Μία τελευταία ευκαιρία να ρυθμίσουν τις οφειλές τους και να γλιτώσουν το σπίτι τους είτε από τον πλειστηριασμό είτε από την πώληση στα funds έχουν οι δανειολήπτες με «κόκκινα δάνεια». Με τους στόχους των τραπεζών για εκποίηση ακινήτων να γίνονται πιο απαιτητικοί ήδη από τον επόμενο μήνα και τις εποπτικές αρχές να πιέζουν για πιο […]
Μία τελευταία ευκαιρία να ρυθμίσουν τις οφειλές τους και να γλιτώσουν το σπίτι τους είτε από τον πλειστηριασμό είτε από την πώληση στα funds έχουν οι δανειολήπτες με «κόκκινα δάνεια».
Με τους στόχους των τραπεζών για εκποίηση ακινήτων να γίνονται πιο απαιτητικοί ήδη από τον επόμενο μήνα και τις εποπτικές αρχές να πιέζουν για πιο μαζικές πωλήσεις δανείων, ακόμη και στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο, τα περιθώρια για τους οφειλέτες στενεύουν.
Οπως αναφέρει ο Ελεύθερος Τύπος, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν φροντίσει να ανοίξουν περαιτέρω τη «βεντάλια» των ρυθμίσεων, που προτείνουν σε «κόκκινους» -πλην συνεργάσιμους- δανειολήπτες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε πρόσφατη έκθεσή της διαπίστωνε αυξημένη προσέλευση οφειλετών στα «γκισέ», προκειμένου να ρυθμίσουν τις οφειλές τους και, έτσι, να γλιτώσουν το ακίνητό τους από τον πλειστηριασμό, ενώ αύξηση των ρυθμίσεων κατέγραφαν και τα τελευταία στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος.
Ειδικότερα, στο 9μηνο του 2017 το σύνολο των ρυθμισμένων ανοιγμάτων ανήλθε σε 51,1 δισ. ευρώ, σημειώνοντας οριακή αύξηση κατά 0,8% σε σχέση με το τέλος του 2016. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές δε, μέσα σε μόλις ένα μήνα και συγκεκριμένα από τις 29 Νοεμβρίου έως και το τέλος Δεκεμβρίου του 2017 οι ρυθμίσεις των δανείων αυξήθηκαν κατά 20%.
Εκτός ρύθμισης, ωστόσο, εξακολουθεί να βρίσκεται το 54,3% των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων άνω των 90 ημερών, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα στεγαστικά ανέρχεται στο 49,9%, γεγονός που αναγκάζει τις τράπεζες να εντείνουν τις προσπάθειες τακτοποίησης του επίμαχου χαρτοφυλακίου.
«Οι μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις, οι οποίες, σύμφωνα με την ΤτΕ, έχουν αυξηθεί κατά 28% από τον Σεπτέμβριο του 2016 (+89% στο στεγαστικό), προσφέρονται για περίοδο μεγαλύτερη των δύο ετών και υποδεικνύουν λύσεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν ένα δανειολήπτη στη βιωσιμότητα και τελικά στην εξυπηρέτηση του δανείου του», τονίζουν νομικές πηγές, συμπληρώνοντας πως συνηθέστερη εφαρμογή είναι η μείωση του επιτοκίου, η παράταση της διάρκειας αποπληρωμής του χρέους ή η μερική διαγραφή της οφειλής.