Σε αγώνα δρόμου για πώληση των «κόκκινων» δανείων τους έχουν επιδοθεί οι τράπεζες προκειμένου να πετύχουν τους στόχους που έχουν τεθεί από τον SSM για την απομείωση των ληξιπρόθεσμων δανείων που βαραίνουν τα χαρτοφυλάκια τους. Ο SSM ενημέρωσε τις τράπεζες ότι θα πρέπει να κινηθούν με στόχο τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κάτω από […]
Σε αγώνα δρόμου για πώληση των «κόκκινων» δανείων τους έχουν επιδοθεί οι τράπεζες προκειμένου να πετύχουν τους στόχους που έχουν τεθεί από τον SSM για την απομείωση των ληξιπρόθεσμων δανείων που βαραίνουν τα χαρτοφυλάκια τους.
Ο SSM ενημέρωσε τις τράπεζες ότι θα πρέπει να κινηθούν με στόχο τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κάτω από το 20% μέχρι το 2021. Έτσι, οι τράπεζες μέσα στο τρέχον έτος επιταχύνουν τις πωλήσεις κόκκινων δανείων.
Οι αυστηρές συστάσεις από τον SSM για το μείγμα στρατηγικής που θα πρέπει να ακολουθήσουν οι ελληνικές τράπεζες και το οποίο δεν συνδυάζει μεγάλο ποσοστό διαγραφών καθώς και το ενδεχόμενο μιας πιο φιλόδοξης αναθεώρησης των στόχων τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, κάνει τις διοικήσεις να ανεβάζουν ταχύτητα.
Υπενθυμίζεται πως ο στόχος για τον Δεκέμβριο του 2019 είναι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα να έχουν μειωθεί στο 35,2% των συνολικών ανοιγμάτων των τραπεζών, την ώρα που το 2017 ήταν στο 50,6% (64,6 από 101,8 δισ. ευρώ).
Οι τράπεζες θα εντείνουν το επόμενο διάστημα τις πωλήσεις «κόκκινων» δανείων, όσο το επιτρέπει η κερδοφορία τους, ευελπιστώντας σε μείωση των NPEs ακόμη και κάτω των 60 δισ. ευρώ στα τέλη του 2019.
Άλλωστε και η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2017-2018 αναφέρει ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για τις τράπεζες και σημειώνει ότι το 2017 μειώθηκαν κατά 10% στα 94,4 δισ. ευρώ κυρίως λόγω διαγραφών (6,5 δισ.) και λιγότερο λόγω πωλήσεων (3,6 δισ.).
Guardian: Κανείς δεν πιστεύει ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει
Τι συζητείται
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, το θέμα των πρόσθετων προβλέψεων στα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται συζητείται έντονα το τελευταίο διάστημα στα ευρωπαϊκά κέντρα αποφάσεων, τα οποία έχουν ανακοινώσει ήδη την αύξηση των προβλέψεων για τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Πρόκειται για τα δάνεια που καθίστανται μη εξυπηρετούμενα από την 1η Απριλίου 2018 και εφεξής.
Το θέμα των πρόσθετων προβλέψεων είχε αρχίσει να συζητείται σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη το τελευταίο τρίμηνο του 2017, και τον Μάρτιο του 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε την πρότασή της. Η πρόταση αυτή ανέφερε ότι πλέον οι τράπεζες θα πρέπει να λαμβάνουν προβλέψεις στο 100% των δανείων που θα χορηγούν εντός δύο ετών για κάθε νέο δάνειο χωρίς εξασφαλίσεις (καταναλωτικά) που καθίσταται μη εξυπηρετούμενο.
Στην περίπτωση των δανείων με εξασφαλίσεις (στεγαστικά, επιχειρηματικά με εξασφαλίσεις σε ακίνητα) που θα καθίστανται μη εξυπηρετούμενα, οι τράπεζες θα έχουν περιθώριο έως οκτώ χρόνια για να λαμβάνουν προβλέψεις.
Παράλληλα, η πρόταση της Κομισιόν προβλέπει και τη δημιουργία ελάχιστων επιπέδων κεφαλαίων που θα πρέπει να έχει η τράπεζα για να καλύψει ζημίες δανείων τα οποία στο μέλλον μπορεί να καταστούν μη εξυπηρετούμενα. Αν μια τράπεζα δεν έχει τα ελάχιστα διαθέσιμα για τον σκοπό αυτό, τότε θα γίνονται μειώσεις από τα δικά της κεφάλαια, σύμφωνα με το “Κ”.
«Αβάσταχτες» οι πιστωτικές, παρά τις ευκαιρίες των τραπεζών
Από την πλευρά της, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είχε εμφανιστεί πιο σκληρή, θέτοντας στην επταετία το όριο για την εξολοκλήρου κάλυψη από προβλέψεις των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων με εξασφαλίσεις. Ωστόσο, έκανε ένα βήμα πίσω, “παγώνοντας” τα σχέδιά της για άμεση επιβολή νέων κανόνων, με ισχύ μάλιστα και στα υφιστάμενα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αναγνωρίζοντας ότι η διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου ανήκει στην αρμοδιότητα της Κομισιόν.
Το νέο πλαίσιο θα ενσωματωθεί υποχρεωτικά στη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (SREP) από το 2021. Στα δεδομένα αυτά, η ΕΚΤ φέρεται να επιθυμεί να προσθέσει πλέον και τα υφιστάμενα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ζητώντας από τις τράπεζες έναν αντίστοιχο “μηχανισμό” (100% κάλυψη από προβλέψεις αναλόγως στη 2ετία ή στην 7ετία) για το στοκ των NPLs τους.
Για τις τράπεζες με υψηλό απόθεμα NPLs, όπως είναι κατεξοχήν οι ελληνικές, η προοπτική αυτή δυσκολεύει περαιτέρω τους χειρισμούς για τη μείωση των “κόκκινων” δανείων με διατήρηση κεφαλαιακών “ισορροπιών”.
Ειδικά από τη στιγμή που δάνεια ύψους 30 δισ. ευρώ θεωρούνται από τις τράπεζες ως αβέβαιης είσπραξης, κάτι που σημαίνει ότι τα δάνεια αυτά θα εμφανιστούν ως μη εξυπηρετούμενα φέτος και του χρόνου. Σημειώνεται ότι τα θεωρούμενα ως αβέβαιης είσπραξης δάνεια περιλαμβάνουν ως επί το πλείστον δάνεια που έχουν ρυθμιστεί, αλλά έγιναν εκ νέου “κόκκινα”.