Επειτα από σχεδόν μία δεκαετία εξαντλητικής λιτότητας, «άγριων» περικοπών και μιζέριας για εκατομμύρια πολίτες, το 2018 μπορεί να είναι η χρονιά που η Ελλάδα θα ανακάμψει τελικά, γράφει η Telegraph. Δεν είναι όμως τόσο αισιόδοξη. Η βρετανική εφημερίδα σημειώνει ότι οι προβλέψεις των διεθνών δανειστών και της ΤτΕ δίνουν ελπίδα, για ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας […]
Επειτα από σχεδόν μία δεκαετία εξαντλητικής λιτότητας, «άγριων» περικοπών και μιζέριας για εκατομμύρια πολίτες, το 2018 μπορεί να είναι η χρονιά που η Ελλάδα θα ανακάμψει τελικά, γράφει η Telegraph. Δεν είναι όμως τόσο αισιόδοξη.
Η βρετανική εφημερίδα σημειώνει ότι οι προβλέψεις των διεθνών δανειστών και της ΤτΕ δίνουν ελπίδα, για ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 2,5% την ερχόμενη χρονιά, όπως και ότι αναμένεται η έξοδος από τα μνημόνια τον Αύγουστο. Παράλληλα επισημαίνει όμως ότι οι δύσκολες ημέρες δεν έχουν τελειώσει ακόμη για τους Ελληνες.
«Ανοίγουν οι Ελληνες ούζο και ρετσίνα για να πανηγυρίσουν; Αποτελούν παρελθόν οι πιο μαύρες ημέρες, με φτωχούς συνταξιούχους που ψάχνουν στα σκουπίδια για να βρουν κάτι να φάνε; Οχι ακριβώς», αναφέρει χαρακτηριστικά το δημοσίευμα.
Στα καλά νέα, η Telegraph επισημαίνει ότι τα τελευταία δύο χρόνια υπήρξαν εξαιρετικά καλά για τον ελληνικό τουρισμό, όπως την αύξηση των εξαγωγών και ότι κάποιες εταιρείες ξανά κάνουν προσλήψεις. Την ίδια ώρα όμως τονίζει ότι οι αναλυτές επισημαίνουν πως ακόμη κι αν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για ανάπτυξη 2,5%, αυτή θα γίνει από μία πολύ χαμηλή βάση, καθώς από το 2009 το ελληνικό ΑΕΠ έχει συρρικνωθεί κατά 30%.
«Επειτα από τόσο ισχυρή συρρίκνωση της οικονομίας, ήταν αναπόφευκτο ότι θα υπάρξει μία ανάκαμψη. Οταν φτάνεις στον πάτο, ο μόνος δρόμος είναι προς τα πάνω», σχολίασε χαρακτηριστικά ο Βολφγκάνγκο Πίκολι, ειδικός επί των ελληνικών θεμάτων στην Teneo Intelligence.
Παρότι ο τουρισμός είναι αναμφισβήτητα ισχυρός- και γίνεται ακόμη περισσότερο- αυτός ο τομέας είναι μία «φούσκα» και μη αντιπροσωπευτικός της υπόλοιπης οικονομίας, επισημαίνει η Telegraph, σημειώνοντας ότι μακριά από τις βίλες και τις ταβέρνες στα νησιά, η ελληνική οικονομία έχει ακόμη πρόβλημα. Ως επιχείρημα για αυτό επισημαίνει ότι η ανεργία παραμένει η υψηλότερη στην ΕΕ, στο 22%, ενώ το ποσοστό είναι 50% για τα άτομα κάτω των 25 ετών.
«Τα ποσοστά πέφτουν, είναι αλήθεια, αλλά πολλές από τις νέες δουλειές που δημιουργούνται είναι μερικής απασχόλησης και χαμηλά αμειβόμενες, με μέσο μισθό μόλις 400 ευρώ. Οι φόροι που αυξήθηκαν ξανά και ξανά είναι τόσο υψηλοί που ”σακατεύουν”», συνεχίζει η βρετανική εφημερίδα.
«Η ζωή παραμένει δύσκολη για πολλούς Ελληνες», σημειώνει η Telegraph, προσθέτοντας ότι επιχειρήσεις πασχίζουν να εξασφαλίσουν δάνεια, καθώς οι τράπεζες είναι φορτωμένες με «κόκκινα» δάνεια σε επίπεδα ρεκόρ. «Οι επιχειρήσεις πλήττονται ακόμη από ”βυζαντινή” γραφειοκρατία και την αποτυχία διαδοχικών κυβερνήσεων να μεταρρυθμιστεί το δικαστικό σύστημα», επισημαίνει ακόμη, θυμίζοντας ότι σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Παγκόσμιας Τράπεζας για το πόσο εύκολο είναι να ανοίξουν επιχειρήσεις, η Ελλάδα είναι 67η ανάμεσα σε 190 χώρες.
«Είναι εφικτή η ανάπτυξη 2,5%; Πιθανόν ναι, αλλά η βασική ερώτηση είναι αν αυτή είναι βιώσιμη, σε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης», επισημαίνει ο Βολφγκάνγκο Πίκολι. «Εχουν κάνει πολλές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αλλά κανένας δεν επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη, αλλά στην περικοπή δαπανών, τις ιδιωτικοποιήσεις και τη μεταρρύθμιση των συντάξεων. Τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση μιλούν για το ίδιο παλιό μείγμα μείωσης φόρων, κίνητρα για τομείς όπως ο τουρισμός και την ελπίδα ότι η Ευρώπη θα παραχωρήσει περισσότερα. Η οικονομία είναι ακόμη πολύ εύθραυστη», προσθέτει.
Ακόμη κι αν το 2018 φέρει μία αβέβαιη ανάκαμψη, θα περάσει πολύ καιρός προτού οι Ελληνες ανακτήσουν το επίπεδο ζωής που απολάμβαναν πριν από την κρίση, καταλήγει το δημοσίευμα. «Οι Ελληνες δεν θα φτάσουν στο επίπεδο ευημερίας που είχαν το 2009 πριν από το 2025 ή το 2030», σχολιάζει ο Παναγιώτης Πετράκης, καθηγητής Οικονομικών του ΕΚΠΑ. «Κάθε χρόνο αισθανόμαστε λίγο καλύτερα, αλλά η ανάκαμψη θα είναι πάρα πολύ αργή. Πιστεύω ότι οι περισσότεροι Ελληνες παραμένουν αρκετά απαισιόδοξοι», προσθέτει.