Γράφει η Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Ήταν πολλά τα λεφτά, Άρη.
– ο Σπύρος Καλογήρου στον Νίκο Κούρκουλο στη «Λόλα», 1964
Μοιάζει σαν ένα κρύο επεισόδιο από εκείνες τις σατιρικές εκπομπές που κάνουν ό,τι μπορούν για να μας πείσουν να γελάσουμε. Κάποιοι, θα θυμούνται πως η υπόθεση έχει πράγματι μεταφερθεί στην μικρή οθόνη.
Πριν μερικά χρόνια ο πενηντάρης πατέρας και σύζυγος πήγε από την επαρχία όπου διέμενε, στην Πάτρα να επισκεφθεί την κόρη του, που σπούδαζε στο εκεί Πανεπιστήμιο.
Με την ευκαιρία θέλησε να ξεδώσει λίγο, να παραβιάσει τον όρκο αιώνιας πίστης στη γυναίκα του. Προφανώς δεν ήταν η μόνο φορά και με κάπως τρεμάμενο χέρι, απ΄τις ενοχές που άρχισαν να τον παρενοχλούν πριν ακόμη διαπράξει το…αδίκημα, σχημάτισε στο κινητό του ένα ροζ τηλέφωνο.
Ίσως όμως να μην ήταν μόνο οι ενοχές που προσπαθούσαν να τον αποτρέψουν αλλά κάποιο αόρατο χέρι, που ήθελε να τον προστατέψει από ένα ενδεχόμενο που θα τάραζε ανεπανόρθωτα την ψυχοσωματική του υγεία. Και μάλλον αυτό το δεύτερο ήταν…
Αφού λοιπόν η «συμφωνία» έκλεισε, πήγε σε προκαθορισμένο ξενοδοχείο από εκείνα που παίρνουν όλες τις προφυλάξεις για κάθε απρόοπτο και περίμενε…
Περίμενε ένα νέο δροσερό εικοσάχρονο κορίτσι αγνώστου και αδιάφορου άλλωστε για εκείνον πατρός, που θα μπορούσε να ήταν η κόρη του φίλου του, του γείτονά του, του συγγενή του…
Όμως καμιά φορά η τύχη παίζει περίεργα παιχνίδια. Όταν χτύπησε το κουδούνι και άνοιξε την πόρτα το κορίτσι που στεκόταν απέναντί του δεν ήταν κάποιου άλλου πατέρα. Ήταν το δικό του! Ποια ήταν η εξέλιξη, η σκανδαλοθηρική εφημερίδα δεν ενδιαφέρθηκε να πληροφορήσει το ανθρωποφάγο αναγνωστικό κοινό της.
Η εξάρθρωση από την Αστυνομία, πριν λίγες ημέρες, ενός μεγάλου ροζ κυκλώματος με «θύματα» φοιτήτριες ακόμη και ανήλικα κορίτσια ανέδειξε για μία ακόμη φορά πως η πορνογραφία είτε ως οργανωμένη μέσα από το διαδίκτυο είτε ως συγκαλυμμένο τηλεοπτικό προϊόν είναι μία αποδοτική επιχείρηση.
Που όχι μόνο έχει εξιλεωθεί από ηθικές αναστολές αλλά τείνει να γίνει και αποδεκτή ως ένα είδος κοινωνικής προσφοράς.
Όσο κι αν με καταδιώκουν οι εμμονές μου να προσδίδω πάντα μία υπεραξία στις γυναίκες λόγω της μητρότητας και της φυσικής και κοινωνικής τους αποστολής να παράγουν ζωή, δεν μπορώ να δεχτώ ότι τα κορίτσια αυτά, που έρχονται από την επαρχία στις μεγαλουπόλεις να σπουδάσουν, ξετρελαμένα ίσως και από μία απροσδόκητη αίσθηση απόλυτης ελευθερίας, μπλέκουν στα γρανάζια ροζ κυκλωμάτων χωρίς τη θέλησή τους.
Χωρίς ένα ελάχιστο ίχνος ενοχής απέναντι στους γονείς, που έχουν ξοδέψει πολλά χρήματα σε φροντιστήρια και βιβλία ακόμη και από το Δημοτικό. Αν ωστόσο επιλέγουν τα κορίτσια αυτά να διαχειριστούν την ενηλικίωσή τους όπως θέλουν τότε οφείλουν να ανακοινώσουν στους γονείς τους την οικονομική και συναισθηματική απεξάρτησή τους απ΄ αυτούς.
Οι ψευδαισθήσεις που καλλιεργούν στους γονείς τους πως σπουδάζουν μπορεί να διαψευστούν με τον πιο τραγικό τρόπο και για την δική τους ζωή.
Φυσικά, αυτή η βιομηχανία όπως και κάθε βιομηχανία, δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει αν δεν υπήρχαν πελάτες να καταναλώσουν το «εμπόρευμα».
Και σε ποια κοινωνικά στρώματα ανήκουν αυτοί οι πελάτες;
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο δεν είναι οι νέοι, τα συνομήλικα παιδιά αυτών των κοριτσιών. Οι νέοι δεν έχουν τόσα χρήματα να εξαγοράσουν τον έρωτα, ίσως και να μην θέλουν. Πελάτες είναι κάποιοι πατεράδες ίσως και παππούδες αυτών των κοριτσιών.
Και οι πελάτες αυτοί είναι πιο διεφθαρμένοι από τους ίδιους τους μαστροπούς, γιατί δε νιώθουν ίχνος ντροπής πριν φέρουν σε επαφή το αφυδατωμένο ή ξεχειλωμένο από τα λίπη κορμί τους με το στιλπνό βελούδινο δέρμα ενός εικοσάχρονου κοριτσιού.
Αν θεωρήσουμε ειλικρινή την εξομολόγηση ενός «θύματος» πως είχες τρεις περίπου συνευρέσεις την εβδομάδα μέσα σε ένα χρόνο τουλάχιστον εκατόν πενήντα διεφθαρμένοι μεσήλικες σκύλευαν το σώμα της, ίσως και την ψυχή της.
Ακόμη κι αν κάποια στιγμή αυτά τα κορίτσια αποφασίσουν να αποσυρθούν από αυτά τα κυκλώματα, έτσι στεγνή όπως θα είναι η ψυχή τους από κάθε συναίσθημα αλλά και με ένα κορμί απονευρωμένο, ανίκανο πλέον να ανταποκριθεί ακόμη και σε ένα άγγιγμα, σε ένα χάδι αυτού του ανθρώπου, που θα εμφανιστεί απροσδόκητα στη ζωή τους να τους γεμίσει το κενό…
Τι θα έχουν να δώσουν τότε σε εκείνον που θα έρθει; Τι θα έχει απομείνει;