Ροβινσώνας Κρούσος Ιταλίας: Έξωση, μετά από 32 χρόνια

ΚΟΣΜΟΣ

Ροβινσώνας Κρούσος Ιταλίας: Έξωση, μετά από 32 χρόνια

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ευτυχία Παπούλια

Ροβινσώνας Κρούσος Ιταλίας: Ο ηλικιωμένος ερημίτης, ζει στο νησί από το 1989

28.04.2021 | 17:29

Πάνω από τρεις δεκαετίες έζησε σ’ ένα ειδυλλιακό νησί ανοικτά της Σαρδηνίας ο «Ροβινσώνας Κρούσος της Ιταλίας», όπως αποκαλείται ένας ερημίτης ηλικίας 81 ετών. Αλλά ο Μάουρο Μοράντι ετοιμάζεται τώρα να εγκαταλείψει την καλύβα του στο νησί Μπουντέλι, ενδίδοντας στις πιέσεις των τοπικών Αρχών που τον απείλησαν με έξωση. Ο ηλικιωμένος ερημίτης, που ζει στο νησί από το 1989, ανακοίνωσε την απόφασή του να φύγει με μήνυμα που ανήρτησε στο λογαριασμό στο Facebook την περασμένη Κυριακή. «Θα φύγω», έγραψε προσθέτοντας ότι ελπίζει «να διαφυλαχθεί το Μπουντέλι όπως έκανα εγώ εδώ και 32 χρόνια» και δηλώνοντας εξαιρετικά δυσαρεστημένος με την εξέλιξη.

Πρώην καθηγητής Φυσικής Αγωγής

Ο πρώην καθηγητής Φυσικής Αγωγής, άλλος ένας σύγχρονος ερημίτης, κατέληξε στο νησάκι με τις εντυπωσιακές ροζ παραλίες ενώ προσπαθούσε να μετακομίσει μ’ ένα καταμαράν σε ερημονήσι της Πολυνησίας, ενοχλημένος από τον καταναλωτισμό και την πολιτική κατάσταση στην Ιταλία, προκειμένου να ξεκινήσει μια νέα ζωή κοντά στη φύση», όπως είχε πει προ τριετίας στο BBC. Ωστόσο, η μηχανή του καταμαράν έπαθε βλάβη εν πλω προς το νότιο Ειρηνικό και ο πρώην κάτοικος της Μόντενα ανακάλυψε ότι άνθρωπος που φρόντιζε το Μπουντέλι επρόκειτο να συνταξιοδοτηθεί. Έτσι εγκατέλειψε τα σχέδιά του, πούλησε το σκάφος του κι εγκαταστάθηκε σ’ ένα πρώην καταφύγιο του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου γνωρίζοντας όλα αυτά τα χρόνια που έζησε εκεί κάθε πέτρα, δέντρο και την πανίδα του νησιού.

Συνέχισε να το φροντίζει, αλλά τα πρώτα σύννεφα φάνηκαν στον ορίζοντα όταν η ιδιωτική εταιρεία, στην οποία ανήκε το Μπουντέλι, χρεωκόπησε το 2013. Τα σχέδια πώλησής του σε Νεοζηλανδό επιχειρηματία, που υποσχέθηκε να κρατήσει τον ερημίτη στη θέση του φροντιστή κατέρρευσαν μετά από διαδηλώσεις και παρέμβαση της ιταλικής κυβέρνησης. Έτσι το 2016 δικαστής στη Σαρδηνία αποφάσισε να επανέλθει το νησί στο κράτος.

Ο Μοράντι λέει ότι αποφάσισε να φύγει μετά τις πιέσεις από τους υπεύθυνους του Εθνικού Πάρκου της La Maddalena, στη δικαιοδοσία των οποίων έχει περάσει το νησί, παρά τις περισσότερες από 70.000 υπογραφές που συγκεντρώθηκαν για μια αναφορά που καλεί την ιταλική κυβέρνηση να επιτρέψει την παραμονή του ερημίτη στο νησί. Ο Μοράντι ετοιμάζει τώρα τις βαλίτσες του για να μετακομίσει σ’ ένα μικρό διαμέρισμα στο κοντινό La Maddalena, το μεγαλύτερο από τα νησιά του ιταλικού αυτού συμπλέγματος. «Η ζωή μου δεν θα αλλάξει και πολύ», είπε στον Guardian o ερημίτης. «Θα συνεχίσω να βλέπω τη θάλασσα».

https://www.youtube.com/watch?v=WU2L9xKwQ3A

Ροβινσώνας Κρούσος, το ιστορικό μυθιστόρημα

Ο Ροβινσώνας Κρούσος είναι μυθιστόρημα του Ντάνιελ Ντεφόε, το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1719. Επιστολικό, εξομολογητικό και διδακτικό στη μορφή του, το βιβλίο είναι μία φανταστική αυτοβιογραφία του ομώνυμου χαρακτήρα -ενός ναυαγού που πέρασε 28 χρόνια σε ένα απομακρυσμένο τροπικό νησί κοντά στο Τρινιντάντ, αντιμετωπίζοντας κανίβαλους, αιχμαλώτους και στασιαστές πριν διασωθεί.

Η ιστορία είναι ίσως επηρεασμένη από τον Αλεξάντερ Σέλκιρκ, έναν Σκωτσέζο ναυαγό που έζησε για τέσσερα χρόνια σ’ ένα νησί του Ειρηνικού, το Μας α Τιέρα (το 1966 μετονομάστηκε σε «Ροβινσών Κρούσος»), που βρίσκεται στο αρχιπέλαγος Χουάν Φερνάντες στη Χιλή. Οι λεπτομέρειες του νησιού του Ροβινσώνα Κρούσου κατά πάσα πιθανότητα βασίστηκαν στο νησί Τομπάγκο στην Καραϊβική Θάλασσα, δεδομένου ότι αυτό το νησί βρίσκεται σε μικρή απόσταση βόρεια από τις ακτές της Βενεζουέλας, κοντά στις εκβολές του ποταμού Ορινόκου, και είναι ορατό από το Τρινιντάντ. Ο Ροβινσώνας Κρούσος ήταν το πρώτο σημαντικό λογοτεχνικό έργο του οποίου η ιστορία ήταν ανεξάρτητη από μυθολογίες, θρύλους ή προηγούμενη βιβλιογραφία.

Περίληψη της πλοκής

Ο Ροβινσώνας Κρούσος ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1651 για ένα θαλάσσιο ταξίδι από το Κίνγκστον απόν Χαλ της Αγγλίας, παρά τη θέληση των γονιών του που ήθελαν να μείνει στο σπίτι και να ακολουθήσει μία σταδιοδρομία, πιθανόν στη νομική. Μετά από ένα ταραχώδες ταξίδι, κατά το οποίο το πλοίο του ναυάγησε σε μία καταιγίδα, η σφοδρή επιθυμία του Κρούσου για τη θάλασσα παρέμεινε τόσο ισχυρή ώστε μπαρκάρισε και πάλι.

Όμως και αυτό το ταξίδι τελείωσε καταστροφικά, καθώς το πλοίο το κατέλαβαν πειρατές από το Σαλέ του Μαρόκου και ο Κρούσος έγινε σκλάβος ενός Μαυριτανού. Μετά από δύο χρόνια δουλείας, κατάφερε να δραπετεύσει με μία βάρκα. Αργότερα ο Κρούσος διασώθηκε από έναν καπετάνιο ενός πορτογαλικού πλοίου ανοικτά της δυτικής ακτής της Αφρικής. Το πλοίο ήταν καθ’ οδόν προς τη Βραζιλία. Εκεί, με τη βοήθεια του καπετάνιου, ο Κρούσος έγινε ιδιοκτήτης μιας φυτείας.

Χρόνια αργότερα, συμμετείχε σε μία αποστολή για να φέρει σκλάβους από την Αφρική αλλά στις 30 Σεπτεμβρίου 1659 ναυάγησε σε μία καταιγίδα περίπου 40 μίλια από ένα νησί (που ο ίδιος αποκαλεί Νησί της Απόγνωσης) κοντά στις εκβολές του ποταμού Ορινόκου. Όλοι οι σύντροφοί του έχασαν τη ζωή τους ενώ ο Κρούσος επέζησε του ναυαγίου μαζί με τρία ζώα: το σκυλί του καπετάνιου και δύο γάτες. Όταν συνήλθε, ο Κρούσος διαπίστωσε ότι είχε ναυαγήσει σε ένα έρημο νησί. Την πρώτη νύχτα την πέρασε ανεβασμένος σ’ ένα δέντρο για τον φόβο των θηρίων. Όταν ξημέρωσε είδε πως ανάμεσα σε βράχους και ξέρες είχε κολλήσει το ναυαγισμένο πλοίο.

Το ημερολόγιο και ο ξύλινος σταυρός

Κολυμπώντας έφτασε στο πλοίο και αρπάζοντας ένα σκοιvi που κρεμόταν, σκαρφάλωσε πάνω. Έχοντας ξεπεράσει την απελπισία του, από μερικά βαρέλια και δοκάρια έφτιαξε μία σχεδία με την οποία μετέφερε στην ακτή διάφορα χρήσιμα είδη, όπως όπλα, εργαλεία και άλλες προμήθειες, πριν το πλοίο βυθιστεί. Έπρεπε πλέον να φροντίσει για μία σίγουρη κατοικία. Γρήγορα ανακάλυψε μία σπηλιά σ’ ένα βράχο όπου έφτιαξε τη νέα και περιφραγμένη κατοικία του. Ο Κρούσος κρατούσε ημερολόγιο κάνοντας σημάδια σ’ έναν ξύλινο σταυρό που κατασκεύασε ο ίδιος. Κυνηγούσε, καλλιεργούσε κριθάρι και ρύζι, αποξήραινε σταφύλια για να φτιάξει σταφίδα για τους χειμερινούς μήνες, έμαθε αγγειοπλαστική και μεγάλωνε τις κατσίκες που είχε βρει στο πλοίο κι όλα αυτά χρησιμοποιώντας τα εργαλεία του καθώς και πέτρες και ξύλα που μάζευε από το νησί.

Ο παπαγάλος

Μια μέρα ανακάλυψε έναν παπαγάλο και τον υιοθέτησε. Συγχρόνως, όμως, κατάλαβε ότι τα λόγια που έλεγε ο παπαγάλος ήταν παράξενες λέξεις που θα τις είχε μάθει ασφαλώς από άγριους, οι οποίοι δεν μπορούσε παρά να βρίσκονται κάπου εκεί κοντά. Ο φόβος αυτός τον έκανε να επιχειρήσει μία προσεχτική εξερεύνηση του νησιού. Έτσι, βρέθηκε σε μία μαγευτική κοιλάδα, γεμάτη φρούτα. Όμως πουθενά δεν συνάντησε άνθρωπο. Τον ελεύθερο χρόνο του ο Κρούσος τον περνούσε διαβάζοντας τη Βίβλο και έγινε θρήσκος, ευχαριστώντας το Θεό για την τύχη του και για το γεγονός ότι δεν του έλειπε τίποτα εκτός από την ανθρώπινη κοινωνία.

Οι κανίβαλοι

Χρόνια αργότερα, ανακάλυψε κανίβαλους που επισκέπτονταν κατά καιρούς το νησί για να σκοτώσουν και να φάνε κρατούμενους. Στην αρχή σκόπευε να τους σκοτώσει για τις απεχθείς πράξεις τους αλλά αργότερα συνειδητοποίησε ότι δεν είχε το δικαίωμα να το κάνει καθώς οι κανίβαλοι δεν διέπρατταν κάποιο έγκλημα εν γνώσει. Από την άλλη ο Κρούσος σκέφτηκε να αποκτήσει έναν ή δύο δούλους απελευθερώνοντας ορισμένους κρατούμενους των κανιβάλων. Όταν κάποια στιγμή ένας κρατούμενος κατάφερε να ξεφύγει, ο Κρούσος τον βοήθησε και τον ονόμασε «Παρασκευά» από την ημέρα της εβδομάδας που συνέβη το γεγονός. Στη συνέχεια ο Κρούσος τον δίδαξε αγγλικά και τον προσηλύτισε στον Χριστιανισμό.

Όταν έφτασε μία άλλη ομάδα κανιβάλων, ο Κρούσος και ο Παρασκευάς κατάφεραν να σκοτώσουν τους περισσότερους κανίβαλους και να σώσουν δύο κρατούμενους. Ο ένας ήταν ο πατέρας του Παρασκευά και ο άλλος ήταν ένας Ισπανός, ο οποίος ενημέρωσε τον Ροβινσώνα Κρούσο ότι υπήρχαν και άλλοι Ισπανοί που ναυάγησαν. Τότε σκέφτηκαν να στείλουν τον Ισπανό και τον πατέρα του Παρασκευά να φέρουν τους υπόλοιπους, να φτιάξουν όλοι μαζί ένα πλοίο και να σαλπάρουν για ένα ισπανικό λιμάνι.

Η συμφωνία

Όμως, πριν έρθουν οι Ισπανοί, εμφανίστηκε ένα αγγλικό πλοίο, του οποίου τον έλεγχο απέκτησαν στασιαστές που είχαν την πρόθεση να εγκαταλείψουν τον πρώην καπετάνιο στο νησί. Ο Κρούσος και ο πρώην καπετάνιος του πλοίου ήρθαν σε συμφωνία, με την οποία ο Κρούσος θα βοηθούσε τον πρώην καπετάνιο και τους πιστούς του ναυτικούς να ξαναπάρουν το πλοίο από τους στασιαστές και θα άφηναν τους χειρότερους από αυτούς στο νησί. Όπως κι έγινε. Πριν φύγει για την Αγγλία, ο Κρούσος έδειξε στους πρώην στασιαστές πώς έζησε στο νησί και τους είπε πως θα έρθουν κι άλλοι άνδρες.

Ο Ροβινσώνας Κρούσος έφυγε από το νησί στις 19 Δεκεμβρίου 1686 και έφτασε στην Αγγλία στις 11 Ιουνίου 1687. Εκεί έμαθε ότι η οικογένειά του πίστευε ότι ήταν νεκρός και πως στη διαθήκη του πατέρα του δεν προέβλεπε τίποτα γι’ αυτόν. Έτσι ο Ροβινσώνας Κρούσος αναχώρησε για τη Λισαβόνα προκειμένου να διεκδικήσει τα κέρδη του από το κτήμα του στη Βραζιλία, το οποίο τελικά του απέφερε ένα πολύ μεγάλο ποσό. Στο τέλος, ο Κρούσος μετέφερε τα πλούτη του στην Αγγλία για να αποφύγει τα θαλασσινά ταξίδια. Ο Παρασκευάς ακολούθησε τον Κρούσο και στη συνέχεια πέρασαν μαζί άλλη μία περιπέτεια αντιμετωπίζοντας εκατοντάδες πεινασμένους λύκους ενώ διέσχιζαν τα Πυρηναία.

Παρά το απλό αφηγηματικό ύφος του, το βιβλίο είχε θετική υποδοχή από τον λογοτεχνικό κόσμο. Μέχρι σήμερα παραμένει ένα από τα βιβλία με τις περισσότερες εκδόσεις στην ιστορία όντας δημοφιλές από την πρώτη του έκδοση.

Ετικέτες
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Exit mobile version