Σε αυξημένη επαγρύπνηση βρίσκεται η Διώξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, καθώς το κακόβουλο λογισμικό “Dharma” έφτασε και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, το κακόβουλο λογισμικό μολύνει τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές με δύο, κυρίως, τρόπους: Μέσω e-mails που εμπεριέχουν κακόβουλα επισυναπτόμενα αρχεία και μέσω επισφαλών ή «μολυσμένων» ιστοσελίδων. Ως προς τα κακόβουλα αρχεία, πρόκειται συνήθως για […]
Σε αυξημένη επαγρύπνηση βρίσκεται η Διώξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, καθώς το κακόβουλο λογισμικό “Dharma” έφτασε και στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, το κακόβουλο λογισμικό μολύνει τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές με δύο, κυρίως, τρόπους: Μέσω e-mails που εμπεριέχουν κακόβουλα επισυναπτόμενα αρχεία και μέσω επισφαλών ή «μολυσμένων» ιστοσελίδων.
Ως προς τα κακόβουλα αρχεία, πρόκειται συνήθως για αρχεία τύπου .docx και .pdf, στα οποία έχουν ενσωματωθεί κακόβουλες μακροεντολές, που εκτελούνται κατά το άνοιγμά τους και εγκαθιστούν το κακόβουλο λογισμικό στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Μετά την εγκατάστασή του στο λειτουργικό σύστημα, το ransomware κρυπτογραφεί – κλειδώνει ψηφιακά αρχεία, που είναι αποθηκευμένα στον ηλεκτρονικό υπολογιστή του χρήστη που έχει μολυνθεί
Για να ξεκλειδωθούν τα μολυσμένα αρχεία ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή, ζητείται η καταβολή χρηματικού ποσού, με τη χρήση του ψηφιακού νομίσματος Bitcoin ως «λύτρα», σε διαφορετική περίπτωση καθίστανται απροσπέλαστα για το χρήστη τους.
Όπως επισημαίνει η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, το συγκεκριμένο κακόβουλο λογισμικό έχει τη δυνατότητα να αυτοδιαδίδεται μέσω του τοπικού δικτύου και να κρυπτογραφεί τα αρχεία κάθε συστήματος στο οποίο αποκτά πρόσβαση.
Η δυνατότητα αυτή το καθιστά εξαιρετικά επικίνδυνο σε εταιρικά δίκτυα όπου η διάδοση μπορεί να είναι ραγδαία.