Κορονοϊός Ελλάδα: Η Μαντώ Γαστεράτου στηρίζει το «Μένουμε Σπίτι» προκειμένου να προφυλάξει όχι μόνο τον εαυτό της από τον κορονοϊό, που έχει πάρει τη μορφή πανδημίας σε όλο τον κόσμο, αλλά και τα αγαπημένα της πρόσωπα που βρίσκονται σε κίνδυνο εξίσου με την ίδια. Ωστόσο, το απόγευμα του Σαββάτου, η παρουσιάστρια αναγκάστηκε να βγει για λίγο από το σπίτι της, προκειμένου να επισκεφθεί τους γονείς τους για να τους πάει τα χάπια που χρειάζονταν. Τηρώντας, ωστόσο, τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, δεν ήρθε σε στενή επαφή μαζί τους και τους τα άφησε έξω από την πόρτα, ενώ συνομίλησε μαζί τους από απόσταση ενός μέτρου. Η συνεργάτιδα της Ελένης Μενεγάκη, μάλιστα, ως λάτρης των social media, δημοσίευσε στον προσωπικό της λογαριασμό στο Instagram μια συγκινητική φωτογραφία, στην οποία απεικονίζεται η ίδια από τη μία πλευρά της πόρτας, φορώντας μάσκα και γάντια, ενώ από την άλλη ο πατέρας της με τον σκύλο της οικογένειας.
Διάβασε αναλυτικά το μήνυμα με το οποίο συνόδευσε το στιγμιότυπο:
Δεν ξέρω από που να αρχίσω. Το μυαλό μου βομβαρδίζεται από σκέψεις και συναισθήματα. Μου είναι δύσκολο να τα βάλω σε μια λογική σειρά. Βγήκα αναγκαστικά από το σπίτι μου για να πάω στο φαρμακείο και να πάρω φάρμακα στον πατέρα και τη μητέρα μου. Τα έχουν ανάγκη εδώ και χρόνια δυστυχώς!
Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα ένοιωθα τόσο άβολα όταν θα τους αντίκριζα. Σήμερα δεν είχε ούτε αγκαλιές, ούτε φιλιά, ούτε πειράγματα, ούτε τίποτα! Μόνο λόγια από απόσταση πίσω απ’ τα κάγκελα λες και βρισκόμασταν σε επισκεπτήριο φυλακής! Έτσι πρέπει όμως να κρατάμε αποστάσεις τι να κάνουμε! Ούτε καν θέλω να σκέφτομαι ότι μπορεί να έχω νοσήσει και να τους κολλήσω την ύπουλη αυτή ασθένεια. Δεν βγαίνω έξω και εγώ και ο άντρας μου προσέχουμε όσο μπορούμε. Όμως και πάλι φοβάμαι. Ήταν κάπως σαν ταινία τρόμου. Σαν αυτές τις αμερικανιές που βλέπουμε με ζόμπια… σαν το walking dead! Στην πραγματικότητα αυτό που ζούμε είναι πιο τρομακτικό και από θρίλερ.
Πίσω από τις μάσκες, έβλεπα την λαχτάρα των γονιών μου να με αγκαλιάσουν και να ξαναδούν το εγγόνι τους. Τόσο περίεργο να βλέπεις τους γονείς σου να φοράνε μάσκες. Έχεις συνηθίσει να βλέπεις το χαμόγελό τους μια ζωή και έτσι αυτή την εικόνα σε ξενίζει. Δεν την αντέχεις!
Φοβάμαι τόσο πολύ που ούτε καν την Σίμπα άγγιξα! Έκλαιγε η καημενούλα μου από χαρά που με έβλεπε, πήγαινε πάνω κάτω κουνώντας την ουρά της και τρέχοντας αριστερά και δεξιά στην αυλή. Στο τέλος κουράστηκε να παρακαλάει για χάδια και έκατσε δίπλα στον πατέρα μου και με κοίταζε μέσα στα μάτια.
Γύρισα στο σπίτι. Τώρα είμαι εδώ. Νιώθω κάπως παράξενα. Θέλω όλο αυτό να τελειώσει. Δεν ξέρω τι μου είναι πιο δύσκολο, το να βλέπω τους δικούς μου ανθρώπους και να μην μπορώ να τους αγκαλιάσω ή το να μείνω κλεισμένη στο σπίτι;
Στο τέλος σκέφτομαι λογικά και λέω καλύτερα να τους στερηθώ τώρα για όσο χρειαστεί, παρά για πάντα…