Ζήτημα αδιαφάνειας, απόπειρας «κλονισμού της εμπιστοσύνης των Ελλήνων πολιτών στην εφαρμοζόμενη από την κυβέρνηση πολιτική διαφάνειας και εξυγίανσης όλων των θεσμών και των λειτουργών της χώρας», καθώς και ζήτημα ανεπανόρθωτης έκθεσης του θεσμού Δικαιοσύνης, εγείρουν 25 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ επικαλούμενοι την «καθυστέρηση» που επιδεικνύει το ΣτΕ για την έκδοση απόφασης για το αν θα δημοσιοποιούνται και τα «πόθεν έσχες» των δικαστών.
Οι κυβερνητικοί βουλευτές σε ερώτηση που κατέθεσαν στην Βουλή αναφορικά με την δημοσιοποίηση ή όχι των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης των δικαστών καλούν τον υπουργό Δικαιοσύνης Σταύρο Κοντονή να απαντήσει:
«1) Η καθυστέρηση αυτή του Συμβουλίου της Επικρατείας ως προς την έκδοση σχετικής απόφασης, καθυστέρηση που επέδειξε και επί άλλων μεγάλων και ευρύτερου ενδιαφέροντος υποθέσεων, πιστεύετε ότι συμβαδίζει με την εκφρασμένη απαίτηση του ελληνικού λαού για διαφάνεια και έλεγχο όλων των υπόχρεων;
2) Τελικά μήπως κάποιοι επιχειρούν να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του Έλληνα πολίτη στην εφαρμοζόμενη από την κυβέρνηση πολιτική διαφάνειας και εξυγίανσης όλων των θεσμών και των λειτουργών της χώρας;
3) Οι καθυστερήσεις αυτές κατά την άποψή σας εκθέτουν ανεπανόρθωτα την Ελληνική Δικαιοσύνη, η οποία θέλουμε να είναι και πρέπει να είναι ανεξάρτητη και με διακριτό ρόλο, αλλά κρίνεται και αυτή από όλους τους Έλληνες πολίτες».
Αναλυτικά η ερώτηση έχει ως εξής:
ΕΡΩΤΗΣΗ
Προς τους κ.κ. Υπουργούς:
– Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
– Οικονομικών
ΘΕΜΑ: «Σχετικά με την εκκρεμότητα του πόθεν έσχες των δικαστικών»
Με το νόμο 3213/2003, όπως τροποποιήθηκε από το νόμο 4381/2014, όλοι οι κορυφαίοι κρατικοί αξιωματούχοι, πρωθυπουργός, βουλευτές, υπουργοί, αιρετοί των ΟΤΑ, πάρα πολλές κατηγορίες δημόσιων και κρατικών λειτουργών με δικαίωμα λήψης αποφάσεων και άλλες κατηγορίες προσώπων (μέλη ΔΣ εταιρειών, εκδότες, δημοσιογράφοι κλπ) υποχρεούνται να υποβάλλουν κάθε χρόνο δηλώσεις «πόθεν έσχες» και «δηλώσεις οικονομικών συμφερόντων». Στις δηλώσεις «πόθεν έσχες», οι ελεγχόμενοι καταγράφουν την πλήρη εικόνα των ετήσιων εισοδημάτων και των κινητών και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων των ιδίων και των μελών της οικογένειάς τους και τις υποβάλλουν στις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές. Με τις δηλώσεις «πόθεν έσχες», ελέγχεται αν υπήρξε αδικαιολόγητος πλουτισμός από την αθέμιτη χρήση δημόσιου αξιώματος.
Έως τη χρήση 2014 (έτος 2015), οι δηλώσεις «πόθεν έσχες» υποβάλλονταν από όλες τις κατηγορίες των υπόχρεων σε αυτές γραπτώς. Με την ΚΥΑ 1846 οικ. (ΦΕΚ Β΄3300), θεσπίστηκε η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων «πόθεν έσχες» και των συμπληρωματικών δηλώσεων «οικονομικών συμφερόντων» από τη χρήση 2015 (έτος 2016), με σκοπό τη μείωση της γραφειοκρατίας και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του ελέγχου.
Ωστόσο, οι Ενώσεις Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Διοικητικών Δικαστών, Δικαστών-Εισαγγελέων και Εισαγγελέων Ελλάδος κατέθεσαν αίτηση αναστολής και αίτηση ακύρωσης (κύρια προσφυγή) κατά της ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων «πόθεν έσχες» στο Συμβούλιο της Επικρατείας, επικαλούμενες λόγους αντισυνταγματικότητας και κίνδυνο διαρροής των προσωπικών τους δεδομένων.
Στην αίτηση αναστολής και την κύρια προσφυγή τους προς το ΣτΕ, οι πέντε δικαστικές ενώσεις υποστήριξαν ότι το νομοθετικό πλαίσιο για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων «πόθεν έσχες» είναι αντίθετο στις συνταγματικές αρχές
Στις 19 Δεκεμβρίου 2016, η Ολομέλεια του ΣτΕ, με την υπ. Αρ. 373/2016 απόφαση Αναστολής, έκανε δεκτή την αίτηση αναστολής των πέντε δικαστικών ενώσεων, με το αιτιολογικό ότι η πλειονότητα των 15 μελών της αρμόδιας Αρχής που θα ελέγχει τις δηλώσεις «πόθεν έσχες» δεν είναι δικαστές και ότι το ελληνικό δημόσιο δεν προέβαλλε ότι συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος που να επιβάλλουν την άμεση εκτέλεση της από 13.10.2016 απόφασης των υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων «πόθεν έσχες». Στην απόφαση Αναστολής που εξέδωσε, το Συμβούλιο της Επικρατείας επανέλαβε το σύνολο των ισχυρισμών των πέντε δικαστικών ενώσεων περί της αντισυνταγματικότητας του νομοθετικού πλαισίου για την ηλεκτρονική υποβολή του «πόθεν έσχες».
Μετά την αποδοχή της αίτησης αναστολής των πέντε δικαστικών ενώσεων από την Ολομέλεια του ΣτΕ, η ηλεκτρονική κατάθεση των δηλώσεων «πόθεν έσχες» και οικονομικών συμφερόντων των δικαστών και εισαγγελέων για το έτος 2016 πάγωσε προσωρινά, έως την έκδοση της οριστικής απόφασης του ΣτΕ επί της κυρίας προσφυγής που έχουν καταθέσει πέντε δικαστικές Ενώσεις. Η κυρία προσφυγή συζητήθηκε στην Ολομέλεια του ΣτΕ στις 13 Ιανουαρίου 2017, ωστόσο μέχρι και σήμερα και παρά την παρέλευση ασυνήθιστα μεγάλου χρονικού διαστήματος, δηλαδή 8 μηνών, δεν έχει εκδοθεί η σχετική απόφαση.
Εν αναμονή της εκκρεμούς απόφασης του ΣτΕ επί της κύριας προσφυγής, το Υπουργείο Οικονομικών, σε συνεννόηση με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, έδωσαν δύο τρίμηνες παρατάσεις στην υποβολή των δηλώσεων «πόθεν έσχες» για το έτος 2016. Η δεύτερη παράταση έληξε στις 30 Ιουνίου 2017 κι επειδή είχε περάσει εύλογος χρόνος (πεντέμισι μήνες) από την συνεδρίαση του ΣτΕ επί της κύριας προσφυγής των δικαστικών ενώσεων, τα αρμόδια Υπουργεία αποφάσισαν να μην δώσουν και τρίτη παράταση. Τον Ιούλιο 2017, λίγες μέρες μετά τη λήξη και της τελευταίας παράτασης, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε ημερίδα του με τίτλο, «Για την καταπολέμηση της διαφθοράς», έδωσε στη δημοσιότητα στοιχεία που έδειχναν ότι υπό την κάλυψη της εκκρεμούς απόφασης του ΣτΕ, λιγότεροι από το 10% των υπόχρεων σε δήλωση «πόθεν έσχες» δικαστικοί υπέβαλαν δήλωση «πόθεν έσχες» για το έτος 2016. Συγκεκριμένα, από τους 4.189 υπόχρεους στο σύνολο δικαστικούς, δήλωση «πόθεν έσχες» υπέβαλαν για το έτος 2016 μόνον οι 352, από τους 220 υπόχρεους δικαστές του Ελεγκτικού Συνεδρίου δήλωση «πόθεν έσχες» υπέβαλαν μόνον οι 57 και από τους 395 υπόχρεους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δήλωση «πόθεν έσχες» υπέβαλαν μόνον οι 37.
Ερωτώνται οι αρμόδιοι Υπουργοί:
1) Η καθυστέρηση αυτή του Συμβουλίου της Επικρατείας ως προς την έκδοση σχετικής απόφασης, καθυστέρηση που επέδειξε και επί άλλων μεγάλων και ευρύτερου ενδιαφέροντος υποθέσεων, πιστεύετε ότι συμβαδίζει με την εκφρασμένη απαίτηση του ελληνικού λαού για διαφάνεια και έλεγχο όλων των υπόχρεων;
2) Τελικά μήπως κάποιοι επιχειρούν να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του Έλληνα πολίτη στην εφαρμοζόμενη από την κυβέρνηση πολιτική διαφάνειας και εξυγίανσης όλων των θεσμών και των λειτουργών της χώρας;
3) Οι καθυστερήσεις αυτές κατά την άποψή σας εκθέτουν ανεπανόρθωτα την Ελληνική Δικαιοσύνη, η οποία θέλουμε να είναι και πρέπει να είναι ανεξάρτητη και με διακριτό ρόλο, αλλά κρίνεται και αυτή από όλους τους Έλληνες πολίτες.
Οι ερωτώντες βουλευτές
Γεράσιμος (Μάκης) Μπαλαούρας
Βαγιωνάκη Ευαγγελία (Βάλια)
Βράντζα Παναγιώτα
Γάκης Δημήτριος
Ηγουμενίδης Νικόλαος
Θελερίτη Μαρία
Θεωνάς Ιωάννης
Καββαδία Ιωαννέτα (Αννέτα)
Καΐσας Γεώργιος
Καρα Γιουσούφ Αϊχάν
Καρασαρλίδου Ευφροσύνη (Φρόσω)
Μανιός Νικόλαος
Μηταφίδης Τριαντάφυλλος
Μιχελογιαννάκης Ιωάννης
Μουμουλίδης Θεμιστοκλής (Θέμης)
Μπγιάλας Χρήστος
Ντζιμάνης Γεώργιος
Πάντζας Γεώργιος
Παυλίδης Κωνσταντίνος
Ρίζος Δημήτριος
Σκούφα Ελισσάβετ – Μπέττυ
Σταμπουλή Αφροδίτη
Στέφος Ιωάννης
Στογιαννίδης Γρηγόριος
Συρμαλένιος Νικόλαος
Τζούφη Μερόπη
Τριανταφυλλίδης Αλέξανδρος
Τριανταφύλλου Μαρία
Τσόγκας Γιώργος