Η Ελλάδα ενδεχομένως θα κατορθώσει να ολοκληρώσει φέτος το τρέχον Μνημόνιο, όμως ένα προληπτικό νέο πρόγραμμα στήριξης ή έστω μία φάση «ενισχυμένης» εποπτείας μπορεί να αποδειχτούν κρίσιμης σημασίας στη μετά-μνημονιακή περίοδο, σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις της τράπεζας HSBC.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας για την Ευρώπη, Φάμπιο Μπαλμπόνι, επισήμανε πως μία «καθαρή» έξοδος από το Μνημόνιο μπορεί να είναι εφικτή, τουλάχιστον για ένα διάστημα.
Παρά ταύτα, τόνισε πως χωρίς κάποιο είδος μετα-μνημονιακής στήριξης τα ελληνικά ομόλογα ίσως καταστούν μη αποδεκτά στις πράξεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, εξέλιξη που θα περιόριζε την πρόσβαση των τραπεζών στη ρευστότητα του Ευρωσυστήματος.
Ο κ. Μπαλμπόνι υπογράμμισε ότι η Ελλάδα απέχει ακόμα από την αναβάθμιση του αξιόχρεού της σε επίπεδο επένδυσης, και συνεπώς τα ελληνικά ομόλογα χρειάζονται σταθερά την «κάλυψη» του Μνημονίου ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την άντληση ρευστότητας από την Ευρωτράπεζα.
Η τοποθέτηση της HSBC εν πολλοίς συμπίπτει με τα επιχειρήματα που διατύπωσε στα τέλη Δεκεμβρίου η Τράπεζα της Ελλάδας, η οποία προέτρεψε την κυβέρνηση να εξετάσει το ενδεχόμενο προληπτικού προγράμματος ώστε να προστατευθεί η συμμετοχή των ελληνικών τίτλων στις πράξεις της ΕΚΤ και να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη χρηματοδότηση της χώρας.
Όσον αφορά το χρέος, ο κ. Μπαλμπόνι εμφανίστηκε απαισιόδοξος για τυχόν ένταξη των ελληνικών ομολόγων στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, η οποία θα μπορούσε να μειώσει περαιτέρω το κόστος δανεισμού της χώρας μας.
Η συμμετοχή στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το εάν οι ευρωπαίοι εταίροι θα δεχτούν αξιόλογη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, σημειώνει η HSBC, σημειώνοντας επίσης πως χωρίς βαθιά ελάφρυνση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δύσκολα θα κρίνει βιώσιμο το δημόσιο χρέος.
Ο κ. Μπαλμπόνι προειδοποίησε μάλιστα ότι με δεδομένους τους υψηλούς δημοσιονομικούς στόχους που έχουν συμφωνηθεί για τα επόμενα χρόνια, το χρέος ενδέχεται να μην σταθεροποιηθεί, καθώς σε βάθος χρόνου τα φθηνά δάνεια στήριξης θα αρχίσουν να αντικαθίστανται από τους πιο ακριβούς τόκους ομολόγων που θα έχουν πουληθεί στις αγορές.