Η άποψη ότι η καφεΐνη έχει λιποδιαλυτική δράση και μπορεί να αποτελέσει ισχυρό σύμμαχο στην προσπάθεια απώλειας βάρους, είναι ευρέως διαδεδομένη, είναι όμως αλήθεια; Σύμφωνα με τα ευρήματα νέας μελέτης, αν προσπαθείτε να ελέγξετε το βάρος σας δεν πρέπει να βασίζεστε στην καφεΐνη, καθώς δεν προκαλεί ούτε καταστολή της όρεξης ούτε απώλεια βάρους. Η μελέτη […]
Η άποψη ότι η καφεΐνη έχει λιποδιαλυτική δράση και μπορεί να αποτελέσει ισχυρό σύμμαχο στην προσπάθεια απώλειας βάρους, είναι ευρέως διαδεδομένη, είναι όμως αλήθεια;
Σύμφωνα με τα ευρήματα νέας μελέτης, αν προσπαθείτε να ελέγξετε το βάρος σας δεν πρέπει να βασίζεστε στην καφεΐνη, καθώς δεν προκαλεί ούτε καταστολή της όρεξης ούτε απώλεια βάρους.
Η μελέτη περιλάμβανε 50 υγιείς ενήλικες ηλικίας 18 έως 50 ετών. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όταν οι εθελοντές έπιναν χυμό στον οποίο είχε προστεθεί μικρή ποσότητα καφεΐνης (όση περιέχεται σε περίπου 120ml καφέ), έτρωγαν περίπου 10% λιγότερο από ένα μπουφέ πρωινού (περίπου 70 θερμίδες λιγότερο), συγκριτικά με όταν δεν λάμβαναν καθόλου καφεΐνη.
Ωστόσο, η μειωμένη κατανάλωση φαγητού δεν συνεχιζόταν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και οι συμμετέχοντες έτρωγαν περισσότερο αργότερα μέσα στην ημέρα προκειμένου να αναπληρώσουν το λιτό πρωινό.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν επίσης ότι η καφεΐνη δεν επηρέασε την όρεξη των συμμετεχόντων και ότι ο δείκτης μάζας σώματος δεν είχε επίδραση στον τρόπο που η καφεΐνη επηρέαζε την όρεξη ή στην ποσότητα του φαγητού που κατανάλωναν οι συμμετέχοντες.
«Η καφεΐνη προστίθεται συχνά σε διαιτητικά συμπληρώματα για την καταστολή της όρεξης και την ενίσχυση της απώλειας βάρους», δήλωσε η ερευνήτρια Leah Panek-Shirley, επίκουρη καθηγήτρια στο τμήμα άσκησης και διατροφικών επιστημών στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
«Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι η καφεΐνη επιταχύνει τον μεταβολισμό ή επηρεάζει τις χημικές ουσίες του εγκεφάλου που καταστέλλουν την όρεξη. Επιπλέον, επιδημιολογικά στοιχεία υποδεικνύουν ότι όσοι καταναλώνουν τακτικά καφεΐνη έχουν χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος από αυτούς που δεν το κάνουν», ανέφερε η Panek-Shirley.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of the Academy of Nutrition and Dietetics.
Διαβάστε ακόμα: