Εξήντα χρόνια στο θέατρο κλείνει η Μάρω Κοντού και γυρνώντας πίσω τον χρόνο μιλά για όλα στη Bovary.gr
«Δεν είναι από τα πράγματα που νοσταλγώ το σχολείο. Βιαζόμουν να το τελειώσω και να ασχοληθώ με τα δικά μου ενδιαφέροντα. Δεν ήμουν ιδιαίτερα καλή μαθήτρια, εκτός από τρία-τέσσερα μαθήματα που συνδέονται λίγο με την καριέρα μου. Ζωγραφική, έκθεση, γυμναστική -έκανα άλλωστε πολλά χρόνια ρυθμική, τέλειωσα σχολή χορού. Οπότε ανακουφίστηκα όταν αποφοίτησα.
Το θέατρο δεν το είχα σκεφτεί. Νομίζω είχα σκεφτεί τον χορό. Δεν μπήκα στη σκέψη του θεάτρου, το θέατρο μπήκε σε μένα. Τελειώνοντας τη σχολή Χορού της Κούλας Πράτσικα έπρεπε κάπου να εργαστώ. Πήρα μια υποτροφία για το εξωτερικό την οποία δεν μπορέσαμε να πραγματοποιήσουμε οικογενειακώς και οικονομικώς και έτσι βρήκα μια μέση λύση: Να πάω στον Χορό αρχαίας τραγωδίας του Εθνικού Θεάτρου».
Τα πράγματα για μένα ήρθαν φυσικά. Αντιδράσεις από το σπίτι μου δεν είχα πολλές. Τους δυσκόλεψαν κάπως οι επιλογές μου, αλλά δεν με εμπόδισαν. Αγάπησα πολύ αυτόν τον χώρο που εξυπηρετώ εξήντα χρόνια, από το 1958 που πήρα την άδειά μου».
«Η κομβική στιγμή ήταν όταν ο Δημήτρης Χορν έψαχνε μια νέα πρωταγωνίστρια. Είχε διαλυθεί η σχέση Χορν-Λαμπέτη και ζητούσε μία ηθοποιό σαν την Μελίνα νέα… Κάποιος με πρότεινε και εκείνος ζήτησε να με δει από κοντά. Στην αρχή δεν ήθελα, δεν ήμουν έτοιμη για κάτι τόσο μεγάλο. Ήμουν τότε περιοδεία με τον Ηλιόπουλο -ήταν χάρμα ο Ηλιόπουλος. Και ήρθε ο Χορν να με δει στην Πάτρα. Και μου είπε “την άλλη Τρίτη, πρόβα”… Πανικοβλήθηκα. Ο πανικός κράτησε μέχρι και την πρεμιέρα. Ήταν μοναδική η επαφή με τον Χορν, γιατί εκείνος ήταν μοναδικός.
Ήμουν πολύ τυχερή στην καριέρα μου. Χωρίς να κάνω κάτι, το ένα έφερνε το άλλο. Που το αποδίδω; Στο αστέρι του καθενός. Στο γραμμένο, στο τυχερό του. Τι έκανα εγώ; Η ευσυνειδησία μου υπάρχει σε όλα τα θέματα της ζωής μου. Όταν αναλαμβάνω κάτι πρέπει να το κάνω όσο πιο καλά μπορώ, όσο πιο σωστά.
Νομίζω ότι γεννήθηκα ανεξάρτητη. Μπορεί ασυνείδητα να με επηρέασε και το γεγονός ότι ήξερα από πολύ νέα ότι δεν θα κάνω παιδιά και δεν με απασχόλησε το θέμα. Ξέρει τελικά τι κάνει η φύση και σου δίνει αυτό που πραγματικά επιθυμείς. Τα λατρεύω τα παιδιά, αλλά δικά μου δεν έχω. Δεν μου λείπει όμως. Οταν έχεις ανήψια, όπως έχω εγώ από την αδελφή μου, τώρα είναι σαν να έχω και εγγόνια».
«Η πολιτική κι αυτή ήρθε και με βρήκε. Αρχικά ο Αβραμόπουλος για να πάω στον δήμο Αθηναίων, μετά ο Εβερτ για να πάω στη Νέα Δημοκρατία… Πίεση, πίεση, είπα να το δοκιμάσω κι αυτό. Η εμπειρία μου από τα δημοτικά ήταν πιο ήπια, πιο νορμάλ, πιο ουσιαστική. Η Βουλή μου άφησε την αίσθηση σαν να πήγα σε μια άλλη χώρα. Δεν μου έλειψε καθόλου μετά. Για να μην πω ότι το “έχω μετανοιώσει” -ήταν κι αυτό μια εμπειρία.
Λέω ότι οι επιτυχίες έχουν ένα όφελος, οι αποτυχίες μεγαλύτερο. Δεν θεωρώ αποτυχία το να θες να παίξεις ένα πράγμα και να μην έχει ανταπόκριση στον κόσμο. Είναι κάτι που σε βάζει σε σκέψη και στο τέλος έχεις ωφεληθεί. Μόνον μια παράσταση, ο μονόλογος “Δεσποινίς Μαργαρίτα”, είχε αποτυχία. Με προβλημάτισε θετικά. Αλλά δεν το έδεσα και κόμπο στον λαιμό μου…
«Έβλεπα τους παρτενέρ μου σαν αδέλφια μου… Το δικό μου ανδρικό πρότυπο ήταν εντελώς μακριά από έναν άνθρωπο που υποκρίνεται επί σκηνής, βάφεται, χτενίζεται. Έβλεπα τους άντρες ηθοποιούς ως μια κατηγορία ανδρών που απέχουν πολύ από το δικό μου, πιθανόν λανθασμένο, ένστικτο. Εμένα μου άρεσαν οι άντρες οι πιο μπρούτοι, χωρίς να τους ενδιαφέρει καθόλου η εξωτερική εμφάνιση. Δεν με ενδιέφερε να είναι αδύνατοι. Μ΄ άρεσε το μυαλό τους, το χιούμορ τους. Μια αντρίλα διαφορετική από την αντρίλα των ηθοποιών. Οι ηθοποιοί είναι πιο ευαίσθητοι, πιο πολύπλοκοι, γιατί αυτή είναι η τέχνη μας, πιο ιδιόρρυθμοι. Είχα την ψευδαίσθηση ότι ένας άντρας έξω από αυτόν τον χώρο είναι πιο κάθετος.
Ήμουν τόσο ερωτευμένη την εποχή που έπαιζα με τον Χορν -τον είχα λίγο σαν αδελφό μου, για να μην πω ότι ώρες-ώρες τον έβλεπα και σαν γιο μου, κι ας με πέρναγε τόσα χρόνια. Ήταν τόσο παιδικός μέσα του, τόσο τρυφερο-ανασφαλής, που σε έπιανε το μητρικό σου… Θυμάμαι ότι ξεκίνησα στον Χορν Οκτώβριο του ΄59 και Ιανουάριο του ΄60 παντρεύτηκα τον Αριστείδη Καρύδη-Φουκς, που ήταν και ο μεγάλος μου έρωτας και τελικά, η μεγάλη μου αγάπη. Γιατί και μετά τον χωρισμό ήμασταν φίλοι και στα τελευταία του χρόνια ήμουν κοντά του -ήταν άρρωστος, του στάθηκα. Χάρηκα που από τον έρωτα γύρισα στην αγάπη. Γιατί στον δεύτερο γάμο μου που ήταν μόνο ένας έρωτας, όταν έφυγε ο έρωτας δεν είχαμε καμία συγγένεια μεταξύ μας.
Ο Κωνσταντάρας ήταν ένας άνθρωπος που δεν μου άρεσε καθόλου σαν άντρας. Ήμασταν τελείως διαφορετικοί. Ήταν οξύθυμος, βωμολόχος, εγωκεντρικός. Αλλά μου άρεσε πολύ να παίζουμε μαζί, είχαμε μια επικοινωνία στο παίξιμο…»
«Με τον Χορν κρατήσαμε πάντα επαφή, ως το τέλος. Πηγαίναμε σπίτι του, καθόμασταν όλοι μαζί… Με την Μαίρη Χρονοπούλου ήμασταν φίλες, νέες, στο Εθνικό. Διατηρήσαμε επαφή, δεν τσακωθήκαμε ποτέ, αλλά οι δρόμοι μας ήταν εντελώς διαφορετικοί. Δεν συμφωνούσαμε και στα ιδιωτικά μας, είχε τελείως άλλη άποψη από μένα.
Νομίζω ότι δεν έβαλα νερό στο κρασί μου, πουθενά. Ίσως τώρα να βάζω λίγο. Θα μου άρεσε να έχω σταματήσει από το θέατρο πριν πέντε χρόνια. Δεν το έκανα γιατί τα οικονομικά μου δεν είναι τόσο καλά. Δεν ξέρω βέβαια αν θα το άντεχα, θεωρητικά το λέω. Είναι κίνητρο οι προτάσεις που έρχονται, αλλά θα ήθελα να έχω μια μεγαλύτερη οικονομική άνεση και να κάνω τα πράγματα που θέλω.
«Ένα πράγμα θα άλλαζα από τη ζωή μου. Ήμουν, είμαι και θα είμαι εξαιρετικά σπάταλη. Δεν επιτρέπεται σήμερα να λέω εγώ ότι χρειάζεται να δουλεύω. Τα μισά από τις ταινίες να είχα φυλάξει… Αλλά μου άρεσε να τα πετάω, να χαρίζω, να κάνω δώρα, να παίρνω λούσα, πολλά λούσα. Αυτό μόνο θα άλλαζα…
Ο μύθος της Αλίκης νομίζω ότι κρατάει. Θυμάμαι τον Χορν, όταν παίζαμε στο θέατρο το “Αλίμονο στους νέους” ήρθε ένα τσούρμο κοριτσόπουλα στο καμαρίνι του για αυτόγραφα. Ένα κορίτσι παίρνει το αυτόγραφο, το βάζει πάνω στην καρδιά της και του λέει: “Μόνον εσάς και την Αλίκη λατρεύω”… “Ποια Αλίκη, χρυσό μου”, τη ρωτάει ο Χορν. “Την Βουγιουκλάκη”, απαντά το κορίτσι. “Δεν την ξέρω πουλάκι μου” της είπε….. Το κοριτσάκι τα΄χασε, κι έφυγε… “Γιατί το κανες αυτό”, του είπα την επομένη. “Κι εγώ θέλω να γίνω Βουγιουκλάκη”. “Ευχή και κατάρα σου δίνω, μη γίνεις ποτέ λαϊκό είδωλο. Μπορείς να παίζεις μέχρι τα ογδόντα σου, αυτό θα πει ηθοποιός”. Να λοιπόν που είμαι ογδόντα plus και παίζω...