Από την Ευτυχία Παπούλια
Κοινωνιολόγος
Ποτέ μη ζητάς συγγνώμη και ποτέ μη δίνεις εξηγήσεις. Είναι σημάδι αδυναμίας.
– ο Τζων Γουέιν στην ταινία She Wore a Yellow Ribbon, 1949
Δεν ήταν λάθος μου που πήγα στην Πάρνηθα για άσκηση… Το λάθος μου ήταν που δέχθηκα να φωτογραφηθώ χωρίς μάσκα. Ενοχλήθηκα που μια στιγμή ανεμελιάς διογκώθηκε σε τέτοιο βαθμό. Αλλά μου έδωσε τη δυνατότητα να σκεφτώ το παράδειγμα που δίνουν οι πολιτικοί…
Αυτά είπε, ανάμεσα στ’ άλλα, σε μια συνέντευξη, εξομολόγηση, πριν λίγες μέρες στον Alpha ο Κυριάκος Μητσοτάκης «απολογούμενος» σχεδόν γιατί σε μια πολύ ανθρώπινη στιγμή ανεμελιάς και ξεγνοιασιάς στην Πάρνηθα, στιγμές δηλαδή που όλοι μας, πόσο μάλιστα ο Πρωθυπουργός που διαχειρίζεται τις ζωές μας έχουμε ανάγκη να αναζητήσουμε υπερβαίνοντας ενδεχομένως και κάποιους περιορισμούς που κάτω από ορισμένες συνθήκες μόνο τυπική αξία έχουν. Όπως για μια ομάδα δικυκλιστών που ασκείται στους δρόμους της Πάρνηθας και που η χρήση της μάσκας δεν κρίνεται απαραίτητη.
Η συνάντηση του Πρωθυπουργού με τους άλλους δικυκλιστές, η οποία προφανώς αιφνιδίασε ευχάριστα όλους, φαντάζομαι να κράτησε λιγότερο από κι ένα λεπτό. Και η όποια σπουδή του κ. Μητσοτάκη να φορέσει τη μάσκα θα κατέστρεφε ένα σημαντικό στιγμιότυπο της ζωής αυτών των παιδιών που είχαν την τύχη να αποτυπώσουν, να την κάνουν κάδρο στο σαλόνι τους και να καμαρώνουν στο μέλλον γι’ αυτήν την απρόσμενη συνάντησή τους με τον Πρωθυπουργό της χώρας.
Ποια συναισθηματική αξία θα είχε αυτή η εικόνα, αν το κεντρικό πρόσωπο φορούσε μάσκα; Ήταν απαραίτητο δηλαδή να θυσιαστεί η αισθητική της εικόνας στο βωμό της σκοπιμότητας; Ακόμα δηλαδή και μια στιγμή ανεμελιάς του Πρωθυπουργού στην υπηρεσία της πολιτικής; Θα μπορούσε ίσως ο Πρωθυπουργός, αντί να απολογείται» να δώσει εξηγήσεις πως έκρινε ότι δεν έπρεπε να φορέσει τη μάσκα στο συγκεκριμένο στιγμιότυπο. Ωστόσο εκείνος αποδέχθηκε το »λάθος» του, κάποιοι το εξέλαβαν και ως συγγνώμη μάλιστα…
Η επισήμανση των λαθών μας από κάποιους που διαθέτουν την ικανότητα να τα εντοπίζουν και να μας τα υποδεικνύουν και η αποδοχή τους από πλευράς μας εκθειάζεται ως πράξη γενναιότητας, πιστώνεται στα θετικά του χαρακτήρα μας και μας αξίζει το χειροκρότημα. Έχει, μάλιστα, αναχθεί η αναγνώριση των λαθών μας, ιδίως όταν συνοδεύεται από μία συγνώμη, σε αδιαμφισβήτητη ηθική υπεραξία που μας τιμά και κερδίζουμε την εκτίμηση των άλλων.
Αυτό δεν είναι αλήθεια. Η εκτίμηση με την οποία περιβάλλονται όσοι δημόσια παραδέχονται τα λάθη τους και ζητάνε μάλιστα και συγνώμη δεν είναι ειλικρινής. Το «έπαθλο» πως η αποδοχή των λαθών μας, η αυτοκριτική και η συγγνώμη είναι απόδειξη ακέραιου χαρακτήρα είναι μία παγίδα. Σίγουρα όλοι, κυρίως οι ηγέτες, πρέπει να κάνουν την αυτοκριτική τους, αλλά όχι δημόσια. Πολλοί ηγέτες πιστεύουν, κι αυτό συμβαίνει, πως οι πολίτες τους θέλουν προσιτούς, ανθρώπινους, με τα λάθη τους, τις αδυναμίες τους, τις συγγνώμες τους όταν χρειάζεται. Τους θέλουν να χαμηλώσουν», να έρθουν στα μέτρα τους, να συγχρωτιστούν μαζί τους. Να είναι το γειτονάκι τους, να του λένε γεια του Κυριάκο, γεια σου Αλέξη.
Δεν είναι απολύτως ορθό, κυρίως οι ηγέτες, να αποδεχόμαστε a priori ως λάθος κάποια παρέκκλιση της συμπεριφοράς μας απ’ τις βασικές μας αρχές μόνο για να κερδίσουμε λίγους πόντους κίβδηλης γενναιότητας. Είναι προτιμότερο να υπερασπιστούμε αυτήν την παρέκκλιση. Διαφορετικά αυτοενοχοποιούμαστε, γινόμαστε θύματα, αφήνουμε τους άλλους να ασκούν έλεγχο στη ζωή μας και στις αποφάσεις, αποδομούμε σιγά σιγά το χαρακτήρα μας, καθιστώντας μας έτσι ευάλωτους, αναποφάσιστους και διαχειρίσιμους από πλευράς όλων εκείνων που θέλουν να μας ελέγχουν.
Φυσικά και πρέπει να συζητάμε με τους συνεργάτες μας, να ακούμε τις απόψεις τους. Ωστόσο, αυτή η επιμονή με την οποία μας προτρέπουν να αποδεχόμαστε τα κατά την κρίση τους λάθη μας και να ζητάμε και συγγνώμη υποκρύπτει τη βούληση των άλλων να μας ευτελίσουν, να μας αποδομήσουν, παρά να αναδείξουν το μεγαλείο της ψυχής μας και την ακεραιότητα του χαρακτήρα μας. Η αναγνώριση των λαθών μας δημόσια και η έκφραση συγγνώμης θα είναι πάντα ενέργειες ταπεινωτικές όσο και αν τις αναγάγουμε σε μεγαλείο ψυχής.