Ο ατμός των ηλεκτρονικών τσιγάρων φαίνεται να βοηθά τα βακτήρια που προκαλούν πνευμονία, να προσκολληθούν στα κύτταρα των πνευμόνων, σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο European Respiratory Journal.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Δρ Τζόναθαν Γκριγκ, καθηγητή Παιδιατρικής Πνευμονολογίας και Περιβαλλοντικής Υγείας στο Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, έκαναν πειράματα σε κύτταρα, ποντίκια και ανθρώπους. Όπως διαπίστωσαν, ο ατμός των ηλεκτρονικών τσιγάρων έχει παρόμοια επίδραση με επιπτώσεις του συμβατικού τσιγάρου ή τα μικροσωματίδια από την ατμοσφαιρική ρύπανση, αυξάνοντας την επιρρέπεια στις πνευμονικές λοιμώξεις από βακτήρια του πνευμονιόκοκκου.
«Η μελέτη δείχνει ότι το άτμισμα, ειδικά μακροπρόθεσμα, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο βακτηριακής πνευμονικής λοίμωξης», σχολιάζει ο Δρ Γκριγκ και εξηγεί ότι «τα βακτήρια του πνευμονιόκοκκου ενυπάρχουν στους αεραγωγούς των πνευμόνων χωρίς να προκαλούν νοσηρότητα. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να εισβάλλουν στα κύτταρα προκαλώντας πνευμονία ή σηψαιμία. Γνωρίζουμε ότι η έκθεση στο κλασσικό τσιγάρο βοηθά τα βακτήρια να προσκολληθούν στα κύτταρα των αεραγωγών, αυξάνοντας τον κίνδυνο λοίμωξης. Θελήσαμε λοιπόν να δούμε αν ισχύει το ίδιο και με το άτμισμα».
Οι ερευνητές μελέτησαν τις επιπτώσεις του ατμού των ηλεκτρονικών τσιγάρων σε ένα μόριο που παράγουν τα κύτταρα που αποικίζουν τους αεραγωγούς, τον υποδοχέα του παράγοντα ενεργοποίησης αιμοπεταλίων (PAFR). Προηγούμενες μελέτες του Δρ Γκριγκ είχαν δείξει ότι τα βακτήρια του πνευμονιόκοκκου χρησιμοποιούν τον PAFR για να κολλήσουν στα κύτταρα των αεραγωγών, αυξάνοντας έτσι την ικανότητά τους να εισβάλλουν στους ιστούς του σώματος και να προκαλούν νοσηρότητα. Έρευνες έχουν δείξει επίσης ότι τα επίπεδα του PAFR αυξάνονται εις ανταπόκριση του ενεργητικού και παθητικού καπνίσματος και της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Στην παρούσα μελέτη ο Δρ Γκριγκ και οι συνεργάτες του μελέτησαν κύτταρα από τα ρινικά τοιχώματα ανθρώπων, σε εργαστηριακές συνθήκες. Τα εξέθεσαν σε ατμό ηλεκτρονικού τσιγάρου, που περιείχαν νικοτίνη ή όχι, και τα συνέκριναν με κύτταρα που δεν είχαν εκτεθεί σε ατμό. Αυτά που είχαν εκτεθεί στον ατμό, με νικοτίνη ή όχι, παρήγαγαν τριπλάσια επίπεδα PAFR. Όταν πρόσθεσαν πνευμονιοκοκκικά βακτήρια στα συγκεκριμένα κύτταρα αυτά, διπλασιάστηκε η ποσότητα των βακτηρίων που προσκολλήθηκαν στα κύτταρα των αεραγωγών.
Στο δεύτερο σκέλος της μελέτης, οι ερευνητές εξέθεσαν εργαστηριακά ποντίκια στον ατμό ηλεκτρονικού τσιγάρου και παρατήρησαν ότι ο εισπνεόμενος ατμός αύξανε επίσης τα επίπεδα του PAFR στα κύτταρα των αεραγωγών και αύξανε τον αριθμό των πνευμονιοκοκκικών βακτηρίων στον αναπνευστικό σωλήνα μετά τη λοίμωξη, καθιστώντας τα πειραματόζωα επιρρεπή στην πνευμονία.
Τελικά, οι επιστήμονες μελέτησαν τα επίπεδα του PAFR σε κύτταρα που συνέλεξαν από 17 άτομα. Οι δέκα ήταν τακτικοί χρήστες ηλεκτρονικού τσιγάρου με νικοτίνη, ένας χρησιμοποιούσε υγρό αναπλήρωσης χωρίς νικοτίνη και έξι δεν ήταν ατμιστές.
Τα επίπεδα του PAFR είχαν μετρηθεί πριν τη μελέτη και έπειτα όταν οι ατμιστές είχαν κληθεί να εισπνεύσουν τουλάχιστον δέκα φορές σε διάστημα πέντε λεπτών από το υγρό διάλυμα. Μια ώρα μετά, τα επίπεδα του PAFR στα κύτταρα των αεραγωγών είχαν τριπλασιαστεί.
«Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι το άτμισμα κάνει τους αεραγωγούς πιο επιρρεπείς στα βακτήρια. Και όταν ο ατμιστής εκτεθεί στον πνευμονιόκοκκο, τότε αυξάνεται ο κίνδυνος πνευμονίας», λέει ο Δρ Γκριγκ.
Η Μίνα Γκάγκα, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας και διευθύντρια της Πνευμονολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Σωτηρία» της Αθήνας, συμπληρώνει ότι «τα ηλεκτρονικά τσιγάρα είναι κάτι πολύ νέο ακόμα και δεν έχουμε αρκετά στοιχεία για το πως επηρεάζουν το σώμα. Μελέτες όπως αυτή μας προειδοποιούν για τους πιθανούς κινδύνους. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες του καπνίσματος δεν είναι άμεσα εμφανείς, συνήθως εκδηλώνονται μετά από χρόνια χρήσης προϊόντων καπνού, άρα πρέπει να μελετήσουμε περισσότερο το θέμα για να αποτιμήσουμε τις μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία».
Και ο Δρ Γκριγκ καταλήγει λέγοντας ότι «πολλοί πιστεύουν ότι το άτμισμα είναι ασφαλές, αλλά η μελέτη δείχνει ότι η εισπνοή του διαλύματος μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες στην υγεία. Αντίθετα, άλλα μέτρα διακοπής του καπνίσματος, όπως τα επιθέματα ή οι τσίχλες δεν είναι επιβαρυντικά για τα κύτταρα των αεραγωγών».