Από την Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
“Θαύμασα τους Έλληνες διασώστες. Ελπίζω κάποια στιγμή να σας μοιάσουμε”.
(Ευχαριστήριο μήνυμα του Πρωθυπουργού της Αλβανίας Έντι Ράμα προς τον ελληνικό λαό}
Υπάρχουν δυο λέξεις που όσο πιο πολύ τις χρησιμοποιούμε στην καθημερινή επικοινωνία μας, ακόμη και στις πιο απλές συναλλαγές μας, τόσο περισσότερο βελτιώνουμε τον χαρακτήρα και το ήθος μας. Ακόμη κι αν δεν τις εννοούμε ,προσδίδουμε με τη χρήση τους μια υπεραξία στην προσωπικότητά μας, γινόμαστε γοητευτικοί, ελκυστικοί με ό, τι αυτό συνεπάγεται στις επαγγελματικές, κοινωνικές και προσωπικές μας σχέσεις.
Η μία λέξη είναι η λέξη «παρακαλώ», που πρέπει να προηγείται όταν ζητάμε από κάποιον οτιδήποτε ακόμη κι αν εκείνος είναι υποχρεωμένος, εκ της θέσεώς του, να μας ακούσει ή να μας παράσχει μία πληροφορία, μία υπηρεσία, ένα προϊόν που παράγει. Η άλλη λέξη είναι το «ευχαριστώ», που έπεται ακόμη κι αν εκείνος δεν μπορεί, για τους δικούς του λόγους, να ανταποκριθεί στο αίτημά μας. Μία μικρή καθημερινή μας συναλλαγή, όσο ασήμαντη κι αν είναι, πρέπει να αρχίζει με τη λέξη παρακαλώ και να τελειώνει με τη λέξη ευχαριστώ έστω – κι αν δεν μας ικανοποιεί η εξέλιξη.
Πρέπει, για παράδειγμα, να πούμε πρώτα «παρακαλώ» στον ταξιτζή πριν τον πληροφορήσουμε για τον προορισμό μας και να τον ευχαριστήσουμε μόλις μας μεταφέρει εκεί. Μα για ποιο λόγο θα πει κάποιος, αφού αυτή είναι η δουλειά του και πληρώνεται γι’ αυτό; Για πολλούς λόγους: Επειδή μας έφερε σώους, επειδή μας έφερε γρήγορα, επειδή δεν μας ζάλιζε με αδιάκριτες ερωτήσεις.
Για τους ίδιους λόγους, που προσδίδουν δηλαδή υπεραξία στην προσωπικότητά μας, πρέπει η συμπεριφορά μας να ορίζεται από αυτές τις δύο λέξεις απέναντι σε όσους εκ της θέσεώς τους είναι υποχρεωμένοι να μας παρέχουν τις υπηρεσίες τους και να υπακούν στις οδηγίες και εντολές μας.
Στους υφισταμένους και υπαλλήλους μας αλλά και στον ψιλικατζή, το φούρναρη της γειτονιάς, το σερβιτόρο, τον ντελιβερά. Φυσικά στο σύντροφό μας και στους δικούς μας ανθρώπους. Θα μπορούσα να αναφερθώ σε πολλά καθημερινά στιγμιότυπα όπου η ευγένεια που εκφράζουν αυτές οι δύο λέξεις εκτοπίζεται με πρόσχημα τον έντονο ρυθμό ζωής που δεν αφήνει περιθώρια για τέτοιες… πολυτέλειες.
Όμως παρ΄όλο που αυτές οι δύο λέξεις, ακόμη κι αν χρησιμοποιούνται τελείως μηχανικά, προσδίδουν μία χροιά ανώτερου ήθους. Υπάρχουν όμως κάποιες περιπτώσεις όπου είναι πολύ λίγες, πολύ φτωχές ιδιαίτερα η λέξη ευχαριστώ για να αποδώσουν σε όλη της την ένταση το συναίσθημα που νιώθουμε για κάποιον που με τις πράξεις του υπερβαίνει τις προσδοκίες μας. Χρειάζεται τότε να αναδείξουμε, πως αυτό το ευχαριστώ βρίσκεται πέρα από τα όρια της τυπικότητας και της φιλοφρόνησης.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Πρωθυπουργός Έντι Ράμα εξέφρασε τα συναισθήματά του για τη συμπαράσταση των Ελλήνων απέναντι στον αλβανικό λαό είναι ακριβώς αυτή η υπέρβαση.
Ίσως, σε στιγμές συναισθηματικής έντασης, ο Έντι Ράμα να μας είδε σαν το πρότυπο ενός λαού που πρέπει ο δικός της να μας μοιάσει. Έστω όμως κι έτσι, όταν αυτό το ευχαριστώ βγαίνει από το στόμα ενός ηγέτη – κάτι ανάμεσα σε ευχή και προσδοκία να μας μοιάσει- τότε αναδεικνύει ένα μεγαλείο ψυχής. Αλλά κυρίως για εμάς, τους αποδέκτες, την υποχρέωση να είμαστε πάντα το σημείο αναφοράς.
Ιδίως για λαούς, που πάντοτε θα «λατρεύουν να μισούν» την Ελλάδα…