Το μήνυμα που στέλνει η Τράπεζα της Ελλάδος και οι προτάσεις που επαναφέρει στην πρώτη μεταμνημονιακή ενδιάμεση έκθεση της για την ελληνική οικονομία δεν διαφέρουν σχεδόν καθόλου από την τελευταία μνημονιακή. Η ΤτΕ υπέβαλε στη Βουλή ένα δεκάλογο νομισματικής πολιτικής για την επιστροφή της Ελλάδος στις αγορές και την ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής με τις […]
Το μήνυμα που στέλνει η Τράπεζα της Ελλάδος και οι προτάσεις που επαναφέρει στην πρώτη μεταμνημονιακή ενδιάμεση έκθεση της για την ελληνική οικονομία δεν διαφέρουν σχεδόν καθόλου από την τελευταία μνημονιακή. Η ΤτΕ υπέβαλε στη Βουλή ένα δεκάλογο νομισματικής πολιτικής για την επιστροφή της Ελλάδος στις αγορές και την ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής με τις παρακάτω «10 ευχές»:
- 1η Μείωση του υψηλού αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
- 2η Αλλαγή στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής.
- 3η Υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
- 4η Επιτάχυνση της υλοποίησης των ιδιωτικοποιήσεων.
- 5η Προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων.
- 6η Η επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης.
- 7η Ενδυνάμωση του τριγώνου της γνώσης με εκπαίδευση, έρευνα, καινοτομία.
- 8η Ενίσχυση της διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας.
- 9η Διατήρηση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας.
- 10η Ισορροπημένη αύξηση των κατώτατων μισθών.
Στο εγχώριο περιβάλλον σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΤτΕ, για την επόμενη διετία εκτιμώνται τα εξής:
- Η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,1% το 2018, 2,3% το 2019 και 2,2% το 2020.
- Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, προβλέπονται να αυξηθούν 9,2% το 2019 και 8,5% το 2020, από τα 3,8% το 2018.
- Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών θα έχουν αύξηση 5,4% το 2019 και 4,9% το 2020, από άνοδο 8,1% το 2018.
- Οι εισαγωγές θα αυξηθούν αντίστοιχα 4,9% το 2019 και 4,4% το 2020 από ρυθμό 5,3% το 2018.
- Η απασχόληση θα αυξηθεί κατά 2% το 2019 και το 2020, ενώ η ανεργία θα μειωθεί στο 18,2% το 2019 και 16,8% για το 2020.
- Ο εναρμονισμένος ΔΤΚ θα σημειώσει διακυμάνσεις με ανοδική πορεία. Η αύξηση του πληθωρισμού εκτιμάται 1,1% το 2019 και 0,9% το 2020.
- Οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας θα αυξηθούν σε ποσοστό 2,3% από 1,2% το 2018, ενώ ο εκτιμώμενος ρυθμός για το σύνολο της φετινής χρονιάς είναι 3,6%.
- Βελτίωση των συνθηκών αναμένεται στο τραπεζικό σύστημα αναφορικά με τη κεφαλαιακή επάρκεια και τα «κόκκινα» δάνεια.
- Η αγορά ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου και η αξία μετοχών στο Χ.Α. θα συνεχίσουν να επηρεάζονται από τις αναταράξεις στις διεθνείς αγορές.
- Οι επιδόσεις των ρυθμίσεων είναι ανησυχητικές και προτείνει τη σύσταση Εταιρείας Ειδικού Σκοπού.
Η ΤτΕ καταγράφει την θετική πορεία σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη αλλά και τα δημόσια οικονομία, με 5,4 δις ευρώ ταμειακό πρωτογενές αποτέλεσμα στο 11μηνο 2018, αλλά υποστηρίζει ότι η δημοσιονομική υπεραπόδοση επιφέρει αρνητική επίδραση στην πραγματική οικονομία, καθώς βασίζεται στην αυξημένη φορολογική επιβάρυνση και στην περικοπή των επενδυτικών δαπανών. Η ΤτΕ αναφέρει πως η υπερβολική φορολόγηση και οι καθυστερήσεις στην υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Η κεντρική τράπεζα υποστηρίζει πως θα πρέπει να διαφυλαχθούν οι μεταρρυθμίσεις, να αποφευχθεί η ανατροπή συμφωνημένων πολιτικών, η οποία δημιουργεί πρόσθετους κινδύνους για την οικονομία και, τέλος, να αντιμετωπιστούν δικαστικές αποφάσεις που ανατρέπουν ψηφισμένα από τη Βουλή μέτρα και θέτουν σε κίνδυνο τους δημοσιονομικούς στόχους μεσοπρόθεσμα, αλλά και τη βιωσιμότητα του χρέους. Συγκεκριμένα, όσον αφορά στο δημοσιονομικό πεδίο, η ΤτΕ εκτιμά ότι η μη εφαρμογή των θεσμοθετημένων περικοπών στις συντάξεις το 2019, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των αποφάσεων του ΣτΕ οι οποίες έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές στις συντάξεις, δρουν επιβαρυντικά στην ανάλυση βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, καθώς οδηγούν προς τα άνω την αναθεώρηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης, και αποτελούν σημαντικό δημοσιονομικό κίνδυνο μεσοπρόθεσμα. Συμπερασματικά, η εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας εκτιμάται από την ΤτΕ ότι την επόμενη χρονιά θα στηριχθεί στις εγχώριες επιχειρηματικές επενδύσεις, στις εξαγωγές, αλλά και στην άνοδο της ιδιωτικής κατανάλωσης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ