Φυσικό αέριο - έκπτωση σε όλους: Τρόπους προστασίας των εισοδημάτων των νοικοκυριών αναζητούν οι κυβερνήσεις στην ΕΕ
Την απορρόφηση κατ’ ελάχιστον του 15% του κόστους προμήθειας στο φυσικό αέριο ανακοίνωσε η Φυσικό Αέριο Ελληνική Εταιρεία Ενέργειας, σε συνέχεια, όπως επισημαίνει, των ανακοινώσεων της κυβέρνησης για τα μέτρα προστασίας των πολιτών από τις διεθνείς ανατιμήσεις στον τομέα της ενέργειας, και με την υποστήριξη της ΔΕΠΑ Εμπορίας, της οποίας αποτελεί 100% θυγατρική εταιρεία. «Οι οικιακοί καταναλωτές θα προμηθεύονται πλέον το φυσικό αέριο, τουλάχιστον 15% φθηνότερα. Η εταιρεία θα αποδώσει την έκπτωση αυτή στο σύνολο των δικαιούχων οικιακών καταναλωτών της. Με αυτόν τον τρόπο και χάρη στη σημαντική πρωτοβουλία της ΔΕΠΑ Εμπορίας, το Φυσικό Αέριο Ελληνική Εταιρεία Ενέργειας, ο ιστορικότερος πάροχος ενέργειας της χώρας, παραμένει πιστός στο όραμά του να λειτουργεί με υπευθυνότητα και διαφάνεια προς όφελος των καταναλωτών», αναφέρει η εταιρεία.
Την Παρασκευή η ΔΕΠΑ Εμπορίας ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε έκπτωση 15% προς τους πελάτες της ιδιώτες παρόχους φυσικού αερίου προκειμένου αυτή να μετακυλισθεί στους οικιακούς καταναλωτές.
Η τέλεια «ενεργειακή» καταιγίδα που πλήττει την Ευρώπη
Η παραπάνω ενέργεια της «Φυσικό Αέριο Ελληνική Εταιρεία Ενέργειας» σε συνδυασμό με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης, έρχονται σχεδόν 50 χρόνια από την ενεργειακή κρίση του 1973 που είχε βυθίσει την παγκόσμια οικονομία. Σήμερα, ο πλανήτης βρίσκεται και πάλι αντιμέτωπος με μια νέα κρίση όσον αφορά στην ενέργεια, η οποία αυτή τη φορά δεν αφορά μόνο το πετρέλαιο, αλλά και το φυσικό αέριο, το οποίο μπήκε δυναμικά στην κατανάλωση τα τελευταία 20-30 χρόνια, όπως επίσης και το ηλεκτρικό ρεύμα. Οι κυβερνήσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση, που είναι άμεσα εξαρτημένες ενεργειακά από το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο, αλλά και δεσμευμένες από τη Συμφωνία του Κιότο για περιορισμό των εκπομπών ρύπων, προκειμένου να περάσουν σταδιακά στην πράσινη ενέργεια, βρίσκονται τώρα αντιμέτωπες με την τέλεια καταιγίδα και ψάχνουν τρόπους προστασίας των εισοδημάτων των πολιτών από τις τεράστιες αυξήσεις στο ενεργειακό κόστος.
Ηδη έχουν ανακοινωθεί σχεδόν από όλες τις χώρες της Ε.Ε. επιδοτήσεις στους καταναλωτές για να αντιμετωπίσουν το κύμα ενεργειακής ακρίβειας, το οποίο φτάνει μέχρι στιγμής στα 10 δισ. ευρώ (μόνο η Ελλάδα ανακοίνωσε 500 εκατ. επιδοτήσεις έως το τέλος του χρόνου), ποσό όμως που κρίνεται μικρό, καθώς οι εκτιμήσεις για τις αυξήσεις στο κόστος ενέργειας στην Ευρώπη υπολογίζονται σε πάνω από 100 δισ. ευρώ για τον χειμώνα που έρχεται.
Στις αιτίες αυτής της πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης αναφέρονται η μεγάλη ζήτηση και η περιορισμένη προσφορά από τη Ρωσία και το Αζερμπαϊτζάν σε φυσικό αέριο, το οποίο εκτός από τα νοικοκυριά χρησιμοποιούν κατά κόρον, πέραν από τη βαριά βιομηχανία, και οι βιομηχανίες ηλεκτροπαραγωγής, με αποτέλεσμα να μετακυλίονται οι αυξήσεις και στην τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος. Αρκεί να αναφερθεί ότι η τιμή του φυσικού αερίου από την αρχή του χρόνου έχει αυξηθεί από τα 19 στα 92 ευρώ ανά MWh και η χονδρική του ρεύματος από τα 52 στα 153 ευρώ ανά MWh.
Βιομηχανικά προϊόντα
Στη συνέχεια, το ντόμινο της ακρίβειας και των αυξήσεων περνάει στα βιομηχανικά προϊόντα, στις πρώτες ύλες, στους ναύλους των πλοίων και τα μεταφορικά και, τελικά, στα είδη πρώτης ανάγκης και τα προϊόντα των σούπερ μάρκετ. Οι επικεφαλής της Ε.Ε. και η κυρία Κριστίν Λαγκάρντ εκτιμούν πως το φαινόμενο θα είναι παροδικό και ότι μετά τα Χριστούγεννα θα αρχίσει η αποκλιμάκωση και ο εξορθολογισμός των τιμών της ενέργειας. Δεν λείπουν βέβαια και οι απαισιόδοξοι που θεωρούν πως η αποκλιμάκωση θα αρχίσει μετά την άνοιξη, όταν δηλαδή εκ των πραγμάτων η ζήτηση θα πέσει.
Μέχρι τότε όμως και με δεδομένο ότι η Κίνα αναζητεί επειγόντως φυσικό αέριο σε οποιαδήποτε τιμή, μάλλον προοιωνίζεται ένας βαρύς χειμώνας για τη Γηραιά Ηπειρο και οι ηγέτες της Ε.Ε. θα πρέπει να κινηθούν άμεσα και συλλογικά για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης που απειλεί τόσο την κοινωνική συνοχή όσο και την ανάπτυξη, αλλά και πυροδοτεί τον πληθωρισμό που ήδη σε κάποιες χώρες όπως η Γερμανία, η Σουηδία, η Δανία, κινείται πάνω από το 4%.
Μια απειλή σοβαρή και για τη χώρα μας, καθώς κινδυνεύει τόσο η αναπτυξιακή προσπάθεια που είχε ξεκινήσει δυναμικά το τελευταίο τρίμηνο όσο και ο δημοσιονομικός χώρος για φοροελαφρύνσεις και ενίσχυση των εισοδημάτων, καθώς η προτεραιότητα τώρα -και ευλόγως- είναι να στηριχτούν οι πολίτες και να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις από το κύμα της γενικευμένης ακρίβειας.
Στο έλεος του Πούτιν η Ευρώπη
Σκληρό παζάρι του Ρώσου προέδρου να λειτουργήσει ο αγωγός «Nord Stream 2» και να ανοίξει τις κάνουλες του ρωσικού φυσικού αερίου… Κατά 100 δισ. ευρώ υπολογίζεται ότι θα αυξηθούν οι λογαριασμοί ρεύματος και θέρμανσης για τους Ευρωπαίους καταναλωτές φέτος τον χειμώνα λόγω της ανόδου των τιμών του φυσικού αερίου. Τα πρώτα μέτρα που έχουν λάβει ορισμένες κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων και η ελληνική, ανέρχονται σε περίπου 10 δισ. ευρώ, αλλά αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στο μέγεθος του προβλήματος, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του πρακτορείου Bloomberg. Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που ανακοίνωσαν άμεσες παρεμβάσεις με επιδοτήσεις του ενεργειακού κόστους για τα νοικοκυριά, συνολικού ύψους 500 εκατ. ευρώ.
Στη Γαλλία, η κυβέρνηση του Εμανουέλ Μακρόν παρέχει επιδοτήσεις ύψους 582 εκατ. ευρώ στα πιο φτωχά νοικοκυριά, η Ιταλία έθεσε σε εφαρμογή ένα πακέτο με περισσότερα από 3 δισ. ευρώ για να περιορίσει τις αυξήσεις των τιμών το τελευταίο τρίμηνο της χρονιάς, η Ισπανία διοχετεύει στους καταναλωτές περίπου 2,6 δισ. ευρώ από φόρους σε επιχειρήσεις ενέργειας, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε 500 εκατ. στερλίνες για περαιτέρω μέτρα σε πιο φτωχά νοικοκυριά.
Μέτρα αντιμετώπισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο
Ταυτόχρονα, συζητούνται μέτρα αντιμετώπισης σε ευρωπαϊκό επίπεδο με βάση διάφορες προτάσεις, όπως η δημιουργία στρατηγικών αποθεμάτων φυσικού αερίου με ενιαίες προμήθειες από την Ε.Ε., ή η συνολική αναμόρφωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε. και η αξιοποίηση των εσόδων από τα Δικαιώματα Ρύπων για να μειωθούν οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος. Σύμφωνα με ορισμένες μελέτες, περί τα 70-90 εκατομμύρια νοικοκυριά στην Ευρώπη θα δυσκολευτούν να καλύψουν φέτος τις ενεργειακές τους ανάγκες.
Είναι δύσκολο πάντως να ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς η ενεργειακή πολιτική είναι θέμα εθνικής νομοθεσίας, ενώ τα συμφέροντα των κρατών-μελών είναι διαφορετικά και αλληλοσυγκρουόμενα σε ορισμένες περιπτώσεις. Κάποιες χώρες είναι μεγάλες καταναλώτριες φυσικού αερίου, ενώ ταυτόχρονα παράγουν και εξάγουν προϊόντα και υπηρεσίες πράσινης ενέργειας, άλλες έχουν μικρότερη εξάρτηση και κάποιες, μάλιστα, όπως η Πολωνία, επιμένουν στη χρήση του «βρώμικου» λιγνίτη καθώς διαθέτουν αποθέματα.
Σε δύο κατευθύνσεις τα βλέμματα
Το γεγονός είναι ότι φέτος τον χειμώνα, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, αλλά και οι επιχειρηματίες, οι μάνατζερ, οι επενδυτές και οι απλοί καταναλωτές, δύο πράγματα θα κοιτούν με αγωνία: το μετεωρολογικό δελτίο και τις κινήσεις των Ρώσων στην αγορά φυσικού αερίου. Εκεί τελικά θα κριθεί κατά πόσο η τιμή του φυσικού αερίου θα σταθεροποιηθεί σε ακριβά, αλλά όχι εξωφρενικά επίπεδα, ή εάν θα οδηγηθούμε σε μια νέα ενεργειακή κρίση, με απρόβλεπτες συνέπειες σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Aν η Ρωσία -που καλύπτει το 40% των αναγκών της Ευρώπης σε φυσικό αέριο- ανοίξει τη στρόφιγγα και αυξήσει τις παραδόσεις -όπως «υποσχέθηκε» ο Βλαντιμίρ Πούτιν την περασμένη εβδομάδα-, τότε η προσφορά θα ενισχυθεί και οι πιέσεις στις τιμές θα εκτονωθούν. Aν η Ρωσία ανοίξει τη στρόφιγγα και αυξήσει τις παραδόσεις, όπως «υποσχέθηκε» ο Βλαντιμίρ Πούτιν, τότε η προσφορά θα ενισχυθεί και οι πιέσεις στις τιμές του φυσικού αερίου θα εκτονωθούν
Στην πραγματικότητα, η Ε.Ε. είναι «όμηρος» του καιρού, αλλά και της Ρωσίας, η οποία, σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές, χρησιμοποιεί τις παραδόσεις φυσικού αερίου ως διπλωματικό όπλο.
Το άμεσο αίτημα των Ρώσων είναι να εγκρίνουν οι γερμανικές αρχές τη λειτουργία του αγωγού φυσικού αερίου «Nordstream 2», ο οποίος καταλήγει απευθείας στη Γερμανία, παρακάμπτοντας την Ουκρανία, αλλά είναι πιθανό ότι η Ρωσία θα παίξει το ενεργειακό χαρτί σε πολλά επίπεδα. Την περασμένη εβδομάδα οι δηλώσεις Πούτιν ότι η Ρωσία μπορεί να αυξήσει τις παραδόσεις φυσικού αερίου οδήγησαν μέσα σε λίγη ώρα τις τιμές στην αγορά 35% χαμηλότερα, δείχνοντας τον βαθμό επιρροής που διαθέτει.
Μυτιληναίος: Η… τέλεια καταιγίδα
Η κατάσταση στην αγορά ενέργειας μοιάζει με «τέλεια καταιγίδα», όπως τη χαρακτήρισε προ ημερών ο επιχειρηματίας στο χώρο της ενέργειας Ευάγγελος Μυτιληναίος. Την άνοιξη είχε κρύο στην Ευρώπη, που θερμαίνεται με φυσικό αέριο, με αποτέλεσμα να εξαντληθούν τα αποθέματα, τη στιγμή που η Ρωσία έκανε «κράττει» στις παραδόσεις. Το καλοκαίρι δεν φύσηξε πολύ στην Ευρώπη και η παραγωγή αιολικής ενέργειας μειώθηκε. Στην Ασία είχε ζέστη, με αποτέλεσμα να αυξηθεί η ζήτηση ηλεκτρικού και επομένως φυσικού αερίου. Την ίδια στιγμή, το κόστος των Δικαιωμάτων Ρύπων, που πληρώνουν οι βιομηχανίες που εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακα -όπως κατεξοχήν οι παραγωγοί ηλεκτρικού- εκτοξεύτηκε μέσα στο δεκάμηνο από τα 35 στα 65 ευρώ ανά μετρικό τόνο. Η ανατίμηση του φυσικού αερίου οδηγεί ένα μέρος της ζήτησης στο πετρέλαιο και στο κάρβουνο, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι τιμές και εκεί.
Η προσφορά φυσικού αερίου συμπιέστηκε τη στιγμή που το τέλος της καραντίνας προκάλεσε παγκοσμίως αύξηση της ζήτησης. Η ανισορροπία προκάλεσε την έκρηξη των τιμών. Εάν δεν αποκατασταθεί η ισορροπία και η κατάσταση φτάσει στα άκρα, δεν αποκλείεται από κάποιο σημείο και πέρα απλά να μην υπάρχει φυσικό αέριο σε οποιαδήποτε τιμή, και να έχουμε έναν «πόλεμο» για την προμήθειά του. Είναι ενδεικτικό ότι, προ ημερών, δημοσιεύτηκαν πληροφορίες ότι η Κίνα έδωσε εντολή στις κρατικές επιχειρήσεις να προμηθευτούν φυσικό αέριο σε οποιαδήποτε τιμή, προκειμένου να μην «ξεμείνει» η παραγωγή.
Ενδεχόμενο επισιτιστικής κρίσης
Ορισμένα ευρωπαϊκά think tanks προβλέπουν ότι εάν η κατάσταση δεν τεθεί υπό έλεγχο, υπάρχει και το ενδεχόμενο επισιτιστικής κρίσης, καθώς το φυσικό αέριο χρησιμοποιείται σε κρίσιμους τομείς της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, όπως τα λιπάσματα και τα θερμοκήπια, ενώ αυξάνεται και το κόστος στη μεταφορική και την εφοδιαστική αλυσίδα.
Πάντως, οι ευρωπαϊκές αρχές, αλλά και οι κεντρικές τράπεζες εκτιμούν ότι η αύξηση του ενεργειακού κόστους είναι παροδική, καθώς συνδέεται κυρίως με την οικονομική ανάκαμψη που καταγράφεται λόγω πανδημίας και προβλέπουν ότι σταδιακά η κατάσταση θα εξισορροπηθεί.
Οι ευρωπαϊκές ηγεσίες υποστηρίζουν επίσης ότι η συγκυρία δεν θα πρέπει να γίνει αφορμή για να ανασχεθεί η στροφή στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η οποία έχει στόχο να διασφαλίσει τη στρατηγική ενεργειακή αυτονομία της Ε.Ε. (που δεν διαθέτει ορυκτά ενεργειακά αποθέματα και εξαρτάται από τις εισαγωγές), αλλά και να αποτελέσει «ατμομηχανή» για την ευρωπαϊκή πρωτοπορία στις νέες τεχνολογίες της «οικονομίας του ήλιου και του υδρογόνου», οι οποίες θα κυριαρχήσουν τις επόμενες δεκαετίες.