Ανακοπή καρδιάς είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, η πιθανότερη αιτία θανάτου στο ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλόυ του Θεόφιλου Σεχίδη, του άνδρα που έμεινε στην ιστορία ως ο «μακελάρης της Θάσου» λόγω της αγριότητας του εγκλήματός του το 1996 όταν δολοφόνησε και τεμάχισε τον πατέρα, τη μητέρα, τον θείο του, την αδερφή του και τη γιαγιά του. Ο Θεόφιλος Σεχίδης αντιμετώπιζε […]
Ανακοπή καρδιάς είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, η πιθανότερη αιτία θανάτου στο ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλόυ του Θεόφιλου Σεχίδη, του άνδρα που έμεινε στην ιστορία ως ο «μακελάρης της Θάσου» λόγω της αγριότητας του εγκλήματός του το 1996 όταν δολοφόνησε και τεμάχισε τον πατέρα, τη μητέρα, τον θείο του, την αδερφή του και τη γιαγιά του.
Ο Θεόφιλος Σεχίδης αντιμετώπιζε σοβαρά καρδιολογικά προβλήματα εδώ και χρόνια και λάμβανε φαρμακευτική αγωγή.
Την αιτία θανάτου, πάντως, θα αποτυπώσει η ιατροδικαστική έκθεση μετά τη νεκροψία-νεκροτομή στην οποία θα υποβληθεί η σορός του.
Όπως έγινε γνωστό ο Θεόφιλος Σεχίδης ήταν υπέρβαρος και την ώρα του μπάνιου το πρωί της Τρίτης παρουσίασε δυσκολία αναπνοής.
Μεταφέρθηκε αμέσως στο νοσοκομείο κρατουμένων των φυλακών Κορυδαλλού όπου εκεί διαπιστώθηκε ο θάνατός του.
Το έγκλημα του αιώνα
Το καλοκαίρι του 1996 ο Θεόφιλος Σεχίδης, έμελλε να διαπράξει ένα έγκλημα που θα παρέμενε για πάντα «χαραγμένο» στα ελληνικά συγγράμματα εγκληματολογίας.
Στις 21 Ιουλίου του 1996, όταν ο 24χρονος, τότε, Σεχίδης συνελήφθη στην Καβάλα για την κατοχή μιας κοντόκαννης καραμπίνας και ενός κυνηγετικού όπλου.
Ο Σεχίδης δικάστηκε και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 μηνών, ωστόσο δεν εξέτισε ποινή καθώς είχε καθαρό ποινικό μητρώο.
Λίγες ημέρες, ωστόσο, μετά τη δίκη του, η Θάσος, και στη συνέχεια το πανελλήνιο, συγκλονίστηκαν από ένα ανεπανάληπτο έγκλημα.
Ο Σεχίδης, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, δολοφόνησε και τεμάχισε πέντε μέλη της οικογένειάς του, καθώς πίστευε πως είχαν συνωμοτήσει εναντίον του με σκοπό να τον σκοτώσουν. Κατά τη διάρκεια της φρίκης, άκουγε Τσαϊκόφσκι, όπως είχε πει.
Η σειρά των φόνων
Το πρώτο του θύμα ήταν ο 58χρονος θείος του, τον οποίο έσπρωξε σε γκρεμό, ύστερα από λογομαχία που είχαν. Ο Σεχίδης έκοψε το κεφάλι του, προκειμένου -όπως είπε αργότερα στο δικαστήριο- «να μην βασανίζεται άλλο».
Στη συνέχεια, στράφηκε κατά του 55χρονου πατέρα του, Δημήτρη. Ο Θεόφιλος Σεχίδης πυροβόλησε τον πατέρα του όταν τον είδε να κρατάει ένα μαχαίρι και θεώρησε ότι θα τον δολοφονούσε. Αμέσως μετά πήρε ένα μαχαίρι και έκανε μια μεγάλη τομή στον λαιμό του πατέρα του.
Το τρίτο του θύμα ήταν η 48χρονη μητέρα του, Μαρία, την οποία μαχαίρωσε και αποκεφάλισε, όταν την είδε να κρατάει ένα μαχαίρι.
Ακολούθησε η δολοφονία της 27χρονης αδερφής του, Ερμιόνης, με τον ίδιο τρόπο του μαχαιρώματος και αποκεφαλισμού.
Το πέμπτο θύμα
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Σεχίδης αφαίρεσε τους εγκεφάλους των θυμάτων και τους φύλαξε στο ψυγείο, όπως είπε για «μεταγενέστερη μελέτη».
Την επόμενη μέρα της δολοφονίας των τεσσάρων, η 75χρονη γιαγιά του Σεχίδη, Ερμιόνη, επισκέφθηκε το σπίτι της οικογένειας στη Θάσο. Ο Σεχίδης τη σκότωσε καθώς, όπως είπε στο δικαστήριο, ήταν βέβαιος ότι είχε σκοπό να του επιτεθεί με μαχαίρι.
Προτού συμπληρωθούν 48 ώρες από τις δολοφονίες, ο Σεχίδης τεμάχισε τα πτώματα με αλυσοπρίονο, πέταξε τα μέλη σε σακούλες σκουπιδιών και τα πέταξε σε χωματερή της Καβάλας.
Η εξιχνίαση
Τα εγκλήματα ξεκίνησαν να ερευνώνται όταν η Ελένη Σεχίδη, σύζυγος του θείου του Θεόφιλου Σεχίδη και μόνιμος κάτοικος Βελγίου, ανησύχησε για τους συγγενείς της -που δεν «έβρισκε» στο τηλέφωνο- και ειδοποίησε τις Αρχές.
Καθώς οι αστυνομικοί δεν κατάφεραν να συγκεντρώσουν στοιχεία, η Ελένη Σεχίδη «πέταξε» για την Καβάλα και έφθασε τελικά στη Θάσο.
Τότε ήρθε αντιμέτωπη με τον Θεόφιλο Σεχίδη, ο οποίος δήλωσε άγνοια για το πού βρίσκονται οι συγγενείς τους, λέγοντας ότι και ο ίδιος τους αναζητούσε.
Ο Σεχίδης τελικά συνελήφθη με την κατηγορία των ανθρωποκτονιών και η δίκη του ορίστηκε για τις 20 Ιουνίου του 1997, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Δράμας.
Κατά την προανάκριση, υποστήριξε ότι διέπραξε τους φόνους σε άμυνα και όντας θύμα οικογενειακής συνωμοσίας, κάνοντας λόγο για «ψυχολογικό πόλεμο» και παρουσιάζοντας το σενάριο ότι ήταν παιδί «άλλης μάνας».
Οι παραπάνω μαρτυρίες του Σεχίδη οδήγησαν τους αστυνομικούς να ζητήσουν ψυχιατρική εκτίμηση, καθώς όσα έλεγε αλλά και ο τρόπος του παρέπεμπαν σε ψυχωσικό σύνδρομο.
Ο Σεχίδης εν τέλει καταδικάστηκε σε κάθειρξη πέντε φορές ισόβια και μεταφέρθηκε στο Ψυχιατρείο Κρατουμένων των Φυλακών Κορυδαλλού.
Το 2016 και το 2017 υπέβαλλε αιτήματα αποφυλάκισης τα οποία απορρίθηκαν από το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο.
Η διάγνωση
Οι ψυχίατροι που εξέτασαν τον Σεχίδη διέγνωσαν σχιζοειδή διαταραχή προσωπικότητας, ωστόσο θεώρησαν ότι είχε πλήρη ευθύνη και επίγνωση των πράξεών του. Στο πόρισμά τους ανέφεραν ότι ο Σεχίδης είχε βιώσει πολύ δύσκολες καταστάσεις στην οικογένειά του.
Τον Ιούνιο του ‘92, τέσσερα χρόνια προ των εγκλημάτων, ο Θεόφιλος Σεχίδης είχε υποβληθεί σε αξονική τομογραφία που είχε φανερώσει εγκεφαλικές ανωμαλίες.
Η εξέταση επαναλήφθηκε μετά την καταδίκη του σε φυλάκιση, και επιβεβαίωσε «μη φυσιολογικά ευρήματα».
Το 2010 ο ψυχίατρος του Οργανισμού Κατά των Ναρκωτικών του Αττικού Νοσοκομείου, Γεώργιος Τζεφεράκος, δήλωσε ότι ο Σεχίδης πάσχει από σχιζοφρένεια.