Μάνα δύο παιδιών δημοτικού, χωρισμένη και άνεργη. Μοναδικό της εισόδημα το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης, των 250 ευρώ.
«Έχουμε δυο μέρες να φάμε, έχετε τίποτα;»
Τα λόγια αυτά άκουσε από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, η εθελόντρια του Φωτεινού Αστεριού, Βάσω Νικολοπούλου
«Ναι, έχουμε. Έλα να πάρεις μακαρόνια, ρύζι και λάδι, να μαγειρέψεις στα παιδιά σου, πριν έρθουν από το σχολείο», η σωτήρια απάντηση.
«Το πρόβλημα δεν λύνεται, εάν δώσουμε εμείς λίγα μακαρόνια και ρύζι, που τα έχουμε από τις προσφορές του κόσμου», λέει η κ. η Βάσω Νικολοπούλου, και προσθέτει: «Δυστυχώς, ως κοινωνία έχουμε συνηθίσει στη φτώχεια. Έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε ανθρώπους μας δίπλα μας να πεινάνε».
Σήμερα από το Φωτεινό Αστέρι, εξυπηρετούνται περί τις 550 οικογένειας της Πάτρας, οικογένειες της διπλανής πόρτας που ζουν τον δικό τους Γολγοθά, της επιβίωσης.
«Υπάρχουν οικογένειες που σήμερα ζουν, δίπλα μας, σε άθλια κατάσταση. Άνθρωποι που ξεκινούν με τα πόδια από το Νέο Δρόμο ή τα Ζαρουχλέικα, για να πάνε στο συσσίτιο της Μητρόπολης ή του Δήμου, στο κέντρο της Πάτρας, να πάρουν τα φαγητά και να ξαναγυρίσουν με τα πόδια», εξηγεί η ίδια.
Συσσίτια που, όπως εξηγεί, δεν αρκούν, αφού αυτό της Μητρόπολης είναι μόνο το μεσημέρι και του Δήμου, μόνο καθημερινές. Και δεν είναι μόνο αυτό. Έχουμε φτάσει τέλη Οκτώβρη και το πρόγραμμα με το δωρεάν κολατσιό στα σχολεία, δεν έχει ξεκινήσει. Τι τρώνε τα παιδιά αυτά; Άλλα τίποτα, άλλα μια φέτα ψωμί, προσεκτικά τυλιγμένη σε αλουμινόχαρτο και άλλα μοιράζονται το κολατσιό με τους συμμαθητές τους.
«Μην επαναπαυόμαστε ότι δεν υπάρχει φτώχεια. Το ΚΕΑ, τα συσσίτια, το Ταμείο Ανεργίας, η Κοινωφελής Εργασία, δεν φτάνουν για να ζήσεις, αλλά για να πληρώσεις τα παλιά χρέη που έχουν δημιουργηθεί από την κρίση», τονίζει η Βάσω Νικολοπούλου και σημειώνει:
«Καθημερινά μας παίρνουν τηλέφωνο, για να μας ζητήσουν μια πάνα, ένα σακουλάκι ρύζι, λίγο λάδι. Η κατάσταση είναι απελπιστική».