Η Ελλάδα έχει ορίσει την 14 η Μαϊου ως ημερομηνία που ανοίγει ο τουρισμός. Την ίδια στιγμή, οι κορυφαίοι –και όχι μόνο- ξενοδοχειακοί όμιλοι, ανακοινώνουν ότι εντός του Μαϊου, ετοιμάζονται να λειτουργήσουν σταδιακά τις μονάδες τους.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι η χώρα μας θα κάνει το πρώτο βήμα, ως προς το άνοιγμα του τουρισμού, σε σχέση με τους βασικούς της ανταγωνιστές (Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία) και βέβαια ευχή όλων είναι να κυλήσει ομαλά η κατάσταση.
Στην πρόσφατη πανευρωπαϊκή έρευνα της Deloitte με τίτλο «Hotel Industry Sentiment Survey – March 2021», συλλέχθηκαν ενδιαφέροντα στοιχεία μέσω ερωτηματολογίων και συνεντεύξεων από έναν σημαντικό αριθμό επενδυτών, επιχειρηματιών και ανώτερων στελεχών επιχειρήσεων του κλάδου από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, Γερμανία, Ισπανία, Ιρλανδία, Γαλλία, Ελβετία, Ιταλία, κ.α.).
Τα συμπεράσματα της 10ης έρευνας, από τον Μάρτιο του 2020, καταδεικνύουν για ακόμα μια φορά το γεγονός ότι οι επιπτώσεις του COVID-19 διαρκούν περισσότερο από ό,τι αρχικά αναμενόταν και έχουν επιφέρει ιδιαίτερα αρνητικό αντίκτυπο στα οικονομικά αποτελέσματα και τη λειτουργία των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. Αυτό φαίνεται άλλωστε και από την ανησυχία που εκφράζεται από τους φορείς του ελληνικού ξενοδοχειακού κλάδου σχετικά με τη σημαντική απώλεια ρευστότητας, εξαιτίας τόσο του ανείσπρακτου τζίρου του 2020 όσο και της συρρίκνωσης των προκαταβολών για το 2021. Σε αυτά προστίθεται και η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα για την εξέλιξη της πανδημίας, την επιστροφή στην κανονικότητα και την ανάκαμψη του τουρισμού στα προ-κορονοϊού επίπεδα.
Από την άλλη πλευρά, τα ευρήματα της έρευνας δείχνουν τη συγκριτικά καλύτερη θέση στην οποία έχει τη δυνατότητα να βρεθεί η Ελλάδα ως τουριστικός προορισμός έναντι ανταγωνιστικών χωρών, καθώς βάσει των εκτιμήσεων των ερωτώμενων οι επιπτώσεις της πανδημίας στον ξενοδοχειακό κλάδο της χώρας μας ενδέχεται να είναι ηπιότερες, σε σύγκριση με χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την έρευνα:
-Ο αντίκτυπος στον ξενοδοχειακό κλάδο εξαιτίας του COVID-19 αναμένεται να έχει μεγαλύτερη διάρκεια, με το 71% των ερωτηθέντων να εκτιμούν ότι θα διαρκέσει και πέραν του 2021 (έναντι 59% στην αντίστοιχη έρευνα τον Οκτώβριο 2020) και το 24% να αναμένει ότι θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι το 2023.
-Επιπλέον, οι ερωτηθέντες φάνηκαν λιγότερο αισιόδοξοι σχετικά με την ανάκαμψη του ευρωπαϊκού ξενοδοχειακού κλάδου, καθώς το 90% πιστεύει πλέον ότι η επιστροφή στα προ COVID-19 επίπεδα δεν θα επέλθει πριν το 2023, ενώ το 38% αναμένει ανάκαμψη από το 2024 και έπειτα.
-Σε επίπεδο βραχυπρόθεσμων προτεραιοτήτων, η διαχείριση της ρευστότητας (cash flow / cash management) παραμένει στην κορυφή και ακολουθούν οι συναλλαγές / επέκταση των δραστηριοτήτων, ενώ πτωτική τάση σε σχέση με προηγούμενες έρευνες εμφανίζουν τα θέματα χρηματοδότησης / διαχείρισης δανειστών καθώς και η δυνατότητα εξ αποστάσεως εργασίας.
-Περίπου οι μισοί από τους ερωτηθέντες τροποποιούν τους όρους δανεισμού ή/και αναβάλλουν τις πληρωμές τους, ενώ το 38% εξετάζει το ενδεχόμενο αναδιοργάνωσης και αναδιάρθρωσης του επιχειρηματικού μοντέλου ή/και των επιχειρησιακών λειτουργιών τους.
-Η πλειονότητα των ερωτηθέντων αναμένει από τις εκάστοτε κυβερνήσεις να δώσουν προτεραιότητα σε μέτρα φορολογικών απαλλαγών /ελαφρύνσεων, ενώ κρίνει σημαντικό το θέμα της λήψης μέτρων που θα επιτρέψουν την επανέναρξη των ταξιδιών. Θέματα όπως η κάλυψη του μισθοδοτικού κόστους και η υποστήριξη με τη μορφή κρατικών επιχορηγήσεων, αναστολών πληρωμών, κτλ. παραμένουν ψηλά σε προτεραιότητα αλλά με φθίνουσα σημασία.
-Η οικονομική δυσχέρεια και τα προβλήματα στον ξενοδοχειακό κλάδο πρόκειται να οδηγήσουν σε αναγκαστικές πωλήσεις ξενοδοχειακών μονάδων και επιχειρήσεων, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα εκτιμούν ότι το φαινόμενο των αναγκαστικών πωλήσεων θα είναι πιο έντονο στην Ισπανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Πορτογαλία και στην Ιταλία, ενώ η Ελλάδα ακολουθεί σε ένα δεύτερο επίπεδο, μαζί με χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιρλανδία.