Η Άγκυρα συνεχίζει συστηματικά την προσπάθεια αποδόμησης της προοπτικής του 62ου γύρου των διευρευνητικών επαφών μέσω δηλώσεων κυβερνητικών στελεχών, αλλά κυρίως μέσω προκλητικών ενεργειών. Στο πλαίσιο αυτό εξέδωσε παράνομη NAVTEX για υδρογραφικές εργασίες ανάμεσα στη Λήμνο, στον Άγιο Ευστράτιο και τη Σκύρο, το «Τσεσμέ» ξεκίνησε έρευνες στο Κεντρικό Αιγαίο, ενώ διακινήθηκαν fake news περί παρενόχλησης του υδρογραφικού πλοίου από ελληνικά F-16. Παρά δε την ελληνική απάντηση ότι τα ελληνικά μαχητικά δεν προσέγγισαν το υδρογραφικό εγγύτερα των 10 ναυτικών μιλίων, ο Τούρκος υπουργός Αμυνας Χουλουσί Ακάρ δήλωσε δύο φορές ότι η Άγκυρα έδωσε την «κατάλληλη» απάντηση στην Αθήνα, έστω κι αν δεν έγινε απολύτως κατανοητό ποια είναι η απάντηση αυτή.
Πιθανολογείται ότι εννοεί ότι μετά τη θρυλούμενη παρενόχληση δύο τουρκικά F-16 παραβίασαν τον ελληνικό εναέριο χώρο και επιστρέφοντας στις βάσεις τους, περίπου στις 19.00 το απόγευμα, έσπασαν το φράγμα του ήχου ενώ περνούσαν ανάμεσα στη Χίο και τη Σάμο. Πολίτες στη Χίο έκαναν λόγο για ήχο έκρηξης που παραπέμπει στο sonic boom που προκαλείται όταν ένα αεροσκάφος αναπτύσσει μεγάλη ταχύτητα και σπάζει το φράγμα του ήχου. Από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας η πληροφορία δεν έχει επιβεβαιωθεί επίσημα, αν και επαληθεύεται ότι στις 18.45 το απόγευμα της Τρίτης δύο ζεύγη τουρκικών F-16 πέρασαν χωρίς άδεια στο FIR Αθηνών από την περιοχή μεταξύ της Λήμνου και της Λέσβου και το ένα από δύο ζευγάρια βγήκε 15 λεπτά αργότερα πετώντας νότια της Χίου.
Ελληνοτουρκικά διερευνητικές: Πρώτα η «Γαλάζια πατρίδα» μετά το ψωμί
Σε μια Τουρκία που η τιμή των βασικών αγαθών απογειώνεται, η δαιμονοποίηση της Ελλάδας φάνηκε πρόσφορη στο καθεστώς Ερντογάν, προκειμένουν να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη. Παράλληλα, ενώ υλοποιούν ένα κολοσσιαίο εξοπλιστικό πρόγραμμα για το οποίο έχουν εκταμιεύσει σχεδόν 15 δισ. δολάρια την τριετία 2018-2020, οι Τούρκοι μέρα παρά μέρα εκφράζουν την ενόχλησή τους για την απόφαση της Αθήνας να προχωρήσει σε αγορές οπλικών συστημάτων όπως τα γαλλικά μαχητικά αεροσκάφη Rafale.
Ελληνοτουρκικά διερευνητικές: Το ισοζύγιο της αλήθειας
Στο ισοζύγιο εξοπλιστικών Ελλάδας – Τουρκίας, η σύγκριση αποκαλύπτει την κρυφή ατζέντα της Αγκυρας: στα έτη 2018, 2019 και 2020, οι Τούρκοι έχουν ήδη δώσει 15 δισ. δολάρια για στρατιωτικούς εξοπλισμούς, ενώ η Ελλάδα έχει διαθέσει λίγο περισσότερο από το 10% του τουρκικού προϋπολογισμού. Για την τριετία 2018-2020, η Αθήνα έχει εκταμιεύσει περί το 1,8 δισ. δολάρια για στρατιωτικούς εξοπλισμούς. Κι όμως, ο Τούρκος υπουργός Αμυνας απειλεί ότι από την αύξηση της έντασης και τους εξοπλισμούς που σχεδιάζει η Αθήνα «τη μεγαλύτερη ζημιά θα την πάθει ο ελληνικός λαός». Παραλλήλως, ο Χουλουσί Ακάρ επαναλαμβάνει ότι η Τουρκία είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα δικαιώματά της στη «γαλάζια πατρίδα», στην οποία η Αγκυρα συμπεριλαμβάνει ζώνες όπου η Ελλάδα έχει απαράγραπτα κυριαρχικά δικαιώματα τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ελληνοτουρκικά διερευνητικές: Κρίσιμη η επόμενη εβδομάδα
Πιστός στην απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να διατηρηθεί η ψυχραιμία και να μην ανατροφοδοτηθεί η τεχνητή ένταση που επιδιώκει να προκαλέσει η Αγκυρα, ο κ. Νίκος Δένδιας επισήμανε ότι «η Ελλάδα αντιδρά όπως πρέπει και όταν πρέπει. Όχι όταν και όπως το επιθυμεί η Τουρκία». «Κακά τα ψέματα, στους προηγούμενους 61 γύρους των διερευνητικών επαφών έχουν συζητηθεί όλα. Η τουρκική πλευρά ξέρει τι δέχεται και τι θα μπορούσε να δεχθεί η ελληνική πλευρά, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την τουρκική διαπραγματευτική ομάδα», λέει έμπειρος παράγοντας για τις διερευνητικές επαφές.
Το ερώτημα τι θα μπορούσε να συζητηθεί μεταξύ της ελληνικής αντιπροσωπείας του Παύλου Αποστολίδη, Αλέξανδρου Κουγιού και της Ιφιγένειας Καναρά με την τουρκική ομάδα των Σεντάτ Ονάλ, Τσαγατάι Ερτσίγες και Μπαρίς Καλκαβάν απομένει να φανεί στην πράξη. Στην Αθήνα δεν υπάρχουν αυταπάτες για τις επιδιώξεις των Τούρκων: η Aγκυρα δεν επιθυμεί απλώς να μετονομάσει αλλά να μετατρέψει τις διερευνητικές επαφές σε απευθείας διαπραγματεύσεις. Γι’ αυτό ήδη από τη συνάντηση της 25ης Ιανουαρίου στην Κωνσταντινούπολη οι Τούρκοι απαίτησαν την έκδοση ανακοίνωσης για τη θεματολογία των συζητήσεων, παραβιάζοντας τη συμφωνία ότι οι διερευνητικές επαφές δεν είναι επίσημες συζητήσεις και γι’ αυτό δεν τηρούνται κοινά συμφωνημένα πρακτικά.