Γράφει ο Γιάννης Ντσούνος
Τις τελευταίες εβδομάδες έχει αναπτυχθεί μια έντονη συζήτηση γύρω από την φημολογία ότι η ΝΔ ετοιμάζεται να καταθέσει εκ νέου πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης, όταν θα παρέλθουν οι έξι μήνες από την τελευταία παρόμοια πρόταση που κατατέθηκε το καλοκαίρι που μας πέρασε.
Η συζήτηση δεν έχει αναπτυχθεί τυχαία, αφού στο εσωτερικό της ΝΔ καταστρώνονται ήδη σχέδια για μια τέτοια κίνηση, η οποία αν έχει επιτυχή κατάληξη, θα οδηγήσει την κυβέρνηση σε πτώση και την χώρα σε πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Ωστόσο, μια τέτοια κίνηση δεν μπορεί να γίνει, αν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις τόσο σε επίπεδο συμμαχιών, όσο και στο λεγόμενο «timing», αλλιώς θα έχει την τύχη της προηγούμενης δηλαδή της λήψης ψήφου εμπιστοσύνης της κυβέρνησης από την Βουλή. Στην ΝΔ γνωρίζουν πολύ καλά ότι η πρόταση δυσπιστίας θα πρέπει να κατατεθεί για το μείζον θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών, γεγονός που σημαίνει ότι χρονικά δεν μπορεί να γίνει πριν το τέλος των διαδικασιών στην γειτονική χώρα και πριν η συμφωνία πάρει τον δρόμο για το ελληνικό κοινοβούλιο.
Επομένως και παρά το γεγονός ότι το εξάμηνο από την προηγούμενη πρόταση μομφής ολοκληρώνεται στις αρχές του έτους, η έλευση της συμφωνίας στην ελληνική βουλή μπορεί να καθυστερήσει ακόμη μερικούς μήνες, δίνοντας έτσι επιπλέον πολιτικό χρόνο στην κυβέρνηση. Μέχρι τότε όμως η πολιτική συγκυρία μπορεί να έχει αλλάξει και κάποιο άλλο πολιτικό γεγονός να ευνοεί την κατάθεση μιας τέτοιας πρότασης.
Επιπλέον, μια πρόταση μομφής είναι ιδιαιτέρως δύσκολο να κατατεθεί ενόψει της έναρξης της προεκλογικής περιόδου των αυτοδιοικητικών εκλογών που θα διεξαχθούν τον Μάιο. Επομένως στη ΝΔ γνωρίζουν ότι χρονικό διάστημα που απομένει είναι ουσιαστικά το πρώτο τρίμηνο του νέου έτους.
Από εκεί και πέρα, για να έχει επιτυχή κατάληξη για την αξιωματική αντιπολίτευση η πρόταση αυτή και να υπερψηφιστεί, δεν αρκούν μόνο οι ψήφοι της ΝΔ, αλλά και των βουλευτών άλλων κομμάτων ή και του συνόλου των βουλευτών που έχουν ανεξαρτητοποιηθεί. Σε αυτό το σημείο, ωστόσο, παρατηρούνται και οι περισσότερες «πρακτικές», αλλά και πολιτικές δυσκολίες.
Αρχικά οι ανεξάρτητοι βουλευτές που απαντούν στον αριθμό δέκα δεν τάσσονται όλοι κατά της συμφωνίας των Πρεσπών και επομένως μια πρόταση μομφής γι’ αυτόν τον λόγο δεν θα υπερψηφιστεί από όλους. Και μπορεί οι περισσότεροι να επιθυμούν την πτώση της κυβέρνησης, αλλά έχουν εκφραστεί με θετικά λόγια για την διευθέτηση του ονοματολογικού ζητήματος της ΠΓΔΜ.
Παρόμοια είναι και η στάση βουλευτών που δεν είναι ανεξάρτητοι, όπως κάποιοι από το Ποτάμι, που από την μια επιθυμούν την εύρεση λύσης με τα Σκόπια, από την άλλη όμως δεν θα επιθυμούν να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση μέσω μια τέτοιας ψηφοφορίας. Το ίδιο δίλημμα εκτιμάται από πηγές της Πειραιώς ότι υπάρχει και στους κόλπους του ΚΙΝΑΛ, όπου αρκετοί βουλευτές ενδεχομένως να υπερψήφιζαν την συμφωνία κόντρα στην κομματική γραμμή.
Στους Ανεξάρτητους Έλληνες, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην Alpha freepress κορυφαίο γαλάζιο στέλεχος, «για τον μόνο που μπορεί κανείς να είναι σίγουρος τι θα ψηφίσει είναι ο Πάνος Καμμένος και ουδείς άλλος».
Σύμμαχος στην μη ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών εμφανίζεται και ο πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων Βασίλης Λεβέντης, του οποίου όμως το κόμμα φυλλορροεί και επιπλέον ο ίδιος έχει δηλώσει ότι «δεν πρέπει να κάνουμε το χατίρι του Κυριάκου Μητσοτάκη».
Γι’ αυτούς τους λόγους υπάρχουν φωνές στο εσωτερικό της ΝΔ που αναφέρουν ότι μια ενδεχόμενη κατάθεση πρότασης μομφής πρέπει να διαχωριστεί ενδεχομένως από την συμφωνία των Πρεσπών, αφού η κυβέρνηση θα σπεύσει να μετατρέψει τη συγκεκριμένη ψηφοφορία σε πρόταση εμπιστοσύνης προς την ίδια.
Στην Πειραιώς εξετάζουν όλα τα πιθανά σενάρια τόσο ως προς τον χρόνο κατάθεσης της πρότασης, όσο και των πολιτικών ισορροπιών, που θα έχουν διαμορφωθεί στο κοινοβούλιο έως εκείνη την χρονική στιγμή. Εξετάζουν και το σενάριο αποχώρησης του Πάνου Καμμένου από τον κυβερνητικό συνασπισμό, που διαφοροποιεί κοινοβουλευτικά τα νούμερα για την υπερψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών.
Ωστόσο, όλοι αναμένουν την ψήφιση του προϋπολογισμού σε λίγες εβδομάδες από τώρα, καθώς είναι μια ψηφοφορία, στην οποία ενδέχεται η κυβερνητική πλειοψηφία να μετρήσει απώλειες.
Αν κάτι τέτοιο συμβεί, τότε η πρόταση δυσπιστίας έρχεται πιο κοντά χρονικά και με περισσότερες πιθανότητες να υπερψηφιστεί.