Θανάσης Βέγγος: Ο "καλός μας άνθρωπος", που δεν άντεχε τα πολλά - πολλά και ήθελε μόνο να δουλεύει, μαζί με πρόσωπα που του εμπνέουν εμπιστοσύνη.
Θανάσης Βέγγος: Ήταν σαν σήμερα, 3 Μαΐου 2011, όταν ο σπουδαίος ηθοποιός μας έφυγε από τη ζωή, αφήνοντας ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Ο Βέγγος ταυτίστηκε με την εικόνα του αεικίνητου ανθρώπου, ενώ η ατάκα του “καλέ μου άνθρωπε!” τον χαρακτήρισε προσωπικά, καθώς ξεχώρισε για το ήθος και τη σεμνότητά του. Άλλωστε, ο Βέγγος δεν ήταν ποτέ “σταρ’, αλλά ένας άνθρωπος “της διπλανής πόρτας” με αστείρευτο ταλέντο. “..κανένα ταλέντο. Μόνο αυτή τη φάτσα, που, κοίταξέ την καλά και διάβασε. Εδώ είν’ αποτυπωμένη όλ’ η μιζέρια, όλ’ η δυστυχία, όλος ο πόνος του ασήμαντου Έλληνα. Κάποιο βράδυ με πλησιάζει εξ’ απ’ το σινεμά ένας γέρος. «Καλέ μου άνθρωπε», μου λέει, «είμαι συνταξιούχος και βλέπω με τη γυναίκα μου τις ταινίες σου. Σ’ ευχαριστώ. Μόλις βγαίνω απ’ το σινεμά έχω ξαλαφρώσει για τρεις μέρες». Αυτό το ‘καλέ μου άνθρωπε’ έγινε σήμα κατατεθέν του Θανάση. Έτσι, αγαπητέ, φτιάχτηκε σιγά-σιγά ο Θανάσης. Παρατηρώντας τους ανθρώπους μέσα στο χώρο που κινούνται”, είχε πει σε μία από τις πολύ σπάνιες συνεντεύξεις του.
Γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, στις 29 Μαΐου του 1927. Ήταν μοναχοπαίδι του Βασίλη και της Ευδοκίας Βέγγου. Ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού και ήρωας της Αντίστασης. Μετά τον πόλεμο εκδιώχθηκε από τη δουλειά του, εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων. Έτσι, ο Θανάσης άρχισε να εργάζεται από μικρός για να βοηθήσει την οικογένειά του, από την οποία έλαβε και τα δικά του πολιτικά φρονήματα. Για πολλά χρόνια ασχολήθηκε με την επεξεργασία δερμάτων, ενώ παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά του, πριν γίνει ο πιο αγαπητός ηθοποιός της γενιάς του.
“Είμαι δύσκολος στις σχέσεις μου. Δεν είμαι κοινωνικός τύπος. Ούτε μπορώ να ζω όπως η Λάσκαρη με δυο δημοσιογράφους στο κατόπι. Είναι η πρώτη συνέντευξη που δίνω, ας πούμε, γύρω από τη δουλειά μου κι αυτό φανερώνει πως δεν μπορώ να συνεννοηθώ εύκολα με τους ανθρώπους αν δε μου εμπνέουν εμπιστοσύνη”
Χαρακτηριστικό του πόσο τον λάτρεψε το κοινό είναι το γεγονός πως στην κηδεία του στο Θησείο, τον αποχαιρέτισε μια πραγματική λαοθάλασσα. Ήταν παντρεμένος με την Ασημίνα Βέγγου, με την οποία απέκτησε δυο γιους κι έζησε μαζί της μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο Βέγγος είχε αποκαλύψει πώς τη γνώρισε: “Της πήγαινα πάγο στο σπίτι. Δούλευα σε γαλακτοπωλείο. Ανέβαινα το λόφο Σκουζέ με 100 χιλιόμετρα. Πιστέψτε με! Με τον πάγο στο χέρι. Η μία πόρτα άνοιγε, η άλλη έκλεινε. Είστε πολύ καλή, της έλεγα. Μακάρι να ήταν όλες οι πελάτισσες σαν κι εσάς”.
Από τη μεριά της, εκείνη, που δεν έφυγε στιγμή από κοντά του, είχε δηλώσει: “Με συγκίνησαν τα ωραία πράσινα μάτια του. Η λάμψη από ευγένεια, καθαρότητα και καλοσύνη που εξέπεμπαν… Ε, και τρέλα! Μια δόση τρέλας, υπήρχε”.
“Δεν είχα ποτέ φιλοδοξία να γίνω καλός ηθοποιός. Ήθελα να είμαι δουλευταράς. Να δουλεύω με ταχύτητες μεγάλες”.
1. Η θητεία στη Μακρόνησο και οι πρώτοι ρόλοι
Την περίοδο 1948-1950 υπηρέτησε τη θητεία του ως “ανεπιθύμητος” φαντάρος στη Μακρόνησο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Νίκο Κούνδουρο. Η εμμονή του Βέγγου με την σκόνη αποτυπωνόταν σε πολλές ταινίες του. Την απέκτησε από τη Μακρόνησο: Αυτή η γνωριμία με τον Κούνδρουρο οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, το 1954, στην ταινία Μαγική Πόλη του Κούνδουρου. Για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε μικρούς ρόλους, εργαζόμενος παράλληλα και ως φροντιστής στα κινηματογραφικά πλατό. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε σε μερικές από τις πιο ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως “Ο δράκος”, “Διακοπές στην Αίγινα”, “Μανταλένα”, “Ο Ηλίας του 16ου”, “Ποτέ την Κυριακή”.
Ο πρώτος του μεγάλος ρόλος ήταν μαζί με τον Νίκο Σταυρίδη στην ταινία “Οι δοσατζήδες” του 1960. Τον ίδιο καιρό, το 1959, πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού, όχι από Σχολή αλλά ως εξαιρετικό ταλέντο με εξετάσεις σε ειδική επιτροπή. Η πρώτη του θεατρική παράσταση ήταν στην επιθεώρηση “Ομόνοια πλατς-πλουτς”, δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη, επίσης το 1959. Από τότε άρχισε να αναπτύσσει το δικό του στυλ και να μετατρέπει τις παραγωγές στις οποίες έπαιζε σε one-man show.
2. Ο ρόλος του αεικίνητου κωμικού
Με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη άρχισε να αναπτύσσει τον τύπο του νευρικού, αεικίνητου τύπου, που τον καθιέρωσε και αρχίζει να γίνεται δημοφιλής. Οι ταινίες “Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ”, “Μην είδατε τον Παναή”, “Ζήτω η τρέλλα!”, “Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης” τον καθιέρωσαν στο ευρύ κοινό. Το 1964 ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής “ΘΒ-Ταινίες Γέλιου”. Την περίοδο 1965-1969, συνεργαζόμενος με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό αλλά και σκηνοθετώντας ο ίδιος κάποιες φορές, γύρισε τις καλύτερες ταινίες του, όπως “Φανερός πράκτωρ 000”, “Τρελός, παλαβός και Βέγγος”, “Ποιος Θανάσης;”, με σουρεαλιστικό χιούμορ και αυτοσχεδιασμό στα γυρίσματα.
Παρά την εμπορική και καλλιτεχνική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδήγησαν την εταιρία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή, από την οποία συνήλθε μετά από πολλά χρόνια. Όταν χρεοκόπησε έχασε ακόμα και το σπίτι του στην Κυψέλη, όπου ζούσε ο ίδιος και η οικογένειά του.
3. Η βράβευση και η απόλυτη καταξίωση
Τη δεκαετία του ’70 συνεργάστηκε με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη και το 1971 αποθεώθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης με την ταινία “Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση;” να αποσπά τα βραβεία κριτικών και κοινού. Η ταινία “Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας” του 1976 ήταν τεράστια εμπορική επιτυχία. Τη δεκαετία αυτή μετατοπίστηκε θεματολογικά από τον σουρεαλισμό στην κοινωνική κριτική. Τη δεκαετία του ’80, ακολουθώντας τη μόδα της εποχής γύρισε έξι βιντεοταινίες και την τηλεοπτική σειρά “Βεγγαλικά” που προβλήθηκε το 1988. Το 1990 εμφανίστηκε στη σειρά του ΑΝΤ1 Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης.
4. Όλα είναι δρόμος
Η επιστροφή του στον κινηματογράφο έγινε με την ταινία “Ήσυχες μέρες του Αυγούστου” του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του εδώ ήταν χαμηλών τόνων, ενώ κορυφαία στιγμή στην καριέρα του θεωρείται το “Όλα είναι δρόμος” του 1998.
Το 1995 έπαιξε στο βλέμμα του Οδυσσέα του Θεόδωρου Αγγελόπουλου. Εκεί έκανε τον ταξιτζή που μετέφερε τον σκηνοθέτη στην Αλβανία. Η παρακάτω σκηνή, θεωρείται ορόσημο:
“Η Ελλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σα λαός. Κάναμε τον κύκλο μας, δεν ξέρω πόσες χιλιάδες χρόνια, ανάμεσα σε σπασμένες πέτρες και αγάλματα. Και πεθαίνουμε…. Αλλά αν είναι να πεθάνει η Ελλάδα, να πεθάνει γρήγορα. Γιατί η αγωνία κρατάει πολύ και κάνει πολύ θόρυβο”.
Το 1997 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Επίδαυρο στο ρόλο του Δικαιόπολι στους Αχαρνής και το 2001 στην Ειρήνη του Αριστοφάνη. Ήταν πλέον ένας πιο ώριμος Βέγγος που ανέπτυσσε μια άλλη πλευρά του υποκριτικού του μεγαλείου. Το 2002 έπαιξε στην τηλεοπτική σειρά “Περί ανέμων και υδάτων” ενώ η τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση ήταν στην ταινία “Το πέταγμα του κύκνου” ταινία που προβλήθηκε το 2010. Αξίζει να σημειωθεί πως εμφανίστηκε σε μετρημένες βραβεύσεις, μία εκ των οποίων ήταν στο πλάι του Κάρολου Παπούλια για το μετάλλιο του Τάγματος του Φοίνικα. Ακόμη ένα δείγμα της σεμνότητάς του.
5. Το σπάνιο διαφημιστικό μετά το τροχαίο με τρένο
Το 2000 ο μεγάλος ηθοποιός είχε ένα πάρα πολύ σοβαρό ατύχημα μαζί με την σύζυγό του, όταν το ΙΧ στο οποίο επέβαιναν συγκρούστηκε με διερχόμενη αμαξοστοιχία λίγο έξω από τους Αγίους Θεοδώρους. Τότε, ο Θανάσης Βέγγος είχε πάρει όλη την ευθύνη του ατυχήματος πάνω του, καθώς όπως φαίνεται δεν υπολόγισε σωστά και προσπάθησε να προλάβει να περάσει τις γραμμές του τρένου, τη στιγμή που κατέβαιναν οι μπάρες για τη διερχόμενη αμαξοστοιχία.
“Εγώ φταίω” είχε πει. Ήταν ίσως ένας από τους ελάχιστους που παραδέχθηκαν το σφάλμα τους την ώρα που το έκανε.
Εκείνο το ατύχημα, είχε δώσει το έναυσμα στον αγαπημένο ηθοποιό για να γυρίσει λίγο καιρό μετά ένα τηλεοπτικό σποτ σε συνεργασία με το υπουργείο Μεταφορών και τον ΟΣΕ, σε σκηνοθεσία Ντίνου Κατσουρίδη, το οποίο προβαλλόταν από τα τηλεοπτικά δίκτυα ως κοινωνικό μήνυμα.
Η πτώχευση
Το 1964, ο Θανάσης Βέγγος αποφάσισε να φτιάξει τη δική του εταιρεία παραγωγής, που ονόμασε «ΘΒ- ταινίες γέλιου». Ο ηθοποιός ίδρυσε την εταιρεία ώστε να είναι ελεύθερος να γυρνά τις ταινίες με απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία. Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά και ο Βέγγος πέτυχε αυτό που ήθελε. Την ελευθερία έκφρασης. Σύντομα όμως, άρχισαν τα πρώτα οικονομικά προβλήματα. Ο Θανάσης Βέγγος ήταν ένας πολύ ταλαντούχος ηθοποιός, που σημάδεψε με τις ερμηνείες και το στυλ του τον ελληνικό κινηματογράφο.
Στην οικονομική διαχείριση, όμως, δεν είχε καθόλου ταλέντο. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, η εταιρεία απέκτησε μεγάλα χρέη, τα οποία ο ηθοποιός αδυνατούσε να καλύψει. Ένα από τα λάθη του ήταν ότι για να ολοκληρώσει τις ταινίες του, προπωλούσε μετοχές, που συχνά ξεπερνούσαν το 100% της πραγματικής αξίας. Έφτανε στο σημείο να πουλήσει το 120% με 130% της ταινίας και στη συνέχεια να είναι υποχρεωμένος να πληρώνει το 30% ή το 20% επιπλέον. Η φήμη του για την κακοδιαχείριση των οικονομικών, γρήγορα εξαπλώθηκε και όσοι ήθελαν να βγάλουν άμεσα χρήματα, αγόραζαν μετοχές από τον Βέγγο. Ακόμα και παλιοί συνεργάτες του, έσπευσαν να εκμεταλλευτούν την αδυναμία του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό ενός ηλεκτρολόγου, στον οποίο ο Βέγγος δώρισε ποσοστά από μία ταινία του, όταν πληροφορήθηκε ότι η γυναίκα του ήταν έγκυος. Όταν προβλήθηκε η ταινία, ο ηθοποιός δεν είχε χρήματα για να δώσει στον ηλεκτρολόγο. Εκείνος τότε, τον κατήγγειλε για χρέη και τον οδήγησε στα δικαστήρια.
“Από τη ζωή μου κρατάω ότι με αγάπησαν 4 εκατομμύρια άνθρωποι και με μίσησαν τρεις. Νομίζω ότι δεν θα είναι παραπάνω”
Η τελειομανία του
Οι άνθρωποι που γνώριζαν καλά τον Θανάση Βέγγο, πιστεύουν πως αιτία της οικονομικής του καταστροφής ήταν η παροιμιώδης τελειομανία του. Ο ηθοποιός, όταν έγινε ο ίδιος παραγωγός, δηλαδή χρηματοδότης των ταινιών του, δεν λογάριαζε τα χρήματα. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ήταν ικανός να επαναλάβει την κάθε σκηνή αμέτρητες φορές, μέχρι να ικανοποιηθεί. Ακόμα και για μια μικρή λεπτομέρεια, μπορούσε να σταματήσει το γύρισμα και να το ξεκινήσει από την αρχή. Όλα αυτά, σε μια εποχή που το φιλμ ήταν πολύ ακριβό. Οι ιδιοτροπίες του είχαν κόστος, το οποίο έπρεπε να πληρώσει από τα λεφτά που δεν είχε.
Σε μια συνέντευξή του, αναγνώρισε το κόστος των επιλογών του: «Θα ξέρεις βέβαια, ότι κάποτε έβαλα όλο το συνεργείο και ξεσκόνισε τις Θερμοπύλες! Ναι, μα τον Θεό! Καθαρίσαμε τις Θερμοπύλες για ένα γύρισμα. Αυτή η τελειότητα μόνο στο δικό μου κεφάλι υπάρχει. Αυτή η τελειότητα με έχει οδηγήσει δύο φορές στην καταστροφή», είπε ο ηθοποιός. Παρόλο που επιχειρηματικά ο Βέγγος είχε αποτύχει, οι ταινίες του σημείωναν πάντα επιτυχία. Δυστυχώς όμως, η απήχηση των ταινιών δεν ήταν αρκετή για να τον σώσει από την ολική καταστροφή. Η πτώχευση Ο Βέγγος οδηγήθηκε σε αδιέξοδο.
Οι δανειστές του τον πίεζαν, η εφορία τον κυνηγούσε και οι περισσότεροι φίλοι και συνεργάτες, του είχαν γυρίσει την πλάτη. Ο ηθοποιός έχασε ακόμα και το σπίτι του στην Κυψέλη, όπου ζούσε ο ίδιος και η οικογένειά του. Το διαμέρισμα ήταν το μόνο του περιουσιακό στοιχείο, το οποίο είχε αποκτήσει από την πετυχημένη καριέρα του. Κάποια στιγμή όλοι οι άσοι που είχε ο Βέγγος στο μανίκι του τελείωσαν και έφτασε η στιγμή να δηλώσει χρεοκοπία. Το κλείσιμο της εταιρείας του, όπως είχε αναφέρει σε συνέντευξή του, του στοίχισε πολύ. «Η στιγμή που ξεβίδωσα την πινακίδα με το όνομα της εταιρείας από τον τοίχο, δεν περιγράφεται. Ένιωθα σαν να ξηλώνω τα όνειρα μου. Όλα».
Η ανάκαμψη για τον Βέγγο ήρθε πολλά χρόνια αργότερα, όταν τα οικονομικά του ανέλαβε ο παλιός του φίλος και συνεργάτης Ντίνος Κατσουρίδης, ο οποίος τον ενέπνευσε και καλλιτεχνικά, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν από κοινού σημαντικές ταινίες, που βραβεύτηκαν.
Πώς ξεκίνησε το «καλέ μου άνθρωπε»
«Μια ημέρα τυχαία ο Βέγγος έπεσε πάνω σε ζευγάρι ηλικιωμένων. Ο άνδρας αναγνώρισε τον ηθοποιό και τον πλησίασε για του μιλήσει. «Καλέ μου άνθρωπε σ’ ευχαριστώ για τις ταινίες και για το γέλιο που μας χαρίζεις. Όταν σε βλέπω στον κινηματογράφο ξαλαφρώνω για τρεις μέρες από τις έννοιες μου», ανέφερε ο Τάκης Παπαγιαννίδης στη «Μηχανή του χρόνου». Τα λόγια του καθώς φαίνεται επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τον Θανάση Βέγγο και μέσα σε αυτή την ειλικρινή έκφραση, βρήκε και ο ίδιος την δική του αλήθεια.»
Ο θεατρικός συγγραφέας Γιώργος Μιχαηλίδης αποκάλυψε τι συνέβη στην Επίδαυρο
«Έρχεται μια μέρα και μου λέει… Βρε Γιώργο, βρε δάσκαλε, κάνε μου μια χάρη. Τον ρωτάω: «Τι θέλεις Θανάση», μου απαντάει: «Άσε με να πω «καλοί μου άνθρωποι», αυτό το περιβόητο σύνθημα του και του απαντώ: «Θανάση μου για όνομα του Θεού, κολλάει κάπου αυτό»; «Έλα δάσκαλε, Γιώργο, κάνε μου τη χάρη αυτή, σε παρακαλώ» επέμεινε.
«Άσε με να το σκεφτώ λίγο και αν βρω κάπου ένα κενό που να κολλάει θα σου το πω», είπα. Το σκέφτηκα πολύ και του λέω: «Θανάση το βρήκα! Εκεί που γυρνάς από πάνω από τον Όλυμπο, εκεί που κάθεσαι και πλένεις τα πόδια σου, εκεί μπορεί να το πεις το «καλοί μου άνθρωποι». «Σε ευχαριστώ δάσκαλε» μου είπε. Όταν ακούστηκε στην Επίδαυρο το «Καλοί μου άνθρωποι» έπεσε το θέατρο από τα γέλια και από τα χειροκροτήματα».
Θανάσης Βέγγος: Η συγκλονιστική συνέντευξη μαζί με τη σύζυγό του στην Μαρία Κατσουνάκη στην «Καθημερινή»
– Η πιο χαρακτηριστική φράση της καριέρας σας είναι η προσφώνηση «Καλέ μου άνθρωπε…». Την πιστεύετε;
Για όνομα του Θεού! Καθόλου… Τότε, θα μου πείτε, γιατί το έλεγα… 6.6.2017 9 εικόνες από μια έκθεση: Ο Νίκος Κούνδουρος αποκαλύπτεται μέσα από τους δικούς του ανθρώπους Έρχεται ο καφές δίνοντας χρόνο για ανασύνταξη. «Στην υγειά σας. Και στην υγειά της Ιωάννας (Καρυστιάνη) και του Παντελή (Βούλγαρη). Τους αγαπάμε πάρα πολύ», εύχεται η κυρία Ασημίνα, τακτοποιώντας στο μικρό τραπέζι που βρίσκεται στη μέση το κέικ (που είχα υποσχεθεί πως θα φέρω συμβάλλοντας στον πρωινό καφέ), κουλούρια, ένα μπολ με σοκολατάκια υγείας. «Ο Παντελής μού έστειλε ένα σημείωμα ότι γυρίζει την ταινία και θα ήθελε να εμφανιστώ. Είκοσι πλάνα όλα κι όλα. Αλλά με ήθελε κοντά του. Μου λέει ο μικρός μου γιος, ο Χάρης, πατέρα ούτε να το συζητάς. Πρέπει να πας. Και πήγα. Παρά το γεγονός ότι έχω στην πλάτη μου αρκετά εγκεφαλικά επεισόδια… Θυμάστε και το ατύχημα με το τρένο; Γυρίζαμε με τη γυναίκα μου από την Κόρινθο. Εκείνη κινδύνεψε πολύ. Εκ των υστέρων κατάλαβα πόσο πολύ. Ότι είναι σήμερα καλά οφείλεται κυρίως σε έναν γιατρό που το πήρε προσωπικά και δεν έφυγε από δίπλα της.»
– Ασκείτε και ένα επάγγελμα που, ας πούμε ότι, δεν βοηθάει τις μακροχρόνιες σχέσεις.
Έχετε δίκιο. Αλλά για μένα ήταν αυτονόητο ότι θα περάσω με τη Μίνα. Δεν προλάβαινα κιόλας.
Ποιο ήταν το καύσιμο για τη δική σας μηχανή; Το δικό σας «κάρβουνο» για να συνεχίσετε;
«Δεν είχα ποτέ φιλοδοξία να γίνω καλός ηθοποιός. Ήθελα να είμαι δουλευταράς. Να δουλεύω με ταχύτητες μεγάλες.». «Κάτι είχε η φάτσα μου που έφερνε τον άλλον κοντά μου. Ίσως, όταν έπεφτε η ματιά τους επάνω μου, ήξεραν ότι είμαι ένας πολύ εντάξει άνθρωπος. Υπήρξαν και άνθρωποι που επέμεναν να με αποκαλούν “κύριε Βέγγο”. Ε, εκεί γινόμουν έξω φρενών! Μα, Θανάση με λένε! Είναι δυνατόν να με φωνάζετε κύριε Βέγγο; Ένας λαϊκός άνθρωπος ήμουν.»
Τι δεν αντέχετε περισσότερο;
Την υποκρισία και την ψυχική μιζέρια. Αυτό, το εσωτερικό στρίμωγμα στους ανθρώπου.
Ποιο είναι το μεγάλο δώρο που πήρατε από τη ζωή;
Πείνασα πολύ κι εγώ και η οικογένειά μου. Πολλά χρόνια. Μην κοιτάτε πού μένω τώρα. Γεννήθηκα στο Νέο Φάληρο, το ’27. Για μια 20ετία η φτώχεια ήταν πολύ μεγάλη. Στην αρχή, με τη γυναίκα μου, μέναμε σε ένα δωμάτιο.
Έχετε περάσει και καλά στη ζωή σας όμως;
Ναι, ασφαλώς, Απέκτησα δυο γιους, τον Βασίλη, πενήντα ετών, και τον Χάρη, 40. Από τον Βασίλη έχω δύο εγγόνια που λατρεύω. Την Αγγελική και τον Θανασάκο.
Τι κρατάτε από τη ζωή σας;
Ότι με αγάπησαν 4 εκατομμύρια άνθρωποι και με μίσησαν τρεις. Νομίζω ότι δεν θα είναι παραπάνω.
Η φράση του για την ευτυχία
“Έπρεπε να γεράσω, αγόρι μου, για να μάθω τι είναι ευτυχία. Τελικά ευτυχία είναι ένα ζευγάρι χέρια, δύο χέρια… Αυτά που θα σε αγκαλιάσουν, θα σε κρατήσουν, θα σε κοιμήσουν, θα σε περιποιηθούν, θα σου μαγειρέψουν, θα σε χαϊδέψουν και στο τέλος θα σου κλείσουν τα μάτια. Τα πολλά χέρια απλά σε κατσιάζουν… Χάσιμο χρόνου. Θα το δείς κι εσύ όσο μεγαλώνεις…”
Ας θυμηθούμε μερικές αξέχαστες στιγμές που μας άφησε ως κληρονομιά ο «Καλός μας άνθρωπος»:
Θανάσης Βέγγος: Το εκπληκτικό γκράφιτι που έφτιαξαν στη μνήμη του
Στην πόλη της Πάτρας βρίσκεται ένα από τα πιο εντυπωσιακά mural στη χώρα, μία υπέροχη αναπαράσταση σε τοίχο, της μορφής ενός από τους πλέον αγαπημένους ηθοποιούς, τον «Καλό Άνθρωπο». «Υπεύθυνοι» για το καλλιτεχνικό αριστούργημα είναι Political Stencil που έβαλαν όλοι τους τη μαεστρία στον πλαϊνό τοίχο πολυκατοικίας επί της οδού Γούναρη 146, με την ευγενική χορηγία της Κινηματογραφικής Λέσχης Πατρών.