Τις απαιτήσεις του ΔΝΤ και της ΕΚΤ βάζει στο τραπέζι η κυβέρνηση στην προσπάθεια της να στείλει την χώρα στις αγορές. Στη συνεδρίαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Ταμείου, που ολοκληρώθηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα, δόθηκε η «κατ’ αρχήν έγκρισή» του για ένα νέο πρόγραμμα με την Ελλάδα συνολικού ύψους 1,6 δισ. Ευρώ. Στην πολύωρη συνεδρίαση […]
Τις απαιτήσεις του ΔΝΤ και της ΕΚΤ βάζει στο τραπέζι η κυβέρνηση στην προσπάθεια της να στείλει την χώρα στις αγορές.
Στη συνεδρίαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Ταμείου, που ολοκληρώθηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα, δόθηκε η «κατ’ αρχήν έγκρισή» του για ένα νέο πρόγραμμα με την Ελλάδα συνολικού ύψους 1,6 δισ. Ευρώ. Στην πολύωρη συνεδρίαση μετείχε η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, ο Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Τομέα Πόουλ Τόμσεν και η επικεφαλής του ελληνικού προγράμματος Ντέλια Βελκουλέσκου.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το Ταμείο αναφέρει πως το Εκτελεστικό Συμβούλιο ενέκρινε μια «κατ’ αρχήν» προληπτική συμφωνία για την Ελλάδα ύψους 1,3 δισ. SDR, περίπου 1,6 δισ. ευρώ ή 1,8 δισ. δολαρίων ΗΠΑ, ίση με το 55% της ποσόστωσης της Ελλάδος στο Ταμείο.
Η «κατ’ αρχήν έγκριση» είναι μια διαδικασία που επιτρέπει στο Συμβούλιο του ΔΝΤ να εγκρίνει μια ρύθμιση χρηματοδότησης για μια χώρα-μέλος βάσει μιας συμφωνίας οικονομικών πολιτικών που έχει επιτευχθεί με τη χώρα, με την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθεί μια συμφωνία ελάφρυνσης του χρέους. Η «κατ’ αρχήν έγκριση» παρέχει πρόσθετο χρόνο για την επίτευξης μιας τέτοιας συμφωνίας.
Η Λαγκάρντ εξέφρασε την ικανοποίηση της τονίζοντας ότι νέο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας, στηρίζει τις προσπάθειες των ελληνικών αρχών να επιστρέψουν στη χρηματοδότηση από τις αγορές σε βιώσιμη βάση.
Συγκεκριμένα τόνισε:
«Καλωσορίζω το νέο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας, το οποίο επικεντρώνεται σε πολιτικές που θα βοηθήσουν στην αποκατάσταση της μεσοπρόθεσμης μακροοικονομικής σταθερότητας και ανάπτυξης και στηρίζει τις προσπάθειες των ελληνικών αρχών να επιστρέψουν σε χρηματοδότηση από τις αγορές σε διατηρήσιμη βάση. Το πρόγραμμα παρέχει περιθώρια για να κινητοποιηθεί η στήριξη για τις βαθύτερες δομικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η Ελλάδα για να ευημερήσει εντός της ευρωζώνης, αλλά και ένα πλαίσιο για τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας ώστε να παράσχουν πρόσθετη ελάφρυνση χρέους ώστε να αποκατασταθεί η βιωσιμότητά του.
Τα πρόσφατα μέτρα που υιοθέτησε η Ελλάδα για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και τη μεταρρύθμιση στις συνταξιοδοτικές δαπάνες είναι κρίσιμα για να μετακινηθεί ο προϋπολογισμός προς πιο φιλικές για την ανάπτυξη πολιτικές. Σε μεσοπρόθεσμη βάση αυτό θα βοηθήσει να επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% του ΑΕΠ. Ωστόσο, ο στόχος αυτός θα πρέπει να μειωθεί σε πιο διατηρήσιμα επίπεδα του 1,5% του ΑΕΠ το συντομότερο δυνατόν, ώστε να υπάρξει δημοσιονομικό περιθώριο για καλύτερα στοχευμένη κοινωνική πρόνοια, αύξηση των δημόσιων επενδύσεων και μείωση των φορολογικών συντελεστών για να στηριχθεί η ανάπτυξη. Η προστασία των ευάλωτων ομάδων, ενώ η χώρα παραμένει δημοσιονομικά ισχυρή, είναι το κλειδί για να διατηρηθεί η βιωσιμότητα και η δικαιοσύνη στην ελληνική δημοσιονομική προσπάθεια.
Η αποκατάσταση του χρηματοοικονομικού τομέα είναι κρίσιμη για την αύξηση των δανείων και την στήριξη της ανάπτυξης. Το νέο πρόγραμμα θα στηρίξει τις προσπάθειες της Ελλάδας να μειώσει τα ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα κόκκινων δανείων, ενισχύοντας το νομοθετικό πλαίσιο στις αναδιαρθρώσεις δανείων. Επιπλέον, για να διασφαλιστεί η κατάσταση των τραπεζών και να στηριχθεί η άμεση χαλάρωση των capital controls, οι εποπτικές αρχές θα έπρεπε να προχωρήσουν σε πρόσθετα βήματα, μεταξύ των οποίων και ένας νέος έλεγχος ποιότητας ενεργητικού και stress test, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες πριν το τέλος του προγράμματος.
Παρά την πρόοδο στο μέτωπο των δομικών μεταρρυθμίσεων, βασική πρόκληση για την Ελλάδα παραμένει η απελευθέρωση από τους περιορισμούς που επιβαρύνουν το επενδυτικό κλίμα. Ως εκ τούτου, οι αρχές θα πρέπει να επανεξετάσουν τα σχέδιά τους να αντιστρέψουν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις στις συλλογικές διαπραγματεύσεις μετά το τέλος του προγράμματος, και αντ’ αυτού, να επικεντρωθούν στο να διπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για να ανοίξουν κλειστές αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ώστε να αυξήσουν τις επενδύσεις και να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας. Επίσης, θα πρέπει να διπλασιάσουν τις προσπάθειες για να προστατεύσουν την αξιοπιστία της στατιστικής υπηρεσίας και να εγγυηθούν την ανεξαρτησία της.
Όπως έχουμε πει πολλές φορές, ακόμη και με πλήρη υλοποίηση του προγράμματος, η Ελλάδα δεν θα μπορέσει να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα του χρέους και χρειάζεται πρόσθετη ελάφρυνση χρέους από τους ευρωπαίους εταίρους της. Περιμένω ότι θα συμφωνηθεί σύντομα μεταξύ της Ελλάδας και των ευρωπαίων εταίρων ένα σχέδιο που θα αποκαθιστά τη βιωσιμότητα του χρέους. Η ενεργοποίηση της επί της αρχής συμφωνίας εξαρτάται από αυτή την παράμετρο για την ελάφρυνση του χρέους, όπως και από την υλοποίηση του προγράμματος».
Από την μεριά της η κ. Βελσκουλέσκου υποστήριξε ότι σύντομα θα επιτευχθεί συμφωνία με τους Ευρωπαίους για τη διευθέτηση του ελληνικού χρέους, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα δράσουν με ρεαλιστικούς όρους.