Μαραντζίδης - Καθημερινή: Η ανάλυση του καθηγητή για τις προσωπικές επιθέσεις σε βάρος του πρωθυπουργού
Σάββατο βράδυ, στην Τεχνόπολη, στο Plissken Festival, εκεί που έπαιζαν οι Γάλλοι La Femme και Kid Franceskoli. Το κοινό φυσικά νεανικό… Επειδή η συναυλία διακόπηκε απότομα, λόγω της προχωρημένης ώρας και κάποιων θεατών που χόρευαν όρθιοι, ο κόσμος άρχισε να διαμαρτύρεται. Και ξαφνικά άρχισε να φωνάζει το γνωστό σύνθημα: “Μητσοτάκη γ…έσαι”. Χωρίς φυσικά να έχει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης καμία σχέση με τη συναυλία ή τα μέτρα του κορονοϊού στην Τεχνόπολη. Πώς ερμηνεύεται αυτή η μεγάλη αντιπάθεια ενός ορισμένου νεανικού κοινού, απέναντι στον πρωθυπουργό;
Τους λόγους επιχειρεί να αναλύσει ο καθηγητής Νίκος Μαραντζίδης, σε κείμενο που δημοσίευσε στην Καθημερινή της Κυριακής. Όπως σημειώνει, “δεν πρόκειται για πολιτική αντιπάθεια ούτε για απόρριψη με βάση ηγετικά χαρακτηριστικά. Αυτό συνέβαινε πάντοτε. Ολοι οι ηγέτες είχαν τους οπαδούς και τους ορκισμένους εχθρούς τους. Πρόκειται για εκδηλώσεις συναισθημάτων που επιτίθενται στο ίδιο το πρόσωπο του πολιτικού, στο ύφος και την αισθητική του.”
Μια ερμηνεία που δίνει, είναι “η δυναμική των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, που μεταδίδουν έναν επιθετικό και γεμάτο φανατισμό και εμπάθεια λόγο. Αλλοι το ερμηνεύουν ως εκδήλωση οργής φανατικών ανθρώπων, που δεν αισθάνονται πως ακούγεται η φωνή τους από τα παραδοσιακά ΜΜΕ, τα οποία “λιβανίζουν” την κυβέρνηση. Τέλος, πολλοί θεωρούν υπεύθυνη της οργής την ασφυξία που προκάλεσε, κυρίως στους νέους, η πανδημία.”
Οι ερμηνείες αυτές μπορεί να έχουν βάση, γράφει ο Νίκος Μαραντζίδης, αλλά δεν εξηγούν το φαινόμενο. Υπάρχει σημειώνει, “μια πιο βαθιά, ταξικού χαρακτήρα αιτία, που συνδέεται με το πώς προσλαμβάνεται το κοινωνικό προφίλ του πρωθυπουργού από ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας, κυρίως τους πιο “καθημερινούς” ανθρώπους.”
Ο πρώτος Ελληνας πρωθυπουργός, τόσο έκδηλα εκφραστής των αξιών
Και εξηγεί: “Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ο πρώτος Ελληνας πρωθυπουργός, τόσο έκδηλα εκφραστής των αξιών, του τρόπου ζωής και της αισθητικής μιας παγκοσμιοποιημένης φιλελεύθερης ελίτ. Πολιτικός κληρονόμος, με περιουσία πολύ πάνω από τον μέσο όρο και σπουδές, ο ίδιος και η οικογένεια του, σε ιδιωτικά σχολεία και σε ελίτ αμερικανικά πανεπιστήμια, συνιστά έναν σύγχρονο πρίγκιπα. Προβάλλει ένα συγκεκριμένο κοινωνικό ύφος, που παραπέμπει στο “γκλάμουρ” ισχυρών και διεθνώς προβεβλημένων πολιτικών οικογενειών.”
Ο Νίκος Μαραντζίδης σημειώνει, ότι “όλες οι πολιτικές ηγεσίες της μεταπολίτευσης, παρέπεμπαν περισσότερο σε μια εθνική και όχι υπερεθνική ελίτ”. Και δίνει το παράδειγμα της σερραΐκης προφοράς του Κωσταντίνου Καραμανλή, της γκλίτσας του Αβέρωφ, των κρητικών τρόπων του Κώστα Μητσοτάκης ή ακόμα και του χαλαρού, σαλονικιώτικου ύφους του Κώστα Καραμανλή του νεότερου.
Η αναφορά στον Ανδρέα Παπανδρέου
Με δύο λόγια δηλαδή, γράφει ο καθηγητής Μαραντζίδης, οι ηγέτες του παρελθόντος συνδύαζαν το κοσμοπολίτικο ύφος με το παραδοσιακό στιλ και επέτρεπαν και στους “μοντέρνους” και στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους, και στην ελιτ και στους άλλους και στο Κολωνάκι και στον λαό, να ταυτιστούν συναισθηματικά μαζί τους. Γράφει μάλιστα ότι ακόμα και ο πιο κοσμοπολίτης ηγέτης της μεταπολίτευσης, ο Ανδρέας Παπανδρέου, φρόντιζε να κρύβει ως ένα βαθμό αυτή τη διάσταση της προσωπικότητάς του, προς όφελος μιας πιο λαϊκής εκδοχής της.
Στην περίπτωση του σημερινού πρωθυπουργού, καταλήγει ο Νίκος Μαραντζίδης, αυτή η έγνοια να εκφράζει αισθητικά και ως τρόπο ζωής το σύνολο της χώρας δεν φαίνεται να υφίσταται.
“Ενα τμήμα της κοινωνίας, όχι μόνο το πιο κοσμοπολίτικο ή το πιο εύπορο και κοινωνικά ισχυρό, ενθουσιάζεται με το στυλ του πρωθυπουργού. Θεωρεί πως επιτέλους η χώρα έχει στο τιμόνι έναν μοντέρνο άνθρωπο, τεχνοκράτη, ο οποίος εκφράζει την κοινωνική καταξίωση και τον δυτικό κοσμοπολιτισμό. Αντίθετα, οι αμέσως προηγούμενοι, με τα κακά αγγλικά τους και την “μπολσεβίκικη” ξύλινη γλώσσα τους γίνονται αντιληπτοί, από αυτόν τον κόσμο, ως απαίδευτοι ερασιτέχνες. Ο ίδιος μάλιστα ο Μητσοτάκης, θέλοντας προφανώς να ενισχύσει αυτές τις πεποιθήσεις, δήλωσε προσφάτως πως τον χωρίζει “πολιτιστικό χάσμα” με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Στην αντίπερα όχθη, πάλι, αρκετοί ενοχλούνται. Αντιλαμβάνονται το πρωθυπουργικό στυλ ως έκφραση της ισχύος και της αλαζονείας μιας πλούσιας ελίτ, που αγνοεί πώς οι ζουν οι κανονικοί άνθρωποι.”