Ρόμπερτ Νταρστ μεγιστάνας: Καταδικάστηκε για τη δολοφονία της καλύτερής του φίλης

ΚΟΣΜΟΣ

Ρόμπερτ Νταρστ μεγιστάνας: Καταδικάστηκε για τη δολοφονία της καλύτερής του φίλης

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Ευτυχία Παπούλια

Ρόμπερτ Νταρστ μεγιστάνας: Αποτέλεσε την έμπνευση για την ταινία «Μοιραία σχέση», του 2010, με τον Ράιαν Γκόσλινγκ.

18.09.2021 | 12:02

Σώμα ενόρκων στην Καλιφόρνια έκρινε ένοχο τον Ρόμπερτ Νταρστ, πολυεκατομμυριούχο κληρονόμο, μεγιστάνα της αγοράς ακινήτων, για τη δολοφονία της καλύτερή του φίλης Σούζαν Μπέρμαν το 2000, την πρώτη καταδίκη για ανθρωποκτονία για έναν άνθρωπο για το οποίο υπάρχουν υποψίες ότι δολοφόνησε τρία πρόσωπα σε τρεις πολιτείες τα τελευταία 39 χρόνια. Ο Νταρστ, 78 ετών και με εύθραυστη υγεία, πιθανόν να πεθάνει στη φυλακή καθώς οι ένορκοι τον έκριναν επίσης ένοχο για το ότι παραμόνευσε και σκότωσε μάρτυρα, κάτι που επισύρει ισόβια κάθειρξη.

Η δίκη έγινε έξι χρόνια μετά την προφανή ομολογία του Νταρστ που μεταδόθηκε από τη σειρά ντοκιμαντέρ του τηλεοπτικού δικτύου HBO, στο οποίο ο Νταρστ μονολογεί στην τουαλέτα «Τι διάολο έκανα;…Τους σκότωσα όλους, φυσικά», χωρίς να συνειδητοποιεί ότι το μικρόφωνό του ήταν ανοικτό. Ο Νταρστ, ο οποίος κατά τη διάρκεια της δίκης βρισκόταν στη φυλακή, δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο για την ανακοίνωση της απόφασης: βρισκόταν σε απομόνωση αφού ήλθε σε επαφή με ασθενή που πάσχει από την COVID-19.

Ο δικαστής Μαρκ Γουίνταμ αποφάσισε να αναγνώσει την ετυμηγορία απόντος του Νταρστ. Μιλώντας αργότερα στους δικηγόρους και των δύο πλευρών, χαρακτήρισε την υπόθεση «την πιο ιδιαίτερη δίκη που έχω δει ή έχω ακούσει γι’ αυτήν ποτέ».

Η ποινή του θα απαγγελθεί τη 18η Οκτωβρίου.

Στην τελική του αγόρευση, ο εισαγγελέας Τζον Λιούιν χαρακτήρισε τον Νταρστ «ναρκισιστή ψυχοπαθή» που σκότωσε την Μπέρμαν σε μια προσπάθεια να καλύψει την εξαφάνιση της συζύγου του, της Κάθλιν ΜακΚόρμακ Νταρστ, στη Νέα Υόρκη το 1982. Ο Νταρστ δικάστηκε μόνο για το φόνο της Μπέρμαν στην Καλιφόρνια, αλλά οι εισαγγελικές αρχές υποστηρίζουν ότι δολοφόνησε τρεις ανθρώπους: την αγνοούμενη σύζυγό του, την Μπέρμαν κι έναν γείτονα στο Τέξας που ανακάλυψε την ταυτότητά του ενώ ο Νταρστ κρυβόταν από τις αρχές.

Η σκοτεινή ιστορία του Νταρστ έκανε τους δημιουργούς της ταινίας «Μοιραία σχέση», να κάνουν ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του. Κάποια στιγμή, ο 71χρονος δίνει συνέντευξη, στην οποία απορρίπτει τις σε βάρος του κατηγορίες. Λίγο αργότερα, πάει στο μπάνιο, φορώντας ακόμη στο μικρόφωνο, αλλά αγνοώντας προφανώς ότι ακόμη τον καταγράφουν. Εκεί, ακούγεται να ψιθυρίζει στον εαυτό του «Τι διάολο έκανα; Τους σκότωσα όλους βέβαια». Δεν είναι ξεκάθαρο αν το ντοκιμαντέρ έπαιξε ρόλο στη σύλληψή του, αν και έχει γίνει γνωστό ότι οι δημιουργοί του ήταν σε επαφή με τις αρχές.

Ποιος είναι ο Νταρστ

Ο όμιλος της οικογένειάς του επιβλέπει την ενοικίαση του One World Trade Center του ψηλότερου ουρανοξύστη στο δυτικό ημισφαίριο, που χτίστηκε εκεί που ήταν οι Δίδυμοι Πύργοι. Η εταιρεία έχει μεταξύ άλλων 11 ουρανοξύστες με γραφεία στο Μανχάταν, αλλά και διαμερίσματα που ενοικιάζονται για 100.000 δολάρια το χρόνο. Κληρονόμος της Durst Organization, μίας από τις μεγαλύτερες εταιρείας κτηματομεσιτικών στον κόσμο, η περιουσία του δημιουργήθηκε όταν η οικογένειά του αγόρασε ένα μεγάλο τμήμα του Μανχάταν όταν ήταν ακόμη περιοχή εγκληματιών και ιερόδουλων.

Ομως, ο ίδιος αποξενώθηκε από την οικογένειά του το 1992, ο πατέρας του αποφάσισε να παραχωρήσει τον έλεγχο της εταιρείας στο μικρότερο αδερφό του. Από τότε τριγυρνά στις ΗΠΑ, συχνά ως γυναίκα με το όνομα Ντόροθι και έρχεται στο προσκήνιο όταν συλλαμβάνεται για κατηγορίες από δημόσια ούρηση έως δολοφονία. Θεωρείται ότι ο βασικός λόγος που δεν του έδωσαν τον έλεγχο του ομίλου ήταν οι υποψίες ότι ευθυνόταν για την εξαφάνιση της συζύγου του, Κάθι, το 1982. Είχε παντρευτεί την 18χρονη οδοντίατρο το 1973. Εκείνη, το 1981 τον κατηγόρησε για κακοποίηση και έκανε αίτηση διαζυγίου. Τον Ιανουάριο της επόμενης χρονιάς ο Νταρστ δήλωσε την εξαφάνισή της και η γυναίκα δεν βρέθηκε ποτέ.

Αμέσως οι υποψίες έπεσαν πάνω του, αλλά ποτέ δεν υπήρξαν αδιάσειστες αποδείξεις για το ότι είχε διαπραχθεί έγκλημα και δεν βρέθηκε ποτέ πτώμα. Δίπλα του, σε όλο αυτό το σκάνδαλο, ήταν η Σούζαν Μπέρμαν, που τον υπερασπιζόταν με σθένος σε όλη τη δεκαετία του ’90.

Η φιλία της με τον Νταρστ ξεκίνησε όταν ήταν και οι δύο στο Πανεπιστήμιο. Ηταν κόρη γκάνγκστερ του Λας Βέγκας, που έγινε δημοσιογράφος. Οταν εξαφανίστηκε η σύζυγός του, ο Νταρστ άρχισε να ταξιδεύει σε όλη τη χώρα. Το 1992 έχασε τη μάχη για την αυτοκρατορία της οικογένειας και εγκαταστάθηκε στο Λος Αντζελες για τα καλά και έγινε αχώριστος με την Μπέρμαν. Στα τέλη του 1999, η αστυνομία άρχισε να εξετάζει ξανά την υπόθεση της Κάθι Νταρστ και την επόμενη χρονιά έκανε γνωστό ότι σκόπευε να ανακρίνει την Μπέρμαν. Πριν προλάβουν να το κάνουν, έλαβαν μία ανώνυμη επιστολή που τους οδήγησε στο πτώμα της.

Ανάλυση γραφολόγου δεν μπορούσε να συνδέσει τον Νταρστ με την επιστολή, οπότε δεν κατηγορήθηκε, ενώ η αστυνομία θεώρησε ότι ο θάνατός της μπορεί να ήταν χτύπημα της μαφίας, εξαιτίας του παρελθόντος της. Ο Νταρστ δεν πήγε καν στην κηδεία της.
Σούζαν Μπέρμαν
Στο Γκάλβεστον, όπου ήδη είχε εγκατασταθεί τότε ο Νταρστ, το 1/4 του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Θεωρείται περίεργο μέρος για να μείνει ένας εκατομμυριούχος. Αλλά καλό μέρος για κάποιον που θέλει να εξαφανιστεί.

Ο μεγιστάνας νοίκιασε ένα διαμέρισμα ως Ντόροθι Σίνερ και τον έβλεπαν συχνά στο μόλο φορώντας γυναικεία περούκα, φόρεμα και ψηλοτάκουνα παπούτσια. Απέναντί του έμενε ο Μόρις Μπλακ. Σύμφωνα με όλες τις καταθέσεις και τις μαρτυρίες, ο Μπλακ ήταν ένας ενοχλητικός τύπος που του άρεσε να εκνευρίζει τον κόσμο και να προκαλεί τους άλλους να αντιδράσουν. Το Σεπτέμβριο του 2001, κάποιος το έκανε. Ο Μπλακ εξαφανίστηκε και λίγες ημέρες αργότερα η θάλασσα ξέβρασε μέλη του σώματός του.

Σε μία από τις σακούλες υπήρχε ένα πριόνι και ένα μαχαίρι, όπως και κάποιες επιστολές με παραλήπτη την Ντόροθι Σίνερ. Ο Νταρστ συνελήφθη, αλλά επειδή η τοπική αστυνομία δεν αναγνώρισε το όνομά του, η εγγύηση ορίστηκε μόλις στα 300.000 δολάρια, ποσό… χάδι για έναν εκατομμυριούχο. Παραβίασε τους όρους της αποφυλάκισης και έγινε φυγάς για έξι εβδομάδες. Τελικά τον έπιασε μία κάμερα ασφαλείας σε σούπερ μάρκετ στην Πενσιλβάνια, όπου έκλεβε ένα κουτί με επιδέσμους.

Η αστυνομία βρήκε στο αυτοκίνητο που είχε νοικιάσει δύο γεμάτα όπλα, σχεδόν 40.000 δολάρια μετρητά και την ταυτότητα του Μόρις Μπλακ. Στη δίκη υποστήριξε ότι σκότωσε τον Μόρις ενώ βρισκόταν σε άμυνα. Τύλιξε προσεκτικά το σώμα σε σακούλες και το πέταξε γιατί ήταν σε πανικό για την αντιμετώπιση που θα είχε από αστυνομία εξαιτίας των υποψιών για την εξαφάνιση της συζύγου του και τη δολοφονία της Μπέρμαν.

Μόρις Μπλακ
Οι ένορκοι πείστηκαν και είπαν αθώος, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι είχε κάποιο κίνητρο για δολοφονία από πρόθεση. Καταδικάστηκε όμως επειδή παραβίασε τους όρους της εγγύησης και παραποίησε πτώμα. Εμεινε δύο χρόνια σε φυλακή στο Τέξας. Αμέσως μετά κατηγορήθηκε για οπλοφορία και έμεινε άλλους 5,5 μήνες στο κελί.

Φυλακίστηκε ξανά, γιατί παρουσιάστηκε στο Γκάλβεστον παραβιάζοντας την αναστολή του. Το 2006 κέρδισε συμβιβασμό 65 εκατομμυρίων με την υπόλοιπη οικογένεια Νταρστ γιατί του στέρησαν αυτό που θεωρούσε νόμιμο δικαίωμα στην επιχείρηση της οικογένειας.

Αργότερα Νταρστ συνελήφθη σε δωμάτιο ξενοδοχείου που είχε κλείσει με πλαστή ταυτότητα, ψεύτικο όνομα και πληρώνοντας με μετρητά. Οταν έγινε γνωστή η σύλληψή του, ο αδελφός του, Ντάγκλας Νταρστ, δεν έκανε καμία προσπάθεια να κρύψει την ικανοποίησή του. «Είμαστε ανακουφισμένοι και ευγνώμονες για όσους βοήθησαν στη σύλληψή του. Ελπίζουμε ότι επιτέλους θα βρεθεί υπόλογος για όλα όσα έχει κάνει», είπε.

Τώρα, όλοι αναμένουν να ακούσουν την ποινή, στις 13 Οκτωβρίου.

https://twitter.com/JulieCourtTV/status/1438997765242114057

Exit mobile version