Το αμερικανικό όνειρο που τροφοδοτούσε τη φαντασία πολλών κατατρεγμένων της μεταπολεμικής Ευρώπης για δεκαετίες αποδείχθηκε ένας μύθος που καλλιεργούσαν οι διακινητές της εποχής εκείνης.
Από την Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Είπες θα υπάγω σ’ άλλη γη σ’ άλλη θάλασσα
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλύτερη απ’ αυτή
Καινούριους τόπους δεν θα βρεις
Δεν θα βρεις άλλες θάλασσες
Δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό
Εσύ που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
Στην κόχη τούτη τη μικρή
Σ’ όλη τη γη τη χάλασες…
Κ. Καβάφης
Μία 19χρονη από το Βιετνάμ Anna Bui Thi Nhung που φέρεται να ήταν ένα από τα θύματα στο μοιραίο κοντέινερ – ψυγείο, πλήρωσε 10.000 δολάρια στους διακινητές να τη μεταφέρουν στη Μεγάλη Βρετανία. Λίγες μέρες πριν, είχε ανεβάσει μία συγκινητική, ταυτόχρονα όμως και εξομολογητική ανάρτηση που υποδήλωνε πως κάποια πίκρα, κάποια θλίψη κουβαλούσε στην ψυχή της που την καταδίωκε. Και πως μόνο η ενηλικίωσή της θα της έδινε το δικαίωμα, τη δυνατότητα να απαλλαγεί από αυτή. “Να είσαι ενήλικας σημαίνει να κρύβεις τη θλίψη σου στο σκοτάδι και να έχεις ένα χαμόγελο στο πρόσωπό σου“, έγραψε, κάνοντας ακόμη και τον μεγαλύτερο ρατσιστή να ραγίσει.
Δύο άλλοι νέοι, επίσης, μία 26χρονη και ένας 20χρονος από φτωχή περιοχή του Βιετνάμ, πλήρωσαν αντίστοιχα 33.000 και 14.000 δολάρια στους διακινητές ο καθένας για να ταξιδέψουν στη Βρετανία με το όνειρο μιας καλύτερης ζωής. Κάπως ανάλογη θα είναι και η ιστορία των υπολοίπων θυμάτων της ασύλληπτης τραγωδίας του Essex. Να έχουν αυτά τα παιδιά στη διάθεσή τους τέτοια ποσά, είτε ως αποταμίευση δική τους είτε ως πιστοληπτική δυνατότητα, να τα δανεισθούν δηλαδή από κάπου, είναι κάτι ασύμβατο με την ηλικία τους και τη χώρα τους. Ακόμα, είναι αδιανόητο και για τα ελληνικά δεδομένα. Πόσο καλύτερη τύχη να αναζητήσει ένα κορίτσι που στα 26 του χρόνια “έχει στην άκρη” ένα κεφάλαιο 33.000 δολαρίων ή ένας νέος που στα 20 του χρόνια διαθέτει 14.000 δολάρια είτε ως αποταμίευση είτε ως ηθικό κεφάλαιο;
Κρίνοντας από αυτά τα στοιχεία, φαίνεται πως οι άνθρωποι αυτοί που μεταφέρονται με αυτόν τον τρόπο δεν είναι κατατρεγμένοι από την μοίρα τους. Απλά αναζητούν μία καλύτερη ποιότητα ζωής. Πιο καλή από την καλή. Ή τουλάχιστον αυτός είναι ο προφανής λόγος του ξεριζωμού πολλών νέων από την πατρίδα τους. Πώς ορίζεται όμως αυτή η καλύτερη ποιότητα ζωής;
Μπορεί να την κατακτήσει σε μία ξένη χώρα κάποιος ξεκινώντας απ’ την αρχή στα 30 του κερδίζοντας έστω αρκετά χρήματα, αν δεν έχει π.χ. ελεύθερο χρόνο για προσωπική ζωή; Μπορούν αυτά να συνυπάρξουν αρμονικά; Δεν έχει άραγε ποιότητα ζωής ένας που στον τόπο του κερδίζει λιγότερα χρήματα, αποποιείται κάποιες από τις προκλήσεις του καπιταλισμού και διαμορφώνει τη ζωή του ανάλογα με αυτά που κερδίζει;
Το αμερικανικό όνειρο που τροφοδοτούσε τη φαντασία πολλών κατατρεγμένων της μεταπολεμικής Ευρώπης για δεκαετίες αποδείχθηκε ένας μύθος που καλλιεργούσαν οι διακινητές της εποχής εκείνης: Οι πράκτορες ταξιδιωτικών γραφείων που τους εξασφάλιζαν τουλάχιστον μια ασφαλή μετάβαση στον προορισμό τους.
Σήμερα, τον μύθο μιας καλύτερης ζωής καλλιεργεί άθελά της ίσως και η Ευρώπη, εγκλωβισμένη σε ανθρώπινες αξίες που δεν μπορεί να υπηρετήσει.
Όλοι οι νέοι σε κάποια μεταβατική φάση της ζωής τους, ανάμεσα στην εφηβεία και την ενηλικίωση, όταν έρχονται αντιμέτωποι με τις αναπόφευκτες δυσκολίες της επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας, νιώθουν να τους κατακλύζει μια γενικότερη απογοήτευση, μια λύπη για όλα που δε μπορούν, όπως η Anna Nhung, να συγκαλύψουν με ένα χαμόγελο. Μια απογοήτευση με μοναδική διέξοδο αυτό που στην ψυχολογία αποκαλούμε σύνδρομο φυγής. Να φεύγουμε! Να φεύγουμε χωρίς σαφή προορισμό! Απλά να φεύγουμε! Από τόπο και πρόσωπα που δημιουργούν συνειρμούς με δυσκολίες, λύπες, ατυχίες. Να φεύγουμε γενικά. Αρχικά από το οικογενειακό περιβάλλον που μας συνθλίβει, αργότερα από μια δουλειά με εξοντωτικό ωράριο, μετά πάλι να φεύγουμε, να εγκαταλείπουμε τη δική μας πλέον οικογένεια, τα παιδιά μας, για πολλούς λόγους. Γενικά το σύνδρομο της φυγής είναι τόσο ισχυρό που δεν αφήνει χώρο για παρέμβαση της λογικής.
400.000 “φωτεινά μυαλά” έχουν μετακινηθεί από τη χώρα μας στην υπόλοιπη Ευρώπη, αναζητώντας καλύτερη τύχη, τη στιγμή που στην πατρίδα μας μεγάλες επιχειρήσεις έχουν ανάγκη από ικανά στελέχη να αναπληρώσουν τις ελλείψεις τους! Πώς εξηγείται αυτό;
Εκπληρώθηκε το όνειρο των παιδιών αυτών για μια καλύτερη ζωή; Αν ναι, με ποια διαδικασία ώστε να ακολουθήσουν κι άλλοι και να εγκαταλείψουν αυτήν την ευλογημένη χώρα που λέγεται Ελλάδα; Διαφορετικά φαίνεται πως το σύνδρομο φυγής δεν είναι μια ψυχασθένεια μόνο των υπανάπτυκτων χωρών. Και εκείνο που μας καταδιώκει δεν είναι η χώρα μας, αλλά ο ίδιος ο εαυτός μας. Αυτό που κουβαλάμε μέσα μας θα το κουβαλάμε όπου κι αν πάμε…