Αποστρατικοποίηση νησιών Αιγαίου: Μια ιστορική αναδρομή για την αποστρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου που ζητά η Τουρκία, από την Λωζάννη μέχρι σήμερα
Αποστρατικοποίηση νησιών Αιγαίου: Πριν περίπου δύο βδομάδες η Τουρκία συνέχισε την προκλητική της στάση ανανεώνοντας τρεις νέες NAVTEX που εκδόθηκαν από την Υδρογραφική Υπηρεσία της Σμύρνης και θέτουν εκ νέου ζήτημα αποστρατικοποίησης έξι νησιών του Αιγαίου.
Του Παντελή Ζηβόντση
Μετά τις παράνομες έρευνες του Oruc Reis στην Ανατολική Μεσόγειο, η Άγκυρα κατηγόρησε την Αθήνα ότι παραβιάζει τη Συνθήκη της Λωζάνης, επαναφέροντας στο τραπέζι το αίτημα για αποστρατικοποίηση ελληνικών νησιών. Οι ναυτικές οδηγίες αφορούν την Ικαρία, την Πάτμο, τη Χίο, τη Σάμο, τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη.
Παράλληλα, στις 7 Δεκεμβρίου ο ‘’πατέρας’’ της ‘’Γαλάζιας Πατρίδας’’, απόστρατος αντιναύαρχος Τζιχάτ Γιαϊτζί, πρόβαλε τις τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο. Μεταξύ άλλων αμφισβήτησε την κυριότητα 152 νησιών, νησίδων και βραχονησίδων στο Αιγαίο, υποστηρίζοντας ότι δεν μεταβιβάστηκαν στη χώρα μας.
Η Τουρκία έχει μια πάγια τακτική, την οποία ακολουθεί πιστά από τη συνθήκη της Λωζάννης και μετά. Αυτή η τακτική αφορά, προκλήσεις, εντάσεις, παράνομες ενέργειες προσπαθώντας να δημιουργήσει τετελεσμένα στη χώρα μας. Παρακάτω θα γίνει μια ιστορική αναδρομή, της τακτικής της Τουρκίας ως προς το θέμα των νησιών του Αιγαίου.
Συνθήκη της Λωζάννης
Ως αφετηρία της ανασκόπησης αυτής στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ορίζεται η συνθήκη της Λωζάννης το 1923. Μεταξύ των θεμάτων που τέθηκαν στο τραπέζι ήταν το εδαφικό ζήτημα. Και ενώ τα πράγματα ήταν προκαθορισμένα στην Ανατολική Θράκη και τις περιοχές της Μικράς Ασίας τα πράγματα ως προς τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου ήταν διαφορετικά. Όλα τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου είχαν απελευθερωθεί από τον ελληνικό στόλο το 1912-13 με την εξαίρεση των Δωδεκανήσων.
Η τουρκική αντιπροσωπεία τόνισε ότι τα νησιά, αν και κατοικούνταν από ελληνικό πληθυσμό, ήταν ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια της Τουρκίας. Ακολούθως ζήτησε την αναγνώριση της τουρκικής κυριαρχίας στην Ίμβρο Τένεδο και τη Σαμοθράκη, απαίτησε ειδικό καθεστώς αυτονομίας για τη Λήμνο, τη Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο και την Ικαρία ενώ διεκδίκησε επίσης την πλήρη αποστρατικοποίηση των νησιών. Η ελληνική πλευρά δέχτηκε να συζητήσει την αποστρατικοποίηση τονίζοντας όμως ότι όλα τα νησιά έπρεπε να μείνουν ελληνικά. Η Τουρκία από την άλλη αναφερόταν σε θέματα ασφαλείας. Τελικά αποφασίσθηκε να δοθεί η Ίμβρος και η Τενέδος στην Τουρκία υπό τον όρο ειδικού καθεστώτος. Με την οριστικοποίηση του εδαφικού καθεστώτος αποφασίσθηκε και το θέμα των στρατιωτικών δυνάμεων που θα στάθμευαν επ’αυτών. Λέσβος, Χίος, και Ικαρία ετέθησαν υπό καθεστώς μερικής αποστρατικοποίησης. Αντιθέτως Λήμνος και Σαμοθράκη υπό πλήρη ουδετεροποίηση. Το σίγουρο είναι ότι η Λωζάννη έχει τόσο συμβολική και ουσιαστική σημασία στις μετέπειτα ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Κατοχή
Είκοσι σχεδόν χρόνια μετά, την περίοδο της κατοχής, εμφανίστηκαν ξανά κάποια σύννεφα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις λόγω των νησιών του Αιγαίου. Όταν ο βασιλιάς Γεώργιος Β’ και η ελληνική κυβέρνηση διέφυγαν από την βομβαρδιζόμενη Αθήνα και εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη, εξελίσσονταν κάποιες παρασκηνιακές ενέργειες μεταξύ Βρετανίας και Τουρκίας για κάποια από τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου. Η βασική σκέψη ήταν κάποια νησιά να μην καταληφθούν από τους Γερμανούς αλλά από τους Τούρκους. Μέχρι το τέλος του πολέμου η ελληνική πλευρά είχε γίνει δέκτης μηνυμάτων αναφορικά με το μελλοντικό εδαφικό καθεστώς του Αιγαίου και την επιθυμία της Τουρκίας να αποκτήσει κάποια νησιά. Τελικώς κάτι τέτοιο δεν έγινε και αξίζει να σημειωθεί ότι οι σχέσεις των δύο χωρών την περίοδο του πολέμου κινήθηκαν σε επίπεδα που ήταν ανεκτά, δεν είχαν όμως καμία σχέση με το φιλικό κλίμα της δεκαετίας του 1930.
Ελληνοτουρκικές εκκρεμότητες πριν το 1974
Και κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Στο μεσοδιάστημα κατοχής με 1973, το μεγάλο γεγονός που ταράζει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι το Κυπριακό. Από τον αγώνα της ΕΟΚΑ μέχρι τη συνθήκη του Λονδίνου, οι σχέσεις των δύο κρατών είχαν πληγεί αρκετά. Φυσικά η Τουρκία, γνωρίζοντας καλά την τακτική της διεκδίκησης, βγαίνοντας ως ένα βαθμό κερδισμένη στη διάσκεψη του Λονδίνου ξεκίνησε, έχοντας και την σιωπηλή στήριξη των Αμερικανών, να θέτει στο τραπέζι πράγματα. Ένα από αυτά ήταν η αποστρατικοποίηση των νησιών. Το θέμα ετέθη για πρώτη φορά το 1964. Εν ολίγοις η Τουρκία μέχρι και την εισβολή στην Κύπρο διαμαρτύρονταν για τη Λήμνο, Ρόδο και Κω σχετικά με κάποιες ενέργειες της χώρας μας που θεωρούσε ότι παραβιάζουν το καθεστώς αποστρατικοποίησης. Η ελληνική πλευρά βέβαια απέρριπτε την διαμαρτυρία. Το θέμα μέχρι την εισβολή δεν επανετέθη.
1974
Η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο άλλαξε τα δεδομένα. Είναι σημείο τομής για τις μετέπειτα ελληνοτουρκικές σχέσεις. Μετά την εισβολή η Τουρκία άνοιξε μέτωπο και στο Αιγαίο επαναφέροντας το θέμα της αποστρατικοποίησης των νησιών. Η Λωζάννη και η συνθήκη των Παρισίων (1947) επέβαλαν σε ορισμένα νησιά του ανατολικού Αιγαίου καθεστώς αποστρατικοποίησης. Πιο συγκεκριμένα: μερική (Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία), ολική ( Λήμνος, Σαμοθράκη), ολική (νησιωτικό σύμπλεγμα δωδεκανήσου, συνθήκη Παρισίων). Η Τουρκία τότε επανέφερε ξανά το θέμα της ασφάλειας. Το βασικό θέμα που είχε συζητηθεί ήταν αυτό της νόμιμης άμυνας από την πλευρά της Ελλάδας.
Η Τουρκία ναι μεν αποδέχτηκε τον όρο αυτό ωστόσο θεώρησε ότι για να μπορέσει να ασκηθεί θα πρέπει πρώτα το κράτος να έχει γίνει στόχος ένοπλης επίθεσης. Η τουρκική άποψη στηρίχθηκε στο ότι η Ελλάδα επικαλούμενη μια αόριστη απειλή, είχε προχωρήσει σε μόνιμη βάση σε αλλαγή του καθεστώτος στο Αιγαίο. Βέβαια, είναι γεγονός ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί από ελληνικής πλευράς έχουν παρθεί χωρίς να έχει προϋπάρξει επίθεση από την Τουρκία. Εδώ όμως υπάρχει ένα τεράστιο ΑΛΛΑ.
Οι γεωγραφικές συνθήκες της περιοχής, θα καθιστούσαν κενή περιεχομένου τη λήψη μέτρων, αφού σημειωνόταν μια επίθεση. Η Τουρκία θα κατελάμβανε τα νησιά χωρίς την παραμικρή αντίσταση. Επομένως, η αμυντική προπαρασκευή είναι απαραίτητο στοιχείο για να μπορέσει η Ελλάδα να ασκήσει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας. Και φυσικά ο λόγος που οι σχέσεις μετά την εισβολή θεωρείται τομή είναι γιατί η Τουρκία έθετε πλέον το ζήτημα ανοιχτά. Δεν είχε καμία σχέση με το 1923 ή το 1947. Η έντονη επιθυμία της για αποστρατικοποίηση των νησιών ανησυχούσε τη διεθνή σκηνή αφού μια τέτοια θέση διευκόλυνε την εκδήλωση του τουρκικού επεκτατισμού.
‘’Άνοιξε’’ η όρεξη
Οι σχέσεις των δύο κρατών από το 1974 και έπειτα άλλαξαν ριζικά. Η σιωπηλή επιθυμία της Τουρκίας τα πρώρα χρόνια μετά τη Λωζάννη για διεκδίκηση του Αιγαίου άλλαξε από την εισβολή και έδειξε ξεκάθαρα τις επιθυμίες της. Θέματα που προέκυψαν ήταν το θέμα της συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου, η κρίση με το Σισμίκ, το Πίρι Ρέις, στα Ίμια, οι παραβιάσεις του εναέριου χώρου, το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας. Μέρος των θεμάτων αυτών φτάνουν μέχρι το σήμερα. Και είναι χαρακτηριστική η έξαρση της τουρκικής προκλητικότητας μετά το 1974.
Η Ελληνική στάση μετά το 1974
Φτάνοντας προς το τέλος, πάμε να κάνουμε μια αποτίμηση της ελληνικής στάσης μετά το 1974. Στο μέτωπο του Αιγαίου προτεραιότητα της Ελλάδας ήταν η αποφυγή άμεσης σύγκρουσης με την Τουρκία. Η ελληνική πλευρά ακολούθησε αμυντική στάση στα θέματα του Αιγαίου. Όλες οι επιδιώξεις περιορίζονταν στην επαναφορά του status quo ante 1974. Παράλληλα, προχώρησε στην ανασυγκρότηση των ενόπλων δυνάμεων και τη συστηματική οχύρωση των ανατολικών νησιών του Αιγαίου.
Σαφώς και ένας από τους λόγους την τουρκικής προκλητικότητας είναι και η φοβική στάση της ελληνικής πλευράς από το 1974. Ελληνική υφαλοκρηπίδα και χωρικά ύδατα επί χρόνια αποφεύγονταν να συζητηθούν πόσο μάλλον να διεκδικηθούν. Τα τελευταία χρόνια βέβαια αυτό δείχνει να αλλάζει λόγω των σημαντικών συμμαχιών που έχει αναπτύξει η Ελλάδα με το Ισραήλ και την Αίγυπτο αλλά και την τουρκική προκλητικότητα που έχει περάσει κάθε όριο αναγκάζοντας την Ευρώπη να κοιτάξει το πρόβλημα στα μάτια.
Ποια στάση πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα σήμερα
Το θέμα της αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου είναι εξαιρετικά σοβαρό. Η Τουρκία το θέτει μετ’ επιτάσεως παρ’ ότι είναι προφανές ότι δεν της προσφέρει κάποιο λειτουργικό όφελος. Από ελληνικής πλευράς το θέμα της αποστρατικοποίησης συνδέεται με το δικαίωμα κάθε κράτους να λαμβάνει μέτρα για τη νόμιμη άμυνά του. Δυστυχώς η σοβαρότητα του θέματος επιβάλλει στην Ελλάδα να μη θέσει στην κρίση ενός διεθνούς δικαιοδοτικού οργάνου την ορθότητα των θέσεων για την αποστρατικοποίηση. Εάν τα νησιά αποστρατικοποιηθούν, η εμπειρία με την Τουρκία μετά το 1974 έχει δείξει ότι κινδυνεύουν άμεσα. Η απάντηση λοιπόν στο αν η Ελλάδα πρέπει να κάτσει στο τραπέζι και να διαπραγματευτεί με την Τουρκία το θέμα αυτό, η απάντηση είναι απλή. Σε καμία περίπτωση.