1821 άμαχοι: Σφαγές, εκτελέσεις και εξανδραποδισμοί – Η τύχη όσων δεν έφεραν όπλα.
Τα φώτα της ιστορίας στρέφονται κυρίως στα πεδία των μαχών, μεγάλα ή μικρά, όπου νίκες ή ήττες ορίζουν τη συλλογική πορεία. Μακριά από αυτά τα γεγονότα υπάρχει το ατομικό, μεμονωμένα προσωπικά δράματα των αμάχων, όσων δεν έφεραν όπλα και όσων ηθελημένα ή κυρίως αθέλητα βρέθηκαν και παρασύρθηκαν από τη δίνη των γεγονότων. Η είδηση για την επανάσταση που κήρυξε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στη Μολδοβλαχία είχει φθάσει στην Κωνσταντινούπολη την 1η Μαρτίου 1821 πυροδοτώντας κάποια αρχικά αντίποινα κατά των Ελλήνων. Η πληροφορία, ωστόσο, που έκανε έξαλλη την τουρκική ηγεσία ήταν για την επανάσταση στην Πελοπόννησο. Πρώτος το έμαθε στις 2 Απριλίου 1821 ο Βρετανός διπλωμάτης λόρδος Strangford στην Κωνσταντινούπολη με μήνυμα του Βρετανού προξένου στην Πάτρα. Αυτός με τη σειρά του ενημέρωσε την Πύλη. Τότε
Τότε ο Μέγας Βεζίρης κάλεσε επειγόντως τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄και τον Δραγουμάνο Κ. Μουρούζη, κατηγορώντας τους ότι γνώριζαν για την εξέγερση και συνεργάζονταν με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Ο Σουλτάνος από την πλευρά του ζήτησε «φετφά» από τον ύπατο ιεροδικαστή (Σεΐχ-ουλ-Ισλάμ) Χατζή Χαλίλ, προκειμένου να ανακοινώσει Ιερό Πόλεμο εναντίον των Ελλήνων απίστων και τη σφαγή των χριστιανών της Κωνσταντινούπολης. Αυτός αρνήθηκε την έκδοση φετφά, λόγος για τον οποίο εκτελέστηκε και αντικαταστάθηκε από περισσότερο συνεργάσιμο ιερωμένο. Ο Πατριάρχης αφού συνάντησε το Σουλτάνο κάλεσε τους ηγέτες και άλλους λαϊκούς εκ των Ελλήνων για να συζητήσουν για την κατάσταση. Ο Σουλτάνος Μαχμούντ είχε απαιτήσει τον αφορισμό όσων είχαν ξεσηκωθεί και είχαν σκοτώσει αθώους Τούρκους.
1821 άμαχοι: Το τέλος του Γρηγορίου του Ε΄
Ο Πατριάρχης προέτρεψε τους Έλληνες να φύγουν από την Πόλη, λέγοντας ότι ο ίδιος θα παραμείνει: «Πιστεύω ότι το τέλος μου πλησιάζει αλλά πρέπει να παραμείνω στη θέση μου για να πεθάνω. Αν μείνω, οι Τούρκοι δεν θα βρουν πρόσχημα για να σφαγιάσουν τους Χριστιανούς της πρωτεύουσας». Η επιστολή αφορισμού εμφανίστηκε την Κυριακή των Βαΐων 4 Απριλίου σε όλες τις εκκλησίες της Πόλης, υπογεγραμμένη από τον Πατριάρχη, τον Πολύκαρπο Ιεροσολύμων και 21 άλλους επισκόπους. Αυτό όμως δεν έπεισε τον Σουλτάνο για την νομιμοφροσύνη των Ελλήνων ηγετών. Την ίδια Κυριακή διέταξε την εκτέλεση του Κων. Μουρούζη. Ανήμερα το Πάσχα (10 Απριλίου 1821), μετά τη θεία λειτουργία, καθαιρέθηκε και απαγχονίστηκε στην κεντρική πύλη του πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ (πάνω από 70 ετών τότε) και άλλοι επίσκοποι.
Το σώμα του Πατριάρχη, αφού έμεινε κρεμασμένο για τρεις μέρες, περιφέρθηκε στην πόλη από τον όχλο, μεταφέρθηκε με ακάτιο και ρίχτηκε στην μέση του Κεράτιου κόλπου. Η εκτέλεση του Πατριάρχη έδωσε το έναυσμα για διωγμούς κατά των Χριστιανών κατά τις επόμενες εβδομάδες. Μουσουλμανικός όχλος περιφερόμενος στους δρόμους μπήκε στις εκκλησίες και τις λεηλάτησε. Περίπου 14 ναοί υπέστησαν βαριές καταστροφές, ενώ εισβολή και καταστροφές έγιναν και στο Πατριαρχείο. Έλληνες καταδιώκονταν και εκτελούνταν στους δρόμους, γεγονότα που περιγράφονται και από ξένους που βρίσκονταν στην Πόλη. Αρχικά φονεύονταν μεμονωμένα άτομα, κυρίως ηγέτες της κοινότητας. Κατά τον Μάιο έγιναν και ομαδικοί φόνοι. Εκατοντάδες άτομα αναγκάζονταν να επιβιβαστούν σε πλοία με τη δικαιολογία ότι δήθεν θα εξοριστούν, αλλά πνίγονταν στη θάλασσα.
1821 άμαχοι: Διωγμοί σε άλλες πόλεις
Διωγμοί έγιναν και σε άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας που το ελληνικό στοιχείο ήταν σημαντικό, όπως η Θεσσαλονίκη, η Σμύρνη, οι Κυδωνίες (Αϊβαλί), η Ρόδος και η Κύπρος. Δεν είναι δυνατό να εκτιμηθεί η έκταση και ο αριθμός των θυμάτων των σφαγών σε αυτές τις περιοχές. Εκτελέστηκαν Έλληνες που είχαν αξιώματα και συγγενείς τους, κληρικοί μεταξύ των οποίων ο μητροπολίτης Εφέσου Διονύσιος Καλλιάρχης, αλλά και ανώνυμοι που συλλαμβάνονταν σε επαρχίες ως ύποπτοι και αποστέλλονταν στην Κωνσταντινούπολη.
1821 άμαχοι: Περιπτώσεις εξανδραποδισμού
Μια από τις συνέπειες που είχε η Επανάσταση ήταν η σύλληψη αμάχων (κυρίως γυναικοπαίδων) και η πώλησή τους ως δούλων. Μεγάλος αριθμός δούλων προήλθε από τη Χίο μετά την καταστροφή του 1822, και από την Πελοπόννησο κατά την εκστρατεία του Ιμπραήμ. Κοντά σε αυτούς θα πρέπει να προσθέσουμε τους εξανδραποδισμένους κατοίκους των Ψαρών, της Κάσου και της Καρπάθου. Οι Έλληνες δούλοι που μεταφέρθηκαν στην Άιγυπτο κατά την Επανάσταση και μέχρι το 1827 εκτιμώνται σε 8.000 – 15.000. Με βάση τους εισπραχθέντες φόρους (ένα τάλληρο για κάθε δούλο), υπολογίζονται σε 8.000-9.000, ενώ ο πατριάρχης Αλεξανδρείας τους εκτιμά έως 15.000.