Ψήφος ομογενών: Ένα από τα δυνατότερα μετεκλογικά crash test αντιμετωπίζει η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός μέσω της προσπάθειας που κάνει να περάσει από την Βουλή τον νόμο για την ψήφο των ομογενών.
Ψήφος ομογενών: Ένα από τα δυνατότερα μετεκλογικά crash test αντιμετωπίζει η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός μέσω της προσπάθειας που κάνει να περάσει από την Βουλή τον νόμο για την ψήφο των ομογενών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά και ο αρμόδιος υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος έχουν επιλέξει μια μετριοπαθή στάση απέναντι στις αντιδράσεις των κομμάτων και δηλώνουν εξ αρχής ανοιχτοί σε συζήτηση, αλλά και στην αποδοχή προτάσεων που θα συνδράμουν θετικά στην επίλυση του ζητήματος. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός είχε δηλώσει στο παρελθόν ότι «εύχομαι το δικαίωμα ψήφου στους απόδημους να περάσει με 300 ψήφους στην Βουλή».
Η ευχή αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη είχε ως βάση ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα συμμορφωθούν με το αυτονόητο δικαίωμα των ανθρώπων αυτών που μάλιστα έχει προβλεφθεί ρητά και στο Σύνταγμα. Ωστόσο από ό,τι φαίνεται, η ευχή αυτή δεν θα γίνει πραγματικότητα, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει αρνητική στάση απέναντι στο κυβερνητικό σχέδιο νόμου. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο νόμος για την ψήφο των αποδήμων για να ισχύσει από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα πρέπει να ψηφιστεί από τα 2/3 της βουλής δηλαδή από 200 βουλευτές.
Ψήφος ομογενών: Συγκεκριμένες διαδικασίες
Η κυβερνητική πρόταση προτείνει συγκεκριμένες διαδικασίες για τον τρόπο με τον οποίο θα ψηφίζουν οι Έλληνες του εξωτερικού και πώς η ψήφος αυτή θα προσμετράται στο τελικό αποτέλεσμα. Η ΝΔ τάσσεται υπέρ του πλήρους δικαιώματος ψήφου στους εκτός Ελλάδος διαβιούντες μέσω δύο τρόπων: είτε αυτόν της επιστολικής ψήφου, είτε μέσω της άσκησης του δικαιώματος στα κατά τόπους προξενεία και πρεσβείες. Όπως ξεκαθάρισε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ο αρμόδιος υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος, δικαίωμα ψήφου θα έχουν μόνο όσοι είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους και σε καμία περίπτωση δεν θα χρησιμοποιηθεί αυτό ως «όχημα» για νέες εγγραφές, που θα αλλοίωναν το εκλογικό σώμα, όπως υποστηρίζει η αξιωματική αντιπολίτευση. Με άλλα λόγια αυτό που θα γίνει είναι η «εξυπηρέτηση» εκείνων των πολιτών, που έτσι κι αλλιώς εάν είχαν την δυνατότητα να έρθουν στην Ελλάδα, τότε θα ασκούσαν κανονικά το εκλογικό τους δικαίωμα.
Μια απλή εξήγηση
Η εξήγηση είναι απλή: εάν ένας Έλληνας έχει φύγει από την χώρα μας τα τελευταία πέντε ή δέκα χρόνια και δραστηριοποιείται επαγγελματικά σε μια χώρα του εξωτερικού, μπορεί όταν γίνουν εκλογές να πάρει το αεροπλάνο, να καταβάλλει τα έξοδα που απαιτούνται και να έρθει στην Ελλάδα να ψηφίσει κανονικά. Αν κάποιος άλλος δεν έχει την οικονομική δυνατότητα της μετάβασης στην χώρα μας, τότε δεν ψηφίζει. Η ερώτηση που απευθύνει η κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο προς τον ΣΥΡΙΖΑ είναι η εξής: Πώς είναι δυνατόν να πούμε στους ανθρώπους που ζουν στο εξωτερικό ότι αν έρθετε στην Ελλάδα και ψηφίσετε αποδεχόμαστε την ψήφο σας ως ισότιμη με των υπολοίπων που διαβιούν στην χώρα, ενώ αν δεν μπορείτε να έρθετε τότε, ούτε δικαίωμα να ψηφίσετε σας δίνουμε, αλλά ούτε η ψήφος σας θα είναι ισότιμη με των υπολοίπων;
Επιπλέον, η ψήφος των Ελλήνων του εξωτερικού δεν μπορεί παρά να είναι ισότιμη με την ψήφο των Ελλήνων του εσωτερικού, γιατί σε διαφορετική περίπτωση δημιουργούνται ψηφοφόροι «δύο ταχυτήτων», κάτι που αντιβαίνει τις διατάξεις του Συντάγματος.
Βουλευτές απόδημου ελληνισμού;
Το ίδιο ισχύει και για την πρόταση που έχει «πέσει» στο τραπέζι από τα υπόλοιπα κόμματα οι Έλληνες του εξωτερικού να ψηφίζουν για μια ομάδα «βουλευτών απόδημου ελληνισμού», γιατί τότε εκτός από ψηφοφόρους δύο ταχυτήτων θα δημιουργούσαμε και βουλευτές δύο ταχυτήτων. Επομένως η κυβερνητική πρόταση είναι ξεκάθαρη και κάνει λόγο για ψήφο των Ελλήνων που ζουν στο εξωτερικό (και μάλιστα όσων δραστηριοποιούνται και οικονομικά εκεί, δηλαδή έχουν ελληνικό ΑΦΜ) μέσω μιας διαφανούς διαδικασίας που θα αποκλείει οποιοδήποτε ενδεχόμενο νοθείας και η ψήφος αυτή να προσμετράται ισότιμα στο τελικό αποτέλεσμα που διαμορφώνεται το βράδυ των εκλογών.
Μοναδική περίπτωση
Όπως σημειώνουν κυβερνητικές πηγές, η χώρα μας είναι ίσως η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν επιτρέπει την ψήφο των ομογενών με εξασφάλιση όρων μη νόθευσης και αλλοίωσης αποτελέσματος. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα οι χώρες που δίνουν την δυνατότητα στους ομογενείς τους να ψηφίσουν έχουν εφαρμόσει το πλέον αδιάβλητο σύστημα της ηλεκτρονικής ψήφου.
Ποιοι στηρίζουν την πρόταση
Μέχρι στιγμής με θετική διάθεση αναμένεται να προσέλθουν στην ψηφοφορία το ΚΙΝΑΛ, που δέχεται αφενός να αναγνωριστεί το δικαίωμα της ψήφου των αποδήμων, αλλά επιμένει στο να έχουν εκείνοι την δική τους εκπροσώπηση στο ελληνικό κοινοβούλιο, αλλά και η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου και το ΜεΡΑ25 του Γιάννη Βαρουφάκη, που τάχθηκαν ανοιχτά υπέρ της κυβερνητικής πρότασης. Με αυτά τα δεδομένα και αν δεν αλλάξει η αρνητική στάση του ΣΥΡΙΖΑ οι ψήφοι που συγκεντρώνονται είναι 199. Επομένως, κομβική είναι η στάση που θα τηρήσει το ΚΚΕ που μέχρι στιγμής έχει δηλώσει ότι θα δεχόταν να υπερψηφίσει το νομοσχέδιο εάν τηρηθούν οι εξής όροι: να μην υπάρξει επιστολική ψήφος και οι απόδημοι να βρίσκονται εκτός Ελλάδας το πολύ μέχρι 30 χρόνια και να διατηρούν οικονομικούς δεσμούς (ΑΦΜ) με την χώρα μας.
Ο προβληματισμός του ΣΥΡΙΖΑ
Πολιτικά το πρόβλημα μετατοπίζεται όλο στον ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό γιατί εάν το ΚΚΕ υπερψηφίσει το νομοσχέδιο, ο ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί «πολιτικά απομονωμένος» ως το μοναδικό κόμμα που αρνήθηκε να δεχτεί το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα των ομογενών να ψηφίζουν στις εθνικές εκλογές. Το πολιτικό αυτό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η αξιωματική αντιπολίτευση αντικατοπτρίζεται και στις δηλώσεις ορισμένων στελεχών του, που εκφράζουν δύο προβληματισμούς: ο πρώτος είναι πώς είναι δυνατόν ένα αριστερό κόμμα να αποδέχεται μόνο την ψήφο ενός οικονομικά εύρωστου Έλληνα της ομογένειας που έχει την οικονομική δυνατότητα να ταξιδέψει και να ψηφίσει και να αποκλείει τους υπόλοιπους. Ο δεύτερος είναι τι στάση θα τηρήσουν στις επόμενες εκλογές αυτοί οι ψηφοφόροι απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ, εάν αυτός αποτελεί το μοναδικό κόμμα που τους αρνηθεί την ψήφο.
Σε κάθε περίπτωση η στάση που θα τηρήσουν τα κόμματα απέναντι σε αυτό το ζήτημα κρίνεται σημαντική και για έναν ακόμη λόγο. Θα διαμορφώσει το πολιτικό κλίμα μέσα στο οποίο θα διεξαχθούν κρίσιμες συζητήσεις και ψηφοφορίες στο κοινοβούλιο, όπως η Αναθεώρηση του Συντάγματος, ο εκλογικός νόμος, αλλά και η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας τους πρώτους μήνες του 2020.