Από την Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Όλα τα λόγια του Θεού είναι καλά
Μόνο, βάρντα, να μην τα πάρουνε στο στόμα τους οι παπάδες
Μενέλαος Λουντέμης
“Ήταν δύο όλοι κι όλοι που διέθεταν τις προϋποθέσεις για μία θέση σε ανώτατο αξίωμα της Δικαιοσύνης. Ο ένας από αυτούς ήταν ο σύζυγος μου. Όλο τον καιρό ευχόμουν και προσευχόμουν, με κάθε τρόπο, να κερδίσει τη θέση ο άντρας μου! Ήταν όνειρο ζωής και για τους δυο μας… Δύο εικοσιτετράωρα πριν την απόφαση της επιτροπής, έμαθα απ’ τις ειδήσεις πως ο άλλος υποψήφιος σκοτώθηκε σε τροχαίο. Έτσι, δεν υπήρχε δεύτερος να διεκδικήσει τη θέση και το όνειρό μας εκπληρώθηκε! Ήταν συνέπεια των προσευχών μου ή μια τραγική σύμπτωση; Δεν μπορώ να το ξέρω…”.
Με αυτά τα λόγια περιέγραψε μια γυναίκα πριν χρόνια την σοκαριστική όπως είπε εμπειρία της σε μία τηλεοπτική εκπομπή, με θέμα την επικοινωνία των ανθρώπων μέσα από ανεξερεύνητους διαύλους που η λογική αλλά και η ψυχολογία αδυνατούν να κατανοήσουν και να εξηγήσουν. Πολλοί από εμάς θα μπορούσαν να αναφερθούν σε παρόμοιες, όχι τόσο ακραίες, εμπειρίες τους, που ενισχύουν την πεποίθηση πως αυτού του είδους η “τηλεπικοινωνία” είναι μία πραγματικότητα. Διαφορετικά η προσευχή, ο διαλογισμός και άλλες πνευματικές λειτουργίες δε θα είχαν νόημα.
Σίγουρα οι περισσότεροι από μας πιστεύουμε πως διαθέτουμε εσωτερικές πνευματικές δυνάμεις που αν τις ενεργοποιήσουμε μέσα από διαλογισμό, προσευχή, ακόμα και με την ευλογία ενός ιερωμένου σε συνδυασμό φυσικά πάντα με την προσπάθεια, μπορούμε να πετύχουμε στόχους που να ξεπερνούν και τις πιο φιλόδοξες προσδοκίες μας.
Αλλά μόνο σε προσωπικό επίπεδο. Δεν μπορούμε να ενεργοποιήσουμε τις πνευματικές δυνάμεις μας για λογαριασμό άλλων. Εκτός, ίσως, από τις ξεματιάστρες, τις χαρτορίχτρες κι αυτές που λύνουν μάγια με το αζημίωτο φυσικά.
Υπάρχουν όμως μέσα στην ανθρώπινη ψυχή και οι αρνητικές δυνάμεις. Δυνάμεις του κακού που εκτοξεύονται σαν βέλη, στοχεύουν συγκεκριμένα πρόσωπα με πρόθεση να προκαλέσουν βλάβη, ψυχική αλλά και σωματική. Αποδείξεις γι’ αυτές δε χρειάζονται. Τις νιώθουμε, τις βιώνουμε στο πετσί μας, στον κοντινό μας περίγυρο. Ίσως να τις εκπέμπουμε ασυναίσθητα κι εμείς οι ίδιοι… Είναι η μισαλλοδοξία, η ζηλοφθονία, η έχθρα, η εκδικητικότητα, το μίσος γενικότερα που εκδηλώνεται με εξορκισμούς, κατάρες, αναθέματα και τώρα με αφορισμούς που αναδεικνύουν το άγνωστο τρομακτικό πρόσωπο της εκκλησίας μας.
Βρίσκουν όμως τελικά το στόχο τους, εκπληρώνουν την αποστολή τους τα ξόρκια ή ό,τι συμβαίνει είναι απλά μία σύμπτωση; Η κυρία της ιστορίας μας που προσεύχονταν να κερδίσει ο άντρας της “με κάθε τρόπο” τη θέση, ακόμα δηλαδή και με ένα θάνατο του άλλου, είχε συναίσθηση των πιθανών συνεπειών της προσευχής της;
Δεν θα ήταν πιο ήρεμη η ψυχή της αν μέσα από τις προσευχές της παρακαλούσε απλά να κερδίσει ο καλύτερος και όχι σώνει και καλά ο σύζυγός της;
Βέβαια οι καθημερινοί άνθρωποι που βασανίζονται από τέτοιου είδους δαίμονες, ελάχιστα ενδιαφέρονται αν τα ξόρκια και τα αναθέματα που εκτοξεύουν, βρίσκουν το στόχο τους. Τους αρκεί που ξεφορτώνονται το μίσος που βασανίζει την ψυχή τους. Όταν όμως τέτοιες ενέργειες, όπως ο αφορισμός, τελούνται δημόσια από εκπρόσωπο της εκκλησίας εις βάρος ενός Πρωθυπουργού και στελεχών του, τότε, επειδή κατά τον Καθηγητή Θεολογίας Παναγιώτη Μπούμη (ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ Αφορισμός – Ανάθεμα) “οι πνευματικές και κοινωνικές συνέπειες της ποινής του αναθέματος είναι εξαιρετικά βαριές”, η Εκκλησία θα πρέπει να έχει τη συγκατάθεση της πολιτικής αρχής για να αφορίσει, σύμφωνα με τον Καταστατικό Χάρτη.
Όμως αυτό δεν έγινε!
Το γεγονός ότι η Ιερά Σύνοδος ακύρωσε την πράξη του Αμβρόσιου ως τελεσθείσα από αναρμόδιο, δεν ακυρώνει τις “συνέπειες” για τους αφορισμένους, όπως το τραύμα που προκαλείται από κάποιον δεν εξαλείφεται επειδή αυτός που το προκάλεσε δεν είχε άδεια οπλοφορίας.
Δεν αρκεί δηλαδή η ακύρωση της πράξης του Αμβρόσιου γιατί οι αναθεματισμένοι ενδέχεται να υφίστανται τις “βαριές πνευματικές και κοινωνικές συνέπειες” της καταδίκης τους και να μην τις διαισθάνονται ακόμη λόγω του ισχυρού σοκ που υπέστησαν. Επειδή λοιπόν οι αναθεματισμένοι είναι εκλεγμένοι άρχοντες και ρυθμίζουν τις τύχες μας για να γλιτώσουμε κι εμείς απ’ τις παρενέργειες, επιβάλλεται άμεσα με βάση το Καταστατικό η άρση του αναθέματος, από τον ίδιο τον “δικαστή” ή κάποιον ανώτερο τουλάχιστον μέχρι να εξαντληθεί η τετραετία της Κυβέρνησης. Διαφορετικά, επειδή δεν μπορεί η χώρα να κυβερνάται από αναθεματισμένους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, πρέπει να πάμε σε εκλογές. Και αν βγει πάλι ο Μητσοτάκης; Ή ακόμα και ο Τσίπρας; Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα!
Η μόνη διέξοδος λοιπόν είναι να αρθεί το ανάθεμα επειγόντως γιατί πέραν των άλλων έχει και μία ακόμη σοβαρή συνέπεια για το πολύ μακρινό μέλλον των αναθεματισμένων που θα τους καταδιώκει και πέραν αυτής της πρόσκαιρης ζωής… “Αν δεν αρθεί το ανάθεμα, ο αναθεματισμένος παραδίδεται στην εξουσία του Θεού, ο οποίος κατά τη συντέλεια του κόσμου θα κρίνει τελεσίδικα…”. Ζήσε Μάη να φας τριφύλλι… Α ρε Αμβρόσιε σε τι περιπέτειες μας έβαλες πάλι…
Υ.Γ. Αν τελικά η εκκλησία μας, αυτό το ύστατο καταφύγιο, ή ο πνευματικός μας, την ευλογία του οποίου μπορεί να αναζητήσουμε κάποια στιγμή, κρύβουν ένα τόσο εκδικητικό και αποτρόπαιο πρόσωπο κάτω απ’ το ράσο, τότε φοβάμαι πως τα άδεια στασίδια δεν θα είναι περιστασιακό φαινόμενο και μόνο ο κορονοϊός δεν θα φταίει…