Τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής πρέπει να συμβαδίζουν με την Έκθεση Μπορέλ, ήταν η κοινή διαπίστωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του προέδρου της Κύπρου, Νίκου Αναστασιάδη. Κατά τη διάρκεια των κοινών τους δηλώσεων, Μητσοτάκης και Αναστασιάδης σημείωσαν ότι συζήτησαν τόσο για την επικείμενη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου όσο και για την Ατυπη Πενταμερή για το Κυπριακό, που θα γίνει τον Απρίλιο. «Συμφωνήσαμε επίσης ότι στην αυριανή Σύνοδο Κορυφής πρέπει να επιμείνουμε στη διττή προσέγγιση απέναντι στην Τουρκία», τόνισε ο Κ. Μητσοτάκης και πρόσθεσε ότι «η τουρκική προκλητικότητα εις βάρος της Κύπρου παραμένει και υπονομεύει την ευρωπαϊκή προοπτική της Αγκυρας αλλά και των διαβουλεύσεων για το Κυπριακό. Απόδειξη η άρνησή της να συμμορφωθεί με τα ψηφίσματα για τα Βαρώσια».
Παράλληλα, ο Έλληνας πρωθυπουργός έστειλε σαφές μήνυμα στην Τουρκία, τονίζοντας ότι «η Ελλάδα ούτε εκφοβίζει, αλλά ούτε και φοβάται κανέναν» και πρόσθεσε ότι η χώρα θέλει μια καλή σχέση με τους γείτονες. «Η Ελλάδα είναι ειλικρινής, όχι όμως και αφελής», τόνισε χαρακτηριστικά. Από την πλευρά του, ο κ. Αναστασιάδης έκανε λόγο για σύμπτωση θέσεων για τη διαχείριση των θεμάτων που είναι στην ημερήσια διάταξη για τη Σύνοδο Κορυφής. «Το ανακοινωθέν θα πρέπει να είναι συμβατό με την Εκθεση Μπορέλ. Θέλω να πιστεύω ότι θα επιτευχθεί εκείνη η συναίνεση που θα επιτρέψει τον προβληματισμό στην Αγκυρα ότι αν θέλουν να συμβαδίζουν με την ΕΕ θα πρέπει να δέχονται προϋποθέσεις και αρχές της Ευρώπης για την επικράτηση της ειρήνης στη Μεσόγειο».
Μητσοτάκης: Η τουρκική προκλητικότητα εις βάρος της Κύπρου παραμένει
Πάντα χαίρομαι καλωσορίζοντας στην Αθήνα τον φίλο Πρόεδρο, Νίκο Αναστασιάδη. Σήμερα, όμως, αγαπητέ μου Νίκο, η χαρά μου, η χαρά μας πιστεύω πως είναι διπλή, καθώς τιμούμε τα 200 χρόνια της εθνικής μας παλιγγενεσίας. Κοινές οι μνήμες, κοινή η παράδοση, κοινή και η εθνική μας εορτή. Και σε ευχαριστώ από καρδιάς που ανταποκρίθηκες στην πρόσκλησή μας να βρεθείς μαζί μας αυτή την ξεχωριστή στιγμή για τον Ελληνισμό ολόκληρο.
Η συνάντησή μας επιβεβαίωσε για ακόμα μία φορά την άριστη συνεργασία των κυβερνήσεών μας, τόσο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Συζητήσαμε για την παρούσα φάση των Ευρωτουρκικών σχέσεων. Συζητήσαμε σχετικά και με την προετοιμασία της άτυπης πενταμερούς συνάντησης για το Κυπριακό που έχει συγκαλέσει ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στις 27 Απριλίου.
Επιμείναμε για μία ακόμα μια φορά στην ανάγκη να συμμετέχει και η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι πενταμερείς να μετατραπούν ουσιαστικά σε αυτό το οποίο αποκαλούμε 5+1.
Και βέβαια με τον Πρόεδρο συμφωνήσαμε ότι στο αυριανό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο οι δύο χώρες μας, όπως και συνολικά η Ένωση, οφείλουν να επιμείνουν στην αξιόπιστη εφαρμογή της συμφωνημένης από όλους -και αποτυπωμένης και στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου- πολιτικής της διττής προσέγγισης. Αυτού που αποκαλούμε dual track approach της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στην Τουρκία.
Χαιρετίσαμε το περιεχόμενο της έκθεσης Borrell και τονίσαμε την ανάγκη τα συμπεράσματα να κινούνται στο ίδιο πνεύμα με τα συμπεράσματα της έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ταυτόχρονα, τόσο ο Πρόεδρος όσο κι εγώ θα υπογραμμίσουμε και αύριο την πραγματικότητα, ότι δηλαδή η τουρκική επιθετικότητα σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας παραμένει, υπονομεύοντας έτσι την Ευρωπαϊκή πορεία της Άγκυρας, αλλά ουσιαστικά και την επανέναρξη των συζητήσεων για την επίλυση του Κυπριακού.
Απόδειξη γι’ αυτό η συνεχιζόμενη άρνηση της Τουρκίας να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις 550 και 789 του Συμβουλίου Ασφαλείας για το καθεστώς των Βαρωσίων. Προς το παρόν, βεβαίως, στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία έχει αποσύρει τα ερευνητικά, τα γεωτρητικά της πλοία από τις Κυπριακές θαλάσσιες ζώνες, από την Ελληνική Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Το γεγονός αυτό δεν είναι ασήμαντο. Ωστόσο, απομένει να αποδειχθεί εάν θα έχει διάρκεια. Και είναι πραγματικά, όπως έχουμε πει πολλές φορές, στο χέρι της Τουρκίας να βεβαιώσει εάν πρόκειται για μία ειλικρινή κίνηση αποκλιμάκωσης της έντασης και συμμόρφωσης με τη διεθνή νομιμότητα ή εάν πρόκειται για έναν ακόμα παραπλανητικό ελιγμό. Αυτό σημειώνει, άλλωστε, και η Έκθεση Borrell, στην οποία ήδη αναφέρθηκα. Είτε η Τουρκία θα ακολουθήσει το δρόμο του Διεθνούς Δικαίου και της προόδου των ευρωτουρκικών σχέσεων, κάτι το οποίο όλοι ευχόμαστε, κάτι στο οποίο όλοι προσβλέπουμε.
Ή εάν επιλέξει -που το απευχόμαστε- να μείνει στο δρόμο της παραβατικότητας, αυτός αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε συνέπειες.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, είναι κοινή η θέση η δική μας, της ελληνικής κυβέρνησης, με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, ότι η στάση της κυβέρνησης της Άγκυρας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μας αποπροσανατολίσει από τον δικό μας στόχο, που είναι η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό και όπως είχα την ευκαιρία να τονίσω και στην επίσκεψη που έκανα στη Λευκωσία, πάντα στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών: Πάντα στη βάση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, μία διεθνή προσωπικότητα, μία κυριαρχία, μία ιθαγένεια, όπως ορίζουν άλλωστε οι δεσμευτικές για όλους αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Συνεπώς, δεν νομίζω ότι χρειάζεται να επαναλάβω ότι οι αξιώσεις περί δήθεν λύσης δύο κρατών βρίσκονται εκτός πλαισίου Ηνωμένων Εθνών, απορρίπτονται χωρίς συζήτηση από την Ελλάδα, από την Κύπρο, βρίσκονται όμως και εκτός του πλαισίου της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντίθετα, με τον φίλο Νίκο επιβεβαιώσαμε και πάλι την κοινή μας θέση για την κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων και την πλήρη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων από το νησί.
Τέλος, σε ό,τι αφορά τις σχέσεις Ελλάδος – Τουρκίας, να επαναλάβω για ακόμα μία φορά τη θέση μας: Επιθυμούμε καλές σχέσεις με τους γείτονές μας, πάντα με ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας, αλλά για έναν ειλικρινή διάλογο που θα βασίζεται στο Διεθνές Δίκαιο, στις συνθήκες, στους κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης και καλής γειτονίας. Χωρίς απειλές, χωρίς προκλήσεις, χωρίς επιθετικές ενέργειες. Γιατί, όπως έχω τονίσει πολλές φορές, η Ελλάδα δεν εκφοβίζει κανέναν, αλλά ούτε και φοβάται κανέναν. Παραμένει ειλικρινής, χωρίς να είναι αφελής.
Φίλε Πρόεδρε, καλώς ήρθες και πάλι στην Αθήνα και ευχαριστώ εσένα και τη σύζυγό σου που τιμάτε, έρχεστε μαζί μας να τιμήσουμε από κοινού, αυτή την ξεχωριστή επέτειο για τον ελληνισμό.