ΟΟΣΑ: «Καμπανάκι» χτυπά ο ΟΟΣΑ για πιθανές δημοσιονομικές επιπτώσεις των προεκλογικών παροχών της κυβέρνησης Τσίπρα. Στη νέα έκθεσή του που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) βλέπει χαμηλότερη ανάπτυξη και πολύ χαμηλότερες επενδύσεις στην Ελλάδα, σε σχέση με τις προβλέψεις της κυβέρνησης, τόσο για φέτος όσο και για το 2020. Στο κεφάλαιο για τη χώρα μας, ο ΟΟΣΑ είναι εμφανές ότι κρατά αποστάσεις από τις παροχές Τσίπρα, επισημαίνοντας ότι «αποκλίσεις από την τρέχουσα μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική θα υπονόμευαν τα κέρδη στη δημοσιονομική αξιοπιστία».
Πιο αναλυτικά, ο ΟΟΣΑ προβλέπει για την Ελλάδα ανάπτυξη 2,1% φέτος και 2% το 2020, έναντι κυβερνητικής πρόβλεψης για ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% και τα δύο χρόνια. Στο πεδίο των επενδύσεων (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) εκτιμά ότι η αύξηση θα περιοριστεί φέτος στο 1,2% και το 2020 θα φθάσει το 8,4%, ενώ το υπουργείο Οικονομικών προβλέπει στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που έστειλε τον περασμένο μήνα στις Βρυξέλλες αύξηση των επενδύσεων κατά 3,9% το 2019 και 12,9% το 2020. Οι αναλυτές του ΟΟΣΑ αποδίδουν την ανάπτυξη στη χώρα μας κυρίως στην εσωτερική ζήτηση (+1,1% φέτος και +2,2% το 2020, έναντι αύξησης μόλις 0,4% πέρυσι), παρά στην αύξηση των εξαγωγών, η οποία επιβραδύνεται (+5,3% φέτος και +3,1% το 2020, από +8,8% το 2018).
ΟΟΣΑ: Τα σημεία που προβληματίζουν τον οργανισμό
Στην έκθεσή του, ο ΟΟΣΑ προειδοποιεί για τους κινδύνους από τις δικαστικές αποφάσεις και την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες, δείχνει «κίτρινη κάρτα» για τις καθυστερήσεις στις ιδιωτικοποιήσεις, εκφράζει προβληματισμό για τις πιθανές παρενέργειες της αύξησης του κατώτατου μισθού στην απασχόληση και στην αδήλωτη εργασία, ενώ χαρακτηρίζει «γενναιόδωρα» τα κριτήρια ένταξης στο νέο πλαίσιο προστασίας της Α΄ κατοικίας.
Για τα πρόσφατα δημοσιονομικά μέτρα, ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι θα μειώσουν τα φορολογικά έσοδα, κυρίως με τη μείωση ορισμένων συντελεστών ΦΠΑ και την αύξηση των δαπανών, κυρίως για τις συντάξεις, από το 2019. «Τα μελλοντικά δημοσιονομικά μέτρα πρέπει να έχουν ως προτεραιότητα τις επενδύσεις στις υποδομές και τις δεξιότητες, την καταπολέμηση της φτώχειας και τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δημόσιων δαπανών και των ελέγχων. Τα μέτρα αυτά, μαζί με τη μεγαλύτερη πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της δημόσιας διοίκηση, την ανάπτυξη της εξωδικαστικής μεσολάβησης και την ιδιωτικοποίηση κρατικών ενεργειακών περιουσιακών στοιχείων θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα και θα μειώσουν τα εμπόδια στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων, ενώ θα στηρίξουν τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους», τονίζει η έκθεση.
Η έκθεση καταλήγει, σημειώνοντας: «Αποκλίσεις από την τρέχουσα μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική θα υπονόμευε τα κέρδη στη δημοσιονομική αξιοπιστία. Οι καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, της ανταγωνιστικότητας και της υγείας των τραπεζών θα δημιουργούσαν καθοδικούς κινδύνους στην προβλεπόμενη ανάκαμψη των επενδύσεων.
Μία πτώση του τουρισμού ως αποτέλεσμα ενός άτακτου Brexit θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία μεγαλύτερη επιβράδυνση των εξαγωγών. Τα πρόσφατα μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ταχύτερα από το αναμενόμενο αποτελέσματα, ενισχύοντας την εμπιστοσύνης και βελτιώνοντας περαιτέρω τις επενδυτικές προοπτικές».