Του Πέτρου Καρσιώτη
Υπερπήδησε τον μαντρότοιχο του νεκροταφείου για να κλέψει και μετά να πουλήσει μεταλλικά και χάλκινα κηροπήγια και καντήλια από μνήματα. Στο χώρο του Β Νεκροταφείου, οι άνθρωποι ήταν ελάχιστοι και διασκορπισμένοι στα μνήματα.
Τα βήματά του τον έφεραν μπροστά στην άτυχη Δώρα, που εκείνη την ώρα, σκυμμένη πάνω στο μνήμα του αγαπημένου παιδικού της φίλου, που χάθηκε τον Μάιο σε εργατικό δυστύχημα, άφηνε τα δάκρυα του πόνου να κυλήσουν.
Πήγε να αρπάξει την τσάντα και πιάστηκαν στα χέρια
Επιχείρησε να της αρπάξει την τσάντα. Ενστικτωδώς, η Δώρα αντέδρασε. Τη συγκράτησε προς στιγμήν. Μέσα, είχε το κινητό τηλέφωνο που της είχε χαρίσει ο παιδικός της φίλος. Προσπάθησε πολύ.
Όπως ψελλίζει ο ληστής- δολοφόνος της, τον χτύπησε με την τσάντα στο κεφάλι. Αυτό ήταν.
Την «έσφαξε», εξαφανίστηκε και έκαψε την τσάντα
Δέχθηκε από τον βυθισμένο στην άβυσσο των παραισθήσεων δέκα τέσσερα χτυπήματα με μαχαίρι που είχε βγάλει από την πρώτη στιγμή και απειλούσε την άτυχη κοπέλα.
Αφού την άφησε αιμόφυρτη, θανάσιμα τραυματισμένη, έτρεξε υπερπήδησε πάλι τον τοίχο, διέφυγε από τις γραμμές του τρένου, απομακρύνθηκε πολύ από το Κοιμητήριο, πέταξε τα ματωμένα ρούχα σε έναν κάδο, ενώ πριν έκαψε την τσάντα της Δώρας για να μη μείνουν αποτυπώματα η DNA.
Πήγε στην Ομόνοια και πούλησε το κινητό
Πήρε το λεωφορείο και τράβηξε μέχρι το Πολυτεχνείο. Εκεί κατέβηκε και τα ματωμένα από το αίμα της Δώρας βήματά του μέσα στα σκοτάδια των ναρκωτικών ουσιών, τον έφεραν τρεκλίζοντας σε ένα κατάστημα της Ομόνοιας, που δέχονται να αγοράζουν μεταχειρισμένα κινητά.
Το πούλησε για είκοσι ευρώ, που γι αυτόν αντιπροσώπευε τη δόση στους κόσμους που είναι εθισμένος.
Έφτασε σπίτι του «άνετος» και κοιμήθηκε
Τράβηξε μετά για το σπίτι του. Κοιμήθηκε(!) και από την επόμενη το πρωί, έψαχνε για νέα κλοπή να εξασφαλίσει νέα δόση. Το ευτύχημα ότι γρήγορα η Αστυνομία τον πρόλαβε και του πέρασε χειροπέδες στα χέρια που πάγωσαν μια ολόκληρη κοινωνία.
Αυτά τα στοιχεία συνθέτουν μια από τις μεγαλύτερες τραγωδίες, που συνέβησαν στη χώρα εντελώς αναίτια. Με αρνητικό πρωταγωνιστή τον 58χρονο αρμένικης καταγωγής που ήδη οδηγήθηκε στον εισαγγελέα με βαριές κατηγορίες.
Δηλώσεις του διοικητή της Ασφάλειας Αττικής
«Ο δολοφόνος της 32χρονης εφοριακού βρίσκεται από χθες στα χέρια της Ελληνικής Αστυνομίας», ξεκίνησε τις δηλώσεις του στην επίσημη παρουσίαση της πολύκροτης υπόθεσης, ο Διοικητής της Ασφάλειας Αττικής, υποστράτηγος Χρήστος Παπαζαφείρης.
«Πρόκειται», πρόσθεσε, «για ημεδαπό 58 χρονών, που έχει απασχολήσει κατ’ επανάληψη τις αστυνομικές Αρχές για κλοπές και παραβάσεις της νομοθεσίας για όπλα και ναρκωτικά.
Πώς προσανατολιστήκαμε
Αναφερόμενος στο χρονικό της εξιχνίασης, θα ήθελα να επισημάνω ότι με βάση τα ευρήματα της αυτοψίας και τα επιμέρους δεδομένα που προσδιόριζαν τη μορφολογία της υπόθεσης, προσανατολιστήκαμε σε συγκεκριμένα ερευνητικά πεδία.
Αποκλείσαμε έτσι εκδοχές και ενδεχόμενα, που δεν ήταν συμβατά με τα δεδομένα της υπόθεσης και χαρτογραφώντας το περίγραμμα της εγκληματικής πράξης κατευθυνθήκαμε στην περιπτωσιολογία της ανθρωποκτονίας, με κίνητρο τη ληστεία.
Στη συνέχεια σχηματοποιήσαμε το «προφίλ» του δράστη, ιχνηλατήσαμε τα «βήματα» και τις ενέργειες του μετά το έγκλημα και διευρύνοντας τις έρευνες μας σε διάφορα σημεία του κέντρου της Αθήνας καταφέραμε να ταυτοποιήσουμε τα στοιχεία του και να συνδέσουμε την παρουσία του με το χώρο του εγκλήματος.
Φτάσαμε στη σύλληψη
Στο τελικό στάδιο, με τον εντοπισμό και τη σύλληψη του, διαλευκάνθηκε πλήρως η υπόθεση, διευκρινίστηκαν τα στοιχεία που αφορούσαν στον τρόπο που ενήργησε στον επίμαχο τόπο και χρόνο και επιβεβαιώθηκαν πλήρως το κίνητρο και τα αίτια της ανθρωποκτονίας.
Το χρονικό του στυγνού εγκλήματος
Συγκεκριμένα, το απόγευμα της 18 Οκτώβριου ο δράστης πήγε στο Β΄ Νεκροταφείο, στο οποίο εισήλθε υπερπηδώντας τον τοίχο από την πλευρά των σιδηροδρομικών γραμμών, με σκοπό να κλέψει και στη συνέχεια να πουλήσει μεταλλικά και χάλκινα κηροπήγια και καντήλια από μνήματα.
Εκεί, εντόπισε την 32χρονη και αφού την προσέγγισε, την απείλησε με μαχαίρι που είχε μαζί του, απαιτώντας να του δώσει την τσάντα της.
Η εφοριακός αντέδρασε και ο δράστης την έπληξε επανειλημμένα με το μαχαίρι, με αποτέλεσμα να την τραυματίσει θανάσιμα.
Κανένα από τα άτομα που βρίσκονταν στο νεκροταφείο κατά το χρόνο τέλεσης του εγκλήματος, δεν είχε αντιληφθεί την επίθεση και δεν είχε δει το δράστη, γεγονός που επίτεινε το βαθμό δυσκολίας για την εξιχνίαση της υπόθεσης.
Ο δράστης φεύγοντας από το νεκροταφείο, ακολούθησε την ίδια διαδρομή, ενώ έκαψε την τσάντα του θύματος, με το περιεχόμενό της, αφού πρώτα αφαίρεσε ένα κινητό τηλέφωνο.
Επιπλέον το μαχαίρι και τη μπλούζα που φορούσε τα πέταξε σε κάδο απορριμμάτων, σε μεγάλη απόσταση από το νεκροταφείο.
Στη συνέχεια, πήγε αμέσως στην περιοχή της Ομόνοιας, όπου σε κατάστημα αλλοδαπών, πούλησε το κινητό τηλέφωνο του θύματος για 20 ευρώ.
Βρέθηκε DNA σε «ματωμένες» χαρτοπετσέτες
Από τον δράστη ελήφθη δείγμα βιολογικού υλικού, το οποίο εντοπίσθηκε, σύμφωνα με τις εργαστηριακές – συγκριτικές εξετάσεις της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, σε δύο εμποτισμένες με αίμα του θύματος χαρτοπετσέτες, που βρέθηκαν κατά την αυτοψία του χώρου του εγκλήματος.
Εξετάσαμε περισσότερα από 300 άτομα
O δράστης στην εξέταση του στη Διεύθυνση Ασφάλειας Αττικής ομολόγησε το έγκλημα και περιέγραψε με λεπτομέρειες την αλληλουχία των ενεργειών του, κατά τη διάρκεια και μετά την ειδεχθή του πράξη.
Για να αντιληφθείτε το μέγεθος της έρευνας, θα αναφέρω μόνο ότι για την υπόθεση αυτή εξετάσαμε συνολικά πάνω από 300 άτομα. Σταδιακά, με βάση τα στοιχεία που προέκυπταν, αποκλείαμε κάποιους από τον «κύκλο» των υπόπτων και έτσι καταλήξαμε σε μια ολιγομελή ομάδα ατόμων, ανάμεσα στα οποία ήταν τελικά και ο δράστης.
Δολοφονία που συγκλόνισε το πανελλήνιο
Πρόκειται για μια υπόθεση που πραγματικά προκάλεσε αποτροπιασμό και ιδιαίτερη απαξία, συνολικά στους πολίτες. Μια γυναίκα, που επισκεπτόταν τακτικά το Νεκροταφείο και ειδικότερα το μνήμα στενού της φίλου, που είχε χάσει τη ζωή του προσφάτως, δολοφονήθηκε με άγριο τρόπο.
Ήταν καθήκον μας απέναντι στο κοινωνικό σύνολο και την οικογένεια της να εξιχνιάσουμε την υπόθεση, να συλλάβουμε το δράστη και να τον οδηγήσουμε στη Δικαιοσύνη».