αυτά τα δύο αξιώματα και τους κατόχους των, από το όποιο κύρος μπορεί να διαθέτουν, εκτρέποντας πονηρά την κριτική στην ανώνυμη ευρύτερη επιστημονική κοινότητα.
Πολύ φοβάμαι, εν τέλει, πως ο πολλαπλασιασμός νέων που δεν διεκδικούν την αριστεία, την καταξίωση και ως εκ τούτου εργάζονται μονίμως έναντι πινακίου φακής μέχρι που την κάνουν για έξω, είναι ένα πολύ καλά μελετημένο, εξ ολοκλήρου νεοαριστερό σχέδιο.