Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η πρόσφατη πρόταση για σύσταση εξεταστικής επιτροπής από τον ΣΥΡΙΖΑ έγινε για να αλλάξει η ατζέντα από τον θόρυβο που προκλήθηκε από την καταψήφιση της αμυντικής συμφωνίας με την Γαλλία. Όσοι επιχειρηματολογούν υπέρ αυτής της άποψης αναφέρουν ότι στον ΣΥΡΙΖΑ μάλλον δεν μέτρησαν καλά την απήχηση που θα είχε στους πολίτες αυτή η στάση. Ωστόσο οι τελευταίες δημοσκοπήσεις που έγιναν αμέσως μετά την ψηφοφορία στην Βουλή κατέδειξαν ότι οι πολίτες στην συντριπτική τους πλειοψηφία τάσσονται υπέρ της
συμφωνίας και μάλιστα αναφέρουν ότι, από όσα έχουν ακούσει, η συμφωνία ευνοεί τα συμφέροντα της χώρας μας τόσο στην Ευρώπη, όσο και στο πλαίσιο της συμμαχίας του ΝΑΤΟ.
Είτε αυτός είναι ο λόγος, είτε κάποιος άλλος, η ουσία είναι ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητά εξεταστική επιτροπή για να ελεγχθούν τα κονδύλια που δόθηκαν από την κυβέρνηση σε μέσα επικοινωνίας και εταιρείες για την ενημέρωση για την πανδημία, αλλά και την εκστρατεία εμβολιασμού. Η κίνηση αυτή αλλάζει την ατζέντα; Εν μέρει ναι αλλάζει την ατζέντα, αφού πλέον η πολιτική ζωή του τόπου θα περιστραφεί για ένα μικρό ή μεγαλύτερο χρονικό διάστημα γύρω από αυτήν την επιτροπή, αλλά και τα στοιχεία που θα προσκομίζονται σε αυτήν.
Ένα κάποιο πυροτέχνημα
Την ίδια ώρα η ΝΔ ζητά η εξεταστική επιτροπή να μην ασχοληθεί μόνο με την διετία διακυβέρνησης της χώρας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά να επεκταθεί και να διευρυνθεί και στα προγενέστερα χρόνια, αυτά της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ. Μια τέτοιου είδους εξεταστική επιτροπή αφενός θα διαρκέσει επί μακρόν, αφετέρου θα οδηγήσει σε μια πολύ σκληρή αντιπαράθεση, που είναι αμφίβολο αν θα οδηγήσει σε κάποιο απτό αποτέλεσμα. Και με αυτό ως δεδομένο μπαίνει στην συζήτηση μια άλλη παράμετρος. Ζητήθηκε η σύσταση εξεταστικής για να εξεταστούν οι δαπάνες αυτές επί της ουσίας ή για να αποτελέσει ένα πυροτέχνημα αντιπολιτευτικής ρητορικής, που θα αναπτυχθεί το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα; Ήδη κάτι τέτοιο έχει διαφανεί από την στάση που τηρεί η αξιωματική αντιπολίτευση σε όλα τα ζητήματα της επικαιρότητας από το καλοκαίρι και μετά.
Το δόγμα «όχι σε όλα»
Κάποιοι θεωρούν ότι στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν προδικάσει ότι το 2022 θα είναι μια εκλογική χρονιά και επομένως θα πρέπει να βρίσκονται απέναντι από την κυβέρνηση και να υιοθετήσουν εκ νέου το δόγμα «όχι σε όλα», ανεξάρτητα αν το θέμα είναι εθνικό, παιδείας, ασφάλειας, εργασίας ή οικονομίας. Η στάση αυτή, που ενδεχομένως να είναι και αυτή που θα διατηρήσει η αξιωματική αντιπολίτευση τους επόμενους μήνες, φάνηκε από την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να στηρίξει την συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας, από την καταψήφιση διατάξεων στο εργασιακό νομοσχέδιο, από την στάση του στο άνοιγμα των σχολείων και των πανεπιστημίων, από την αντίδρασή του στην ίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας κ.α.
Η στάση της πλειοδοσίας
Πολύ πιο έντονα φάνηκε η στάση αυτή του «όχι σε όλα» σε δύο πολύ σημαντικές εκφάνσεις της καθημερινότητας των πολιτών: Η πρώτη έχει να κάνει με τις πρόσφατες φυσικές καταστροφες, δηλαδή τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες, και η δεύτερη με την προσπάθεια της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει το πρωτοφανές κύμα ακρίβειας στην ενέργεια. Και στις δύο περιπτώσεις η στάση ήταν συγκεκριμένη: Ήταν αυτή της πλειοδοσίας. Στην πρώτη περίπτωση των φυσικών καταστροφών, η αξιωματική αντιπολίτευση έκανε λόγο για λίγα χρήματα που δεν αρκούν για να αποζημιωθούν όσοι επλήγησαν και για καθυστέρηση στην δημιουργία αντιπλημμυρικών έργων και στην δεύτερη περίπτωση μίλησε για επιδοματική πολιτική μικρού ύψους, που επίσης δεν θα
καλύψει τις ανάγκες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Η αλήθεια των δημοσκοπήσεων
Αφού θυμίσουμε πρώτα ότι κάτι ανάλογο δεν είχε συμβεί επί της προηγούμενης διακυβέρνησης και αφού θυμίσουμε ότι δεν έχουν δοθεί ποτέ τόσα χρήματα σε μορφή επιδομάτων και ενισχύσεων για την αντιμετώπιση κρίσεων, μάλλον θα ήταν χρήσιμο να επαναλάβουμε ότι η ουσιαστική αντιπολίτευση ασκείς όταν έχεις πρόγραμμα, θέσεις και λύσεις και όχι όταν έχεις σαν μότο σου το άνευρο πλέον στην εποχή μας «όχι σε όλα». Και για του λόγου το αληθές οι δημοσκοπήσεις (που κατηγορούνται από πολλούς) δείχνουν και ότι η εμπιστοσύνη των πολιτών είναι ισχυρή και ότι οι τελευταίες κυβερνητικές επιλογές, συμφωνία με Γαλλία, πανδημία κ.λπ., κινούνται στην σωστή κατεύθυνση. Αυτό ίσως κάνει κάποιους να προβληματιστούν ότι μπορεί και να μην τους ακούνε οι πολίτες τόσο εντός, όσο και εκτός κοινοβουλίου.