Σχέσεις: Διαφορετικά ερωτικά ωράρια άνδρα και γυναίκας, προβλήματα και αλλαγές στη ζωή ενός ανθρώπου, αυτά είναι κάποια αίτια που μπορεί να ρίξουν την λίμπιντο σε μια σχέση. Όμως μπορεί να επανέλθει και αν ναι, πώς;
Ένα από τα πιο συχνά προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα ζευγάρια – και δη τα μακροχρόνια – σήμερα στη σχέση τους είναι η έλλειψη ερωτικής επιθυμίας του ενός συντρόφου για τον άλλον. Άλλωστε, ένα από τα βασικά συστατικά στοιχεία της επικοινωνίας ενός ζευγαριού είναι και το σεξ και η έλλειψή του μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να μην αναπτύσσεται η οικειότητα μεταξύ των ερωτικών συντρόφων. Έχει παρατηρηθεί πως, πέραν των άλλων διαφορετικοτήτων ανάμεσα στα δύο φύλα, το ερωτικό “ρολόι” μεταξύ άνδρα και γυναίκας, επίσης, δεν είναι το ίδιο. Δηλαδή, οι άνδρες νιώθουν μεγαλύτερη σεξουαλική επιθυμία τις πρωινές ώρες και οι γυναίκες λίγο πριν πέσουν για ύπνο, τις βραδινές ώρες.
Ειδικά αν η σχέση μας χαρακτηρίζεται από συναισθήματα στεναχώριας και απογοήτευσης, τότε αυτά τα διαφορετικά προγράμματα εντείνονται και η επιτυχία ενός χρονικού συντονισμού φαντάζει όλο και πιο δύσκολη. Ένας άνθρωπος ή ένα ζευγάρι μπορεί να χάσει την ερωτική του επιθυμία έπειτα από μια σημαντική αλλαγή στη ζωή του (εγκυμοσύνη, προαγωγή κ.λπ.), μια απογοήτευση, μια συζυγική κρίση, προβλήματα υγείας ή καθημερινή φθορά.
4 τρόποι να ανέβει η λίμπιντο
Στην περίπτωση που ο ερωτικός μας σύντροφος κατακλύζεται από ενέργεια, τότε δεν έχουμε άλλη επιλογή πέρα από το να ξεκινήσουμε να κάνουμε σεξ, αν θέλουμε να βρούμε ξανά την ερωτική μας επιθυμία. Μπορεί στην αρχή να είναι περίεργο, αλλά με το πέρασμα του καιρού και όσο δίνουμε και την απαραίτητη σημασία, θα γίνεται όλο και πιο αυθόρμητο. Για αυτό το λόγο, οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα ρολόγια της λίμπιντο μπορούν να “επαναπρογραμματιστούν”. Μάλιστα, το διαθέσιμο ερευνητικό υλικό επιβεβαιώνει αυτή την αντίθεση, καθώς μια έρευνα 2.000 ατόμων υποστηρίζει ότι το 64% των γυναικών έκαναν σεξ όταν η διάθεσή τους δεν ήταν και στο αποκορύφωμά της, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο με το αντίστοιχο των ανδρών (38%). Πώς, όμως, μπορεί να βρεθεί αυτή η “χρυσή” τομή;