από τον Μίμη Νάτσιο […]
από τον Μίμη Νάτσιο
Η Αποπλάνηση (The Beguiled)
Δραματική, 93’ Aμερικανική ταινία, σκηνοθεσία Σοφία Κόπολα, με τους: Νικόλ Κίντμαν, Κόλιν Φάρελ, Κίρστεν Ντανστ, Ελ Φάνινγκ
Στα χρόνια του Αμερικανικού Εμφυλίου, ένας τραυματισμένος δεκανέας (Κόλιν Φαρέλ) των Βορείων, βρίσκει καταφύγιο σε ένα οικοτροφείο θηλέων στη Βιρτζίνια, το οποίο διοικεί η δεσποινίς Μάρθα (Νικόλ Κίντμαν), με βοηθό τη δεσποινίδα Εντουίνα (Κίρστεν Ντανστ), ενώ έχουν απομείνει μόνο 5 οικότροφες. Ο δεκανέας, αν και βρίσκει ένα εκλεπτυσμένο περιβάλλον, που μοιάζει με αρχαίο ελληνικό ναό -μέσα στη βαρβαρότητα του πολέμου- σύντομα θα διαπιστώσει ότι βρέθηκε σε ένα άλλο πεδίο μάχης.
Η Σοφία Κόπολα διασκευάζει, μετά από 36 χρόνια, μια ταινία του Ντον Σίγκελ, στην οποία πρωταγωνιστικό ρόλο είχε ο Κλιντ Ίστγουντ και βασιζόταν στο μυθιστόρημα του Τόμας Κάλιναν, ο «Προδότης». Τότε, η αμερικανική κοινωνία διχαζόταν λόγω ενός άλλου πολέμου, αυτού του Βιετνάμ, σήμερα η Κόπολα αφήνει κατά μέρος τα πολιτικά μηνύματα (αφαιρώντας έναν χαρακτήρα από το βιβλίο και την πρώτη ταινία). Μεταθέτει το βάρος προς τη θηλυκή πλευρά σε έναν πόλεμο των δύο φύλων.
Η ταινία της Κόπολα λειτουργεί σαν ένα πείραμα. Τί γίνεται όταν ρίξεις ως καταλύτη έναν αρσενικό Βόρειο σε ένα «κλουβί», όπου ζουν επτά Νότιες γυναίκες σε ηλικίες από 10 ως 50 ετών; Στην αρχή εκπαιδεύτριες και εκπαιδευόμενες τον αντιμετωπίζουν με φόβο, μετά με συμπόνοια, ύστερα ξυπνά η ερωτική επιθυμία και ο ανταγωνισμός ανάμεσα τους, έτσι ώστε να αλλάζει η δυναμική αυτής της ομάδας, η οποία ζει σε αυτό το κλειστοφοβικό περιβάλλον και να οδηγηθούν στα άκρα.
Η Νικόλ Κίντμαν είναι, για άλλη μια φορά, εξαιρετική στον ρόλο της ηγετικής και αυστηρής δεσποινίδος Μάρθας, αλλά εξίσου εντυπωσιακή είναι η Κίρστεν Ντανστ στην τέταρτη συνεργασία της με την Κόπολα, έχοντας τον δύσκολο ρόλο της δεσποινίδας Εντουίνας, που θέλει να αποδράσει. Η Σοφία Κόπολα, στον δικό της πόλεμο του φύλου, γίνεται η δεύτερη γυναίκα που κερδίζει το βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ των Καννών, με μια ταινία που οδεύει για μεγάλο αριθμό υποψηφιοτήτων στα επόμενα Όσκαρ και η οποία αποτελεί μια πολύ καλή επιλογή για αυτή την περίοδο. Μην τη χάσετε λοιπόν!
«Τα παράπονα στο Δήμαρχο» (L’ Ora Legale )
Ιταλική Κωμωδία, 92’. Σκηνοθεσία Σαλβατόρε Φικάρα, Βαλεντίνο Πικόνε, με τους: Σαλβατόρε Φικάρα, Βαλεντίνο Πικόνε, Βιντσέντσο Αμάτο.
Ενώ πλησιάζουμε στην ημέρα των δημοτικών εκλογών, σε μια παραθαλάσσια κωμόπολη της Σικελίας, ο εν ενεργεία Δήμαρχος συλλαμβάνεται λόγω οικονομικών σκανδάλων. Έτσι έχουμε ανατροπή και στη θέση του διεφθαρμένου, παλαιοκομματικού δημοτικού άρχοντα, εκλέγεται ένας ιδεαλιστής εκπαιδευτικός, ο οποίος υπόσχεται ισονομία και πάταξη της διαφθοράς. Όταν, όμως, αρχίζει να υλοποιεί το προεκλογικό του πρόγραμμα, οι κάτοικοι ξεσηκώνονται. Οι μπατζανάκηδές του Σάλβο και ο Βαλεντίνο, οι οποίοι διατηρούν ένα μικρό καφέ απέναντι από το Δημαρχείο και την εκκλησία, βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα.
Ο Σάλβο Φικάρα και ο Βαλεντίνο Πικόνε, γέννημα θρέμμα Σικελοί, είναι δύο κωμικοί που ξεκίνησαν από τις stand up παραστάσεις, για να κατακτήσουν τον ιταλικό κινηματογράφο. Γράφουν, σκηνοθετούν και παίζουν ως Φικάρα & Πικόνε, σε μια σειρά από εμπορικές επιτυχίες. Στα εφετινά «Παράπονα στο Δήμαρχο» παίζουν τους συγγενείς του εκπαιδευτικού, ο οποίος κόντρα σε όλες τις προβλέψεις, εκλέγεται δήμαρχος της σικελικής κωμόπολης.
Οι Φικάρα και Πικόνε ξέρουν καλά το θέμα τους και το παρουσιάζουν απλά και λαϊκά, κερδίζοντας το γέλιο σε αρκετά σημεία. Σε κάποια άλλα σημεία το μπουφόνικο χιούμορ, που επιστρατεύουν για να περιγράψουν το οργανωμένο σχέδιο, που εξυφαίνεται για να εκδιωχθεί ο νέος Δήμαρχος και στο οποίο συμμετέχουν η τοπική Μαφία, η Εκκλησία και η Πολιτεία ξεφεύγει και εκτρέπεται στην υπερβολή.
Το φινάλε της ταινίας σοβαρεύει πολύ και βγάζει την ταινία από την κατηγοριοποίηση της φάρσας της «σειράς». Πιθανώς για τους βορειοευρωπαίους «Τα παράπονα στον Δήμαρχο» να είναι ακριβώς αυτό, μια γραφική, ιταλική φάρσα. Για τον Έλληνα θεατή, όμως, υπάρχουν στιγμές που θυμίζει την, επίσης, περσινή επιτυχία «Πού πάω, Θεέ μου;» και κάποιες άλλες που νομίζεις ότι η ταινία είναι ελληνική και απλά έχει μεταγλωττιστεί στα ιταλικά. Τα τοπία, οι άνθρωποι, οι εκφράσεις, οι νοοτροπίες είναι τόσο γνώριμες. Και πέραν της ποσότητας των αστείων που προκαλούν το γέλιο, για άλλους περισσότερο και για άλλους λιγότερο, αυτή η ταινία αποτελεί μια καλή αφορμή για προβληματισμό.