Είναι πλέον επιβεβαιωμένο ότι η μαύρη σοκολάτα με περιεκτικότητα 70% σε κακάο έχει θετική επίδραση στο στρες, στα επίπεδα φλεγμονής, στη διάθεση, στη μνήμη και στην ανοσία έναντι πολλών ασθενειών. Σύμφωνα με μελέτες που παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο ετήσιο συνέδριο Πειραματικής Βιολογίας της Αμερικανικής Εταιρείας για τη Φαρμακολογία και την Πειραματική Θεραπευτική στο Σαν Ντιέγκο, η […]
Είναι πλέον επιβεβαιωμένο ότι η μαύρη σοκολάτα με περιεκτικότητα 70% σε κακάο έχει θετική επίδραση στο στρες, στα επίπεδα φλεγμονής, στη διάθεση, στη μνήμη και στην ανοσία έναντι πολλών ασθενειών.
Σύμφωνα με μελέτες που παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο ετήσιο συνέδριο Πειραματικής Βιολογίας της Αμερικανικής Εταιρείας για τη Φαρμακολογία και την Πειραματική Θεραπευτική στο Σαν Ντιέγκο, η μαύρη σοκολάτα ωφελεί τη λειτουργία της καρδιάς και του εγκεφάλου.
Η κατανάλωση σοκολάτας με μέτρο σχετίζεται με σημαντικά μειωμένο κίνδυνο διάγνωσης κολπικής μαρμαρυγής, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Heart.
Ερευνητές του Τμήματος Επιδημιολογίας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, ανέλυσαν στοιχεία για 55.500 άτομα 50 έως 64 ετών, συσχετίζοντας την κατάσταση της υγείας τους με τη διατροφή τους και άλλους παράγοντες. Σε διάστημα 13,5 ετών διαγνώστηκαν 3.346 περιπτώσεις κολπικής μαρμαρυγής, της συχνότερης καρδιακής αρρυθμίας.
Από την επεξεργασία των δεδομένων προέκυψε ότι όσο περισσότερη σοκολάτα έτρωγε κανείς τόσο μειωνόταν η πιθανότητα να διαγνωστεί με κολπική μαρμαρυγή. Για την κατανάλωση δύο έως έξι μερίδων την εβδομάδα, ο κίνδυνος ήταν κατά μέσο όρο 20% μικρότερος, για μία μερίδα την εβδομάδα ήταν 17% μικρότερος, ενώ για μία έως τρεις μερίδες τον μήνα η μείωση του κινδύνου ήταν 10%. Ως μερίδα θεωρήθηκαν τα 30 γραμμάρια περίπου.
Όσοι τρώνε 100 γραμμάρια σοκολάτα καθημερινά, αντιμετωπίζουν μικρότερο κίνδυνο για καρδιαγγειακό επεισόδιο, όπως έμφραγμα και εγκεφαλικό, σύμφωνα με μια βρετανική επιστημονική έρευνα. Επιστήμονες, πραγματοποίησαν μετα-ανάλυση οκτώ μελετών για τη σχέση σοκολάτας και καρδιαγγειακών παθήσεων. Στις μελέτες αυτές έλαβαν μέρος περίπου 158 χιλιάδες άτομα και κάλυπταν μια περίοδο 12 ετών κατά μέσο όρο.
Περίπου το 20% των συμμετεχόντων ανέφεραν ότι δεν έτρωγαν καθόλου σοκολάτα. Μεταξύ των υπολοίπων, η μέση ημερήσια κατανάλωση ήταν επτά γραμμάρια, ενώ μερικοί έτρωγαν έως 100 γραμμάρια τη μέρα. Η ανάλυση έδειξε ότι αυτή η τελευταία ομάδα, που έτρωγε την περισσότερη σοκολάτα, αποτελούνταν κυρίως από νεότερα άτομα, με μικρότερο βάρος, μικρότερη αρτηριακή πίεση και λιγότερες πρωτεΐνες λόγω φλεγμονής, ενώ παράλληλα τα άτομα αυτά ασκούνταν περισσότερο – πρόκειται για παράγοντες που στο σύνολό τους μειώνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Οι υπολογισμοί έδειξαν ότι, σε σχέση με όσους δεν έτρωγαν καθόλου σοκολάτα, όσοι έτρωγαν πολλή, κινδύνευαν κατά 11% λιγότερο από καρδιαγγειακή νόσο, κατά 25% λιγότερο από θάνατο λόγω καρδιαγγειακού επεισοδίου και κατά 23% λιγότερο από εγκεφαλικό.