Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που οδηγούν σε δήμευση των εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών είναι μονόδρομος, επισημαίνει το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, εάν και εφόσον είναι όπως αναφέρουν οι δημοσιογραφικές πληροφορίες, αποτελεί δικαίωση όλων όσων επισημάναμε εξ’ αρχής, ότι η επιβολή των συγκεκριμένων ασφαλιστικών εισφορών είναι στην ουσία δήμευση των […]
Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που οδηγούν σε δήμευση των εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών είναι μονόδρομος, επισημαίνει το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδας.
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, εάν και εφόσον είναι όπως αναφέρουν οι δημοσιογραφικές πληροφορίες, αποτελεί δικαίωση όλων όσων επισημάναμε εξ’ αρχής, ότι η επιβολή των συγκεκριμένων ασφαλιστικών εισφορών είναι στην ουσία δήμευση των εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών και όχι λύση στο πρόβλημα του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας, αναφέρει σε σχετική δήλωσή του ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου, Κωνσταντίνος Κόλλιας.
Διπλές εισφορές για τους ελεύθερους επαγγελματίες
«Ουδείς μπορεί να επιβιώσει και να επιχειρήσει στην Ελλάδα, όταν οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές φτάνουν στο 70% των κερδών του, από τη στιγμή, μάλιστα, που οι παροχές προς τον ασφαλισμένο δεν είναι ανταποδοτικές των εισφορών, που καταβάλλει, σημειώνει και προσθέτει:
Το διάστημα, κατά το οποίο εφαρμόζεται το συγκεκριμένο μέτρο, έχουν καταγραφεί προβλήματα, τα οποία – δυστυχώς – έχουν επαληθεύσει τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις μας:
Η σημαντική μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών για το 2016 είναι απόρροια και του γεγονότος ότι οι ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται ως ποσοστό επί των καθαρών κερδών των υπόχρεων. Έτσι, η παραοικονομία έχει διογκωθεί, αφού καταγράφονται φαινόμενα αύξησης της συναλλαγής με τους πελάτες τους κάτω από το τραπέζι.
«Βόμβα» από το ΣτΕ για τον νόμο Κατρούγκαλου και τον ΕΦΚΑ
Επιπλέον, αυξήθηκε κατακόρυφα ο αριθμός των ελεύθερων επαγγελματιών, που έχουν αναγκαστεί να διακόψουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα, από τη στιγμή που ψηφίστηκε ο Νόμος Κατρούγκαλου.
Τέλος, ενισχύθηκε το αίσθημα της αδικίας για τους συνεπείς ελεύθερους επαγγελματίες, που δηλώνουν όλα τους τα εισοδήματα.
Η λύση είναι αυτή, που είχαμε επισημάνει εξ αρχής, και είναι μονόδρομος:
Η δραστική μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, που καλούνται να πληρώσουν κάθε μήνα οι ελεύθεροι επαγγελματίες.
Σε καμία περίπτωση, οι εισφορές και οι φόροι δεν πρέπει να ξεπερνούν το 50% του καθαρού εισοδήματος του ελεύθερου επαγγελματία, ανεξαρτήτως εισοδήματος.
«Πυρά» Πολάκη για τα τελευταία δημοσιεύματα
Η πρόταση του ΟΕΕ
Η πρόταση του ΟΕΕ για το σύνολο του ασφαλιστικού συστήματος, όπως αυτή έχει καταρτιστεί από ειδική επιστημονική επιτροπή, προβλέπει, μεταξύ άλλων:
Τρία Ταμεία Κύριας Ασφάλισης: Μισθωτών, Ελεύθερων Επαγγελματιών και Αγροτών καθώς και ένα ταμείο επικούρησης και εφάπαξ με δύο αυτοτελείς κλάδους.
Έναν μεικτό τρόπο υπολογισμού των εισφορών, που να λαμβάνει υπόψη όχι μονό τα χρόνια ασφάλισης, ούτε μόνο το εισόδημα, αλλά και τις δυο αυτές παραμέτρους.
Το σύνολο των φόρων και εισφορών που καταβάλει ο ελεύθερος επαγγελματίας δεν θα πρέπει να ξεπερνά ένα συγκεκριμένο ποσοστό του καθαρού εισοδήματός του (50%), το οποίο του διασφαλίζει την αποπληρωμή και των υπολοίπων υποχρεώσεών του (π.χ. δάνεια), την βιωσιμότητα της δραστηριότητας του, αλλά και την κάλυψη τουλάχιστον του ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης.
Το διανεμητικό χαρακτήρα, που πρέπει να έχει το ασφαλιστικό σύστημα, με διευρυμένα χαρακτηριστικά διαγενεακής και κοινωνικής αλληλεγγύης, όπως ισχύει στην συντριπτική πλειοψηφία των κρατών – μελών της Ευρωζώνης
Τη μακροχρόνια βιωσιμότητά του, η οποία μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την άμεση εκπόνηση αναλογιστικής μελέτης, με την συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών (κοινωνικοί φορείς, επιμελητήρια κλπ.), η οποία θα ποσοτικοποιεί πλήρως τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και θα οδηγεί σε εύρεση της βέλτιστης επιλογής.
Τη διατήρηση των ποσοστών αναπλήρωσης σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να μην υφίστανται τόσο οι νέοι όσο και οι παλαιοί εργαζόμενοι σημαντική μείωση του βιοτικού τους επιπέδου εξερχόμενοι από την αγορά εργασίας και εισερχόμενοι στο συνταξιοδοτικό βίο.