Σώτη Τριανταφύλλου: Η Σώτη Τριανταφύλλου σε συνέντευξή της στο liberal.gr, μεταξύ άλλων, έκανε λόγο για κατάργηση της αργίας της 17ης Νοεμβρίου, ως μέσο καταπολέμησης της ανομίας στα Εξάρχεια. Η Σώτη Τριανταφύλλου ανέφερε συγκεκριμένα: «Τα αναλφάβητα μπαχαλάκια δεν έχουν βεβαίως ιδέα τι είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο και, όπως όλοι ξέρουμε, στις επετείους του Πολυτεχνείου στη δεκαετία του 1990, μπούκαραν στη Σχολή Καλών Τεχνών και έκαψαν έργα τέχνης. Απ’ όσο ξέρω, ουδείς τιμωρήθηκε. “Ίσως βοηθήσει η κατάργηση της αργίας στις 17 Νοεμβρίου: η αργία είναι περιττή, η γνώση είναι απαραίτητη ― από επισκέψεις σε σχολεία συμπέρανα ότι πολλά παιδιά μπερδεύουν την 17η Νοεμβρίου 1973 με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η αποτυχία της πασοκικής παιδείας είχε και έχει βαθιά επίδραση στη ζωή των πόλεων· το ξέρω, δεν είναι ορατό αν δεν το σκεφτεί κανείς».
Η συγγραφέας καταλήγοντας στην απάντησή της τόνισε: «Επιπροσθέτως, το μάτι του νόμου πρέπει να φτάσει στα στέκια των αναρχοπατέρων, των επιλεγόμενων αλληλέγγυων και των μικρο- και μεγαλο-εγκληματιών που βρίσκουν καταφύγιο στα Εξάρχεια. Σε καφενέδες, καταλήψεις και σε αλλόκοτα μαγαζάκια που δεν πουλάνε τίποτα συγκεκριμένο. Το πρόβλημα είναι ότι, καθώς οι πόλεις αποτελούν ζωντανούς οργανισμούς, αντιδρούν όπως το ζωντανό σώμα: η αρρώστια μεταδίδεται, εξελίσσεται σε επιδημία».
Σώτη Τριανταφύλλου: Ολόκληρη η συνέντευξη στον Ανδρέα Ζαμπούκα
– Κυρία Τριανταφύλλου, αργά αλλά σταθερά, η αστυνομία ανοίγει μέτωπο με τα Εξάρχεια, προκαλώντας αντιδράσεις σε οργανωμένα συμφέροντα στην περιοχή. Αρκούν μόνο οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στο κέντρο της Αθήνας ή πρέπει να ληφθούν μέτρα, ώστε να σπάσουν οι εξαρτήσεις των υποτιθέμενων αναρχικών από τους «καθοδηγητές» τους;
Σώτη Τριανταφύλλου: Μέχρι προσφάτως, τα περισσότερα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας πίστευαν ότι τα αποτελέσματα της γκετοποίησης ανατρέπονται με μεθόδους επιβολής της τάξης. Αλλά νομίζω ότι έχουν καταλάβει πια ότι πρόκειται για πολυπαραγοντικό ζήτημα, στο οποίο παίζει κεντρικό ρόλο το πολεοδομικό σχήμα και η συναίνεση (μερική αλλά όχι ευκαταφρόνητη) των κατοίκων στις προβληματικές περιοχές. Σχετικά με τα Εξάρχεια χρειάζεται χειρουργική σε επίπεδο διάταξης του χώρου ― για παράδειγμα, ένας σταθμός μετρό καταμεσής στην πλατεία θα μπορούσε να αλλάξει τη φυσιογνωμία τους.
Μεγάλος αριθμών «περαστικών» που δεν έχουν καμιά σχέση με τη γειτονιά, που απλώς αλλάζουν γραμμή μετρό, ενισχύουν το ποσοστό των μη εμπλεκομένων στην υπόθεση αναρχισμός-ναρκωτικά-λαθροπωλητές-περιπλανώμενοι μετανάστες-μαφιόζοι και τα τοιαύτα. Παραλλήλως, πρέπει να προχωρήσει το πρόγραμμα ενοποίησης του Πολυτεχνείου με το Αρχαιολογικό Μουσείο.
Σώτη Τριανταφύλλου: Τα αναλφάβητα μπαχαλάκια δεν έχουν βεβαίως ιδέα τι είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο και, όπως όλοι ξέρουμε, στις επετείους του Πολυτεχνείου στη δεκαετία του 1990, μπούκαραν στη Σχολή Καλών Τεχνών και έκαψαν έργα τέχνης. Απ’ όσο ξέρω, ουδείς τιμωρήθηκε. Ίσως βοηθήσει η κατάργηση της αργίας στις 17 Νοεμβρίου. Η αργία είναι περιττή, η γνώση είναι απαραίτητη.
Από επισκέψεις σε σχολεία συμπέρανα ότι πολλά παιδιά μπερδεύουν την 17η Νοεμβρίου 1973 με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η αποτυχία της πασοκικής παιδείας είχε και έχει βαθιά επίδραση στη ζωή των πόλεων· το ξέρω, δεν είναι ορατό αν δεν το σκεφτεί κανείς.
Επιπροσθέτως, το μάτι του νόμου πρέπει να φτάσει στα στέκια των αναρχοπατέρων, των επιλεγόμενων αλληλέγγυων και των μικρο- και μεγαλο-εγκληματιών που βρίσκουν καταφύγιο στα Εξάρχεια. Σε καφενέδες, καταλήψεις και σε αλλόκοτα μαγαζάκια που δεν πουλάνε τίποτα συγκεκριμένο. Το πρόβλημα είναι ότι, καθώς οι πόλεις αποτελούν ζωντανούς οργανισμούς, αντιδρούν όπως το ζωντανό σώμα: η αρρώστια μεταδίδεται, εξελίσσεται σε επιδημία.
– Mιας και ζείτε στο Παρίσι, ελπίζετε ότι τα Εξάρχεια μπορούν κάποτε να γίνουν Μονμάρτρη; Με εναλλακτικούς καλλιτέχνες, Urban Art και άλλες δράσεις;
Σώτη Τριανταφύλλου: Η Μονμάρτρη είναι μια άκρως τουριστική γειτονιά, πράγμα καθόλου ευχάριστο για τους κατοίκους της. Σε κανέναν δεν αρέσει μόλις ξεμυτίζει από το σπίτι του, να τον φωτογραφίζουν ενθουσιασμένοι Ιάπωνες με φόντο τη φτελιά αλλά και το κατάστημα με τα σουβενίρ I love Paris. Θέλω να πω ότι, ακόμα και επιτυχημένες περιοχές, προνομιούχες γεωγραφικά και ιστορικά, υφίστανται τις συνέπειες της επιτυχίας τους.
Τα Εξάρχεια έχουν το πλεονέκτημα δύο λόφων και μιας κεντρικής θέσης στον δήμο, αλλά δεν έχουν το έμψυχο υλικό που θα τα αναβαθμίσει. Οι άνθρωποι που τους αρέσει η ομορφιά έφυγαν σιγά-σιγά ―το αντίστοιχο του φαινομένου White flight ― κι όσοι έμειναν υποφέρουν σιωπηλά. Τα Εξάρχεια εποικίστηκαν από όσους ευημερούν μέσα στην ασχήμια και στη βρομιά. Οι γειτονιές είναι, κυρίως, οι άνθρωποί τους· ακόμα περισσότερο είναι οι ιδιοκτήτες των σπιτιών, όχι οι διερχόμενοι, οι ενοικιαστές και, βεβαίως, όχι οι τουρίστες. Άρα, κατά την επίλυση του προβλήματος της ανομίας, αναδύονται καινούργια προβλήματα.
Ας αρχίσουμε πάντως από την καθαριότητα κι από την επιβολή των νόμων και ύστερα βλέπουμε πώς θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε σε εξευγενισμό, αναπλάσεις, κατεδαφίσεις, ανακαινίσεις κτιρίων, αναβαθμίσεις σχολείων ή ακόμα και ίδρυση θεσμών που θα άλλαζαν ριζικά το τοπίο. Όταν θέλεις να διασώσεις μια συνοικία χτίζεις ένα σχολείο, ή μια δημοτική βιβλιοθήκη· όταν θέλεις να την καταστρέψεις, φτιάχνεις, λόγου χάρη, έναν αυτοκινητόδρομο που την κόβει στα δυο και τελειώνει η υπόθεση.
Γίνεται λόγος και για πεζοδρομήσεις
Σώτη Τριανταφύλλου: Είμαι εντελώς αντίθετη, το έχω γράψει πολλές φορές. Η εμπειρία των πεζοδρομήσεων στα Εξάρχεια ήταν αρνητική: τα δρομάκια έγιναν σκοτεινά σημεία ραντεβού με pushers και dealers. Και σαν μην έφτανε αυτό, τα απορριμματοφόρα δεν μπορούσαν να φτάσουν για να μαζέψουν τα σκουπίδια. Οι πεζόδρομοι έχουν πολλούς οπαδούς, ρομαντικούς, εμμονικούς· από εκείνους τους οικολόγους που αγκαλιάζουν δέντρα.
Πώς ορίζετε την ασφάλεια στους δημόσιους χώρους μιας πόλης; Πρόκειται για κατάκτηση ενός αστικού τρόπου ζωής που δεν επιδέχεται ιδεολογικών ερμηνειών;
Σώτη Τριανταφύλλου: Η αριστερά, το λένε οι ίδιοι οι εχέφρονες αριστεροί, επιτίθεται στον «φιλήσυχο» πολίτη. Η λέξη «νοικοκυραίοι» ακούγεται σαν βρισιά. To 2002, όταν ο Ερβέ Αλγκαλαροντό, στέλεχος της γαλλικής αριστεράς, έγραψε το βιβλίο «Η αριστερά εναντίον της ασφάλειας» τον βρίσανε πατόκορφα. Όμως είχε δίκιο: η αριστερά εγκατέλειψε την εργατική τάξη (διότι, τάχα, οι εργάτες «αστικοποιήθηκαν» λες και δεν ήταν αυτός ο αρχικός στόχος) και στράφηκε στο λούμπεν προλεταριάτο. Θέλω να είμαι εδώ όταν θα γίνει η επανάσταση του λούμπεν προλεταριάτου! Να τη δω με τα ματάκια μου!
Έτσι, παραμέλησε την παιδεία και τους κανόνες της ευπρέπειας: όταν απευθύνεσαι στο λούμπεν προλεταριάτο δεν μπορείς να επιδιώκεις την αριστεία. Η λογική είναι περίπου η εξής: στο καπιταλιστικό σύστημα επιτρέπεται ή ακόμα και επιβάλλεται η ανομία· όταν όμως έρθει ο σοσιαλισμός, αλίμονό μας ― αν δεν είμαστε νομοταγείς, θα μας φάει το μαύρο φίδι. Μπορεί να γίνουν και μερικές εκτελέσεις. Για τον καλό σκοπό, για τη σοσιαλιστική νομιμότητα. Και για τη δικτατορία του λούμπεν προλεταριάτου.