Μία συγκινητική εκδήλωση έλαβε χώρα το πρωί της Παρασκευής στο Γηροκομείο Αθηνών με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Τρίτης Ηλικίας. Η Μαίρη Λίντα, που φιλοξενείται στο Γηροκομείο Αθηνών πήρε το μικρόφωνο και τραγούδησε αγαπημένα τραγούδια του Μανώλη Χιώτη. Στο Γηροκομείο Αθηνών στήθηκε μία μικρή γιορτή για τους ηλικιωμένους, κατά τη διάρκεια της οποίας απονεμήθηκε στην Μαίρη Λίντα ειδικό τιμητικό βραβείο.
Η 85χρονη μεγάλη κυρία του ελληνικού τραγουδιού τιμήθηκε για την προσφορά της στη μουσική και στον πολιτισμό. Στην εκδήλωση παρέστησαν η υφυπουργός Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δόμνα Μιχαηλίδου, και ο περιφερειάρχης Αττικής, Γιώργος Πατούλης.
Η μοναδική Μαίρη Λίντα
στο Γηροκομείο Αθηνών για τον εορτασμό της ημέρας 3ης ηλικίας σήμερα
*όχι δεν μπήκε κάτι στο μάτι μου… pic.twitter.com/TIOQE6XMBl— ℱᵣᵢdₐ (@fredakon) October 1, 2021
Στην εκδήλωση τραγούδησαν ο Γιώργος Γερολυμάτος και η Κωνσταντίνα. Η στιγμή που όμως όλοι θα θυμούνται είναι όταν η Μαίρη Λίντα έπιασε το μικρόφωνο και τραγούδησε. Η μούσα του Μανώλη Χιώτη συγκίνησε τους πάντες όταν ερμήνευσε μερικές από τις μεγάλες επιτυχίες της.
Χιώτης, ο άνθρωπος που προσέθεσε την τέταρτη διπλή χορδή στο μπουζούκι
Ο Μανώλης Χιώτης ο βιρτουόζος του μπουζουκιού γεννήθηκε και πέθανε την ίδια μέρα, στις 21 Μαρτίου του 1921 γεννήθηκε και στις 21 Μαρτίου του 1970 έφυγε από τη ζωή στα 49 του χρόνια.
Η σύντομη ζωή του ήταν γεμάτη συγκινήσεις και απρόβλεπτες συναντήσεις. Η φήμη του πέρασε τα σύνορα της Ελλάδας και απλώθηκε μέχρι την Αμερική. Ο Τζίμι Χέντριξ, αλλά και ο πρόεδρος Λίντον Τζόνσον, θαύμασαν το ταλέντο του.
Ο Μανώλης Χιώτης είναι γνωστός για τις καινοτομίες του στο μπουζούκι…. Είναι ο άνθρωπος που προσέθεσε την τέταρτη διπλή χορδή στο μπουζούκι, το οποίο «μπήκε και στην πρίζα» και έγινε ηλεκτρικό. Η καινοτομία αυτή τον έφερε αντιμέτωπο με τους ρεμπέτες. Το αποτέλεσμα όμως, τον δικαίωσε…. Ο Χιώτης κατάφερε να βγάλει το λαϊκό όργανο από τις λάσπες των συνοικισμών και να το βάλει στα σαλόνια της αθηναϊκής αριστοκρατίας. Ο δεξιοτέχνης μουσικός όμως είχε βιώσει μια πολλή άσχημη εμπειρία.
Τη δολοφονία του πατέρα του μπροστά στα μάτια του. Ο δράστης ήταν ένα Μανιάτης με τον οποίο ο πατέρας του μουσικού είχε ανοιχτούς λογαριασμούς. Σύμφωνα με τη συνεργάτιδα και σύντροφο της ζωής του, Μαίρη Λίντα, το γεγονός της δολοφονίας του πατέρα του ήταν κάτι που ο Χιώτης δεν κατάφερε να ξεπεράσει ποτέ….
Τζίμι Χέντριξ: Ο Χιώτης είναι ο καλύτερος κιθαρίστας του κόσμου
Ελάχιστοι είναι εκείνοι που γνωρίζουν τη μοναδική συνάντηση του Mανώλη Χιώτη με τον Τζίμι Χέντριξ στο Σικάγο. Εκεί ο παγκόσμιας φήμης κιθαρίστας είδε τον Έλληνα συνθέτη να διατρέχει με εντυπωσιακή ταχύτητα το τάστο της κιθάρας. Ο ήχος του ήταν καθαρός και αυθεντικός. Η Μαίρη Λίντα θυμόταν ότι μιλούσαν αρκετά για τη μουσική και τα μυστικά της…. Ο Χέντριξ είχε εντυπωσιαστεί από τη δεξιοτεχνία του Χιώτη και μαγεύτηκε από τον ήχο της κιθάρας, αλλά κυρίως του μπουζουκιού του.
Αργότερα δήλωσε στα τοπικά μέσα ότι ο Χιώτης είναι ο καλύτερος κιθαρίστας στον κόσμο. Όντως ο Χιώτης εντυπωσίαζε τους ειδικούς, καθώς ήταν ένα σπάνιο μουσικό φαινόμενο. Ο Ελληνας δεξιοτέχνης του μπουζουκιού έπαιξε μπροστά σε αρχηγούς χωρών και σημαντικές προσωπικότητες της εποχή, ενώ κλήθηκε από τον Λευκό Οίκο να τραγουδήσει στα γενέθλια του Αμερικανού Προέδρου Λίντον Τζόνσον. Επιπλέον η μουσική του κατάφερε να «κατευνάσει τα πνεύματα» μεταξύ Κάλλας και Γκρέις Κέλι, την εποχή της μεγάλης κόντρας Ωνάση και πρίγκιπα Ρενιέ του Μονακό.
Ο Μανώλης Χιώτης ήταν ένας από τους σημαντικότερους μουσικοσυνθέτες του Λαϊκού τραγουδιού και σπουδαίος δεξιοτέχνης του μπουζουκιού. Έφερε επανάσταση στην ελληνική μουσική, και στο λαϊκό τραγούδι γενικότερα επινοώντας την τετράχορδη παραλλαγή του μπουζουκιού, αλλά και δημιουργώντας το πρώτο «κοσμικό κέντρο».
Η ζωή του, η ιστορία του
Γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου 1921 στη Θεσσαλονίκη (κατ’ άλλες αναφορές στο Ναύπλιο). Ο πατέρας του λεγόταν Διαμαντής Χιώτης, ένας βαρύμαγκας γεννημένος στον Πειραιά. Από μικρή ηλικία άρχισε ν΄ ασχολείται με τα λαϊκά όργανα και ξεκίνησε να μαθαίνει κοντά σε Θεσσαλονικιό μουσικοδιδάσκαλο αρχικά κιθάρα, μπουζούκι και στη συνέχεια ούτι. Έτσι από 15 ετών όταν η οικογένειά του μετακόμισε στο Ναύπλιο ο Μανώλης Χιώτης άρχισε να εργάζεται επαγγελματικά ως μουσικός. Το 1935 περίπου πήγε στην Αθήνα προκειμένου να σπουδάσει βιολί όταν τότε και γνωρίστηκε με τον Στράτο Παγιουμτζή ο οποίος και τον προσέλαβε να παίζει δίπλα του μπουζούκι στο κέντρο «Δάσος» του Βοτανικού. Το 1937 ο Μ. Χιώτης ακολουθώντας το ρεμπέτικο μοτίβο ηχογραφεί το πρώτο του τραγούδι «το χρήμα δεν το λογαριάζω» που έγινε αμέσως επιτυχία.
Μέχρι τον πόλεμο αλλά και μετά απ΄ αυτόν συνέχισε να γράφει τραγούδια πλην όμως βλέποντας ότι με το «κλασικό» μπουζούκι δεν μπορούσε να αποδώσει γρηγορότερες σε ρυθμό μουσικές εκτελέσεις, προχώρησε στη μεγάλη καινοτομία προσθέτοντας άλλη μία χορδή στο όργανο δημιουργώντας έτσι το «τετράχορδο μπουζούκι».
https://www.youtube.com/watch?v=zqJYutmuP0Q
Με το τετράχορδο πλέον μπουζούκι άνοιξε ο ορίζοντας για ασύλληπτες σε ταχύτητα εκτελέσεις σε σχέση με το κλασικό μπουζούκι
Ταυτόχρονα στη δεκαετία του 1950 πρώτος αυτός εφαρμόζει τη χρήση του ενισχυτή σε λαϊκό όργανο. Έτσι καινοτομώντας αρχίζει η περίοδος του αρχοντορεμπέτικου όπου πλέον το μπουζούκι γίνεται αποδεκτό και από την λεγόμενη υψηλή κοινωνία για χατίρι της οποίας άρχισε επιλέγοντας να γράφει τραγούδια με λατινοαμερικάνικο χαρακτήρα κυρίως του μάμπο. Αυτή η δεύτερη καινοτομία του, τον καθιέρωσε πλέον ως ηγέτη ιδιαίτερης μουσικής σχολής και τραγουδιού από το κοινό της εποχής του. Εκείνη ακριβώς την περίοδο ο αθηναϊκός τύπος τον αποκαλούσε «οδηγό του μπουζουκιού στα σαλόνια».
Το πρώτο κέντρο διασκέδασης που ο ίδιος δημιούργησε ήταν, μετά τον πόλεμο, το κοσμικό κέντρο «Πιγκάλ», που ήταν και το πρώτο «κοσμικό κέντρο» της Αθήνας. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 συνέχισε να παρουσιάζει το πρόγραμμά του στο πασίγνωστο τότε κέντρο «Σπηλιά» ή «Σπηλιά του Παρασκευά» στον Πειραιά, που ήταν διαμορφωμένος ανάλογα ο χώρος προ του αρχαίου Σηραγγίου, στη πίστα του οποίου γυρίστηκαν και τα περισσότερα πλάνα των σχετικών κινηματογραφικών του συμμετοχών.
Στη δεκαετία του 1960 ο Μανώλης Χιώτης περιλαμβανόταν μόνιμα σε ειδικό πίνακα Ελλήνων καλλιτεχνών της εθιμοτυπικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών για τη προτεινόμενη διασκέδαση των υψηλών επισκεπτών της Χώρας. Ο Μανώλης Χιώτης είχε τραγουδήσει μπροστά σε πολλούς Ηγεμόνες και άλλους αρχηγούς Χωρών ενώ είχε κληθεί επί τούτου ακόμη και στο Λευκό Οίκο στα γενέθλια του Προέδρου Λίντον Τζόνσον.
Ο Μανώλης Χιώτης φέρεται να έγραψε περισσότερα από 1500 τραγούδια…
Ανεξάρτητα όμως αυτού πολύ τακτικά συμμετείχε και ως σολίστ σε ηχογραφήσεις και πολλών άλλων λαϊκών συνθετών. Χαρακτηριστικό υπήρξε το γεγονός ότι ο Μίκης Θεοδωράκης στηρίχθηκε ακριβώς στη δεξιοτεχνία του Μ. Χιώτη κατά την πρώτη του επίσημη δισκογραφική του παρουσία με τον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου, συνεργασία που συνεχίστηκε και στο «Λιποτάχτες», «Αρχιπέλαγος» κ.ά.. Την ίδια εποχή συνεργάσθηκε ομοίως και με τον Μάνο Χατζιδάκι. Οι μεγαλύτερές του επιτυχίες αποδόθηκαν από την τραγουδίστρια Μαίρη Λίντα, που υπήρξε η δεύτερη σύζυγός του για μια δεκαετία, με την οποία και εμφανίσθηκε στον κινηματογράφο.
Σημειώνεται ότι ο Μανώλης Χιώτης είχε παντρευτεί τρεις φορές. Η πρώτη του σύζυγος ήταν η Ζωή Νάχη με την οποία και απέκτησαν δύο παιδιά. Το 1958 παντρεύτηκε τη σπουδαία παρτενέρ του Μαίρη Λίντα, ένας γάμος γεμάτος επιτυχίες, που όμως έληξε απρόσμενα το 1967 – 1968. Στη συνέχεια ο Μανώλης Χιώτης παντρεύτηκε την Μπέμπα Κυριακίδου με την οποία και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του.
Ο Μανώλης Χιώτης πέθανε αιφνίδια από καρδιακή ανεπάρκεια στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο της Αθήνας στις 20 Μαρτίου του 1970. Η αγγελία του θανάτου του συγκίνησε το πανελλήνιο. Όλοι οι κρατικοί τότε ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί (ΕΡΤ και ΥΕΝΕΔ) έκαναν ειδικές αφιερώσεις, ενώ ο ημερήσιος Τύπος του απέδωσε ιδιαίτερους εγκωμιαστικούς τίτλους.