Στο πολιτικό λεξιλόγιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθιερώνεται η λέξη «κωλοτούμπα», που έγινε αρχικά γνωστή στη Γηραιά Ήπειρο το καλοκαίρι του 2015, όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δέχτηκε το τρίτο Μνημόνιο μετά από έξι μήνες σκληρής αντι-μνημονιακής ρητορικής.
Ο όρος επανήλθε στο προσκήνιο στις αρχές Οκτωβρίου, όταν ο αποσχιστής καταλανός πρόεδρος Κάρλες Πουιζδεμόν απέφυγε να κηρύξει ευθέως την ανεξαρτητοποίηση της Καταλονίας από την Ισπανία, ζητώντας διαπραγματεύσεις.
Τώρα, η χρήση της λέξης «κωλοτούμπα» φαίνεται ότι επεκτείνεται και στις αναλύσεις για το Brexit.
Οι Financial Times χρησιμοποιούν την «kolotoumba», σε άρθρο τους, με τίτλο «Ελληνικά μαθήματα για τους οπαδούς του Brexit»,υπογραμμίζοντας ότι το αγγλικό συνώνυμό της είναι η λέξη «somersault».
Στο άρθρο γίνεται αναφορά στο παράδειγμα του Τσίπρα και στο πώς, με την κωλοτούμπα του 2015, αγνόησε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και, από εκεί που θα ανέτρεπε τα πάντα, υπέγραψε σε όλα με κλειστά μάτια.
«Η “kolotoumba” έγινε της μόδας το 2015, ως αντίδραση στην τακτική του Αλέξη Τσίπρα. Του κάποτε ριζοσπάστη αριστερού πρωθυπουργού της Ελλάδας. Αφού επέμεινε για μήνες πως δεν θα υποχωρήσει μπροστά στους διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας, ο κ. Τσίπρας “έκανε τούμπα” και αποδέχθηκε μια έκτακτη οικονομική διάσωση, της οποίας οι όροι ήταν πιο αυστηροί από εκείνους που είχαν προσφερθεί αρχικά».
«Σε ελληνοβρετανικό συμπόσιο που πραγματοποιήθηκε το Σαββατοκύριακο στο Ναύπλιο (σ.σ. στην πόλη της Πελοποννήσου που ήταν η πρώτη πρωτεύουσα της σύγχρονης Ελλάδας) οι συμμετέχοντες κατέληξαν να αντιπαρατίθενται στο εξής: αν μια “kolotoumba” είναι πιθανή στην περίπτωση του Brexit. Θα ήταν εύλογο, παρά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του Ιουνίου του 2016, η Βρετανία να μην φύγει από την ΕΕ;
Πολλοί συμμετέχοντες υπερασπίστηκαν ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Eλάχιστοι, όμως, το θεώρησαν πιθανό. Ένας αντίθετος στη συμμετοχή της Βρετανίας στην ΕΕ, τοποθέτησε τις πιθανότητες μιας κωλοτούμπας στο 0,1%. Αντιθέτως, ένας υποστηρικτής έκανε λόγο για ένα εύρος 10% με 30%.
Αρκετοί συμμετέχοντες παρατήρησαν πως ο χρόνος κυλά ανελέητα προς το Μάρτιο του 2019, την ημερομηνία κατά την οποία έχει προγραμματιστεί η αποχώρηση της Βρετανίας. Οι διαπραγματεύσεις για το Brexit υποτίθεται πως θα πρέπει να έχουν τελειώσει γύρω στον Οκτώβριο του 2018. Αν πραγματοποιούνταν “kolotoumba”, τότε η βρετανική κοινή γνώμη θα χρειαζόταν να μετατοπιστεί σθεναρά κατά του Brexit στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, ανέφεραν.
Επιπρόσθετα, μια “kolotoumba” θα απαιτούσε από πολλούς πολιτικούς στο Ουέστμινστερ το εξής: να αναλάβουν το ρίσκο να αρνηθούν να αποδεχθούν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ως τελευταία λέξη του βρετανικού λαού πάνω στο Brexit. Ένα τέτοιο βήμα μπορεί να πλήξει κάπως το Εργατικό Κόμμα της αντιπολίτευσης. Αλλά σίγουρα θα πυροδοτήσει το χάος στους Συντηρητικούς.
Κάποια στοιχεία από δημοσκόπηση του YouGov αυτό το μήνα (σ.σ. για λογαριασμό των Times του Λονδίνου) δείχνουν πως η διάθεση του κοινού αρχίζει να αλλάζει. Είναι πολύ νωρίς για να το ονομάσουμε αυτό “τάση”, και μπορεί να μην κρατήσει, προειδοποιεί ο Peter Kellner, Βρετανός δημοσκόπος, σε μπλογκ στο περιοδικό Prospect.
Η έρευνα του YouGov κατέδειξε (σ.σ. αφότου αφαίρεσε τα «δεν ξέρω») ότι: το 53% των συμμετεχόντων πιστεύει πως η ψήφος υπέρ του Brexit είναι λάθος και 47% πως είναι σωστή. Αυτό το προβάδισμα έξι μονάδων του «λάθος» είναι το μεγαλύτερο μεταξύ 41% δημοσκοπήσεων που έχει πραγματοποιήσει το YouGov μετά το δημοψήφισμα. Τον Ιούνιο του 2016, η ψήφος υπέρ της αποχώρησης ήταν στο 52%, έναντι 48%.
Ο κ. Kellner εντοπίζει δύο παράγοντες πίσω από την αλλαγή. Πρώτον, κάποιοι ψηφοφόροι από την εργατική τάξη αλλάζουν γνώμη. Στις αρχές Αυγούστου, το YouGov ανακάλυψε πλειοψηφία 63%, έναντι 37%, που στήριζε το Brexit μεταξύ αυτής της κοινωνικής ομάδας. Μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, το προβάδισμα είχε συρρικνωθεί σε 56% έναντι 44%.
Ο μειούμενος ενθουσιασμός για το Brexit μπορεί να αντανακλά την πίεση στο βιοτικό επίπεδο μετά το δημοψήφισμα. Καθώς και μια ανησυχία για τις οικονομικές προοπτικές της Βρετανίας μετά το Brexit.
Δεύτερον, όλο και περισσότεροι Βρετανοί αποδοκιμάζουν την Μέι. Και συγκεκριμένα τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται τις διαπραγματεύσεις Brexit. Τον Απρίλιο, η πρωθυπουργός κάλεσε στις φετινές κοινοβουλευτικές εκλογές. Τότε, το 40% πίστευε πως η κυβέρνησή της χειριζόταν καλά τις συζητήσεις. Το 35% απάντησε «άσχημα». Μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου, το 64% επέλεξε το «άσχημα» και μόνο το 21% το «καλά».
Αυτές οι αλλαγές στην κοινή γνώμη αντανακλούν (σ.σ. κατά ένα μέρος) τη γνώση του κοινού επάνω στους πικρούς εσωτερικούς διχασμούς της κυβέρνησης στο Brexit. Όσο περισσότερο παραμένει η διχογνωμία, τόσο δυσκολότερο γίνεται το έργο των Συντηρητικών να κρατήσουν την πλειοψηφία του λαού υπέρ του Brexit».