Αρνητές εργασίας: Η γενιά 1997-2012 κυριαρχεί στο κίνημα «antiwork»
Μετά τους αρνητές κορονοϊού, τους αρνητές εμβολίου και τους αρνητές των… πάντων, στη μακρά λίστα έρχεται να προστεθεί και η γενιά των «αρνητών εργασίας». Το κίνημα με την ονομασία «antiwork» κάνει θραύση εν μέσω πανδημίας και εκφράζει τη γενιά 1997-2012 που αποφάσισε να αρνηθεί τη δουλειά με βασικό επιχείρημα πως οι χαμηλοί μισθοί και οι κακές εργασιακές συνθήκες δεν τους επιτρέπουν να «ανοίξουν τα φτερά» και να πετύχουν τα όνειρά τους.
Το φαινόμενο γίνεται ολοένα και πιο ισχυρό στις ΗΠΑ, καθώς τα νούμερα αυξάνονται διαρκώς και περίπου 4,4 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν παραιτηθεί από την εργασία τους τον Σεπτέμβριο του 2021, σε μια ύστατη προσπάθεια να δείξουν την απέχθειά τους στις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά εργασίας. Πολλοί εξ αυτών δεν βγήκαν ξανά σε αναζήτηση δουλειάς και απ’ ό,τι φαίνεται είχαν τα δικά τους (λογικά) επιχειρήματα για να δικαιολογήσουν την απόφασή τους.
Ο Λάρι, αφότου αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο ήθελε μαζί με την τότε σύζυγό του, να εκπληρώσουν το «αμερικάνικο όνειρο». Ενα σπίτι στα προάστια και διακοπές κάθε δυο χρόνια. Αυτό το όνειρο της ειδυλλιακής ζωής σταδιακά διαλύθηκε. Η πρώην σύζυγός σταμάτησε νωρίς – νωρίς να εργάζεται και αποφάσισε να παραμείνει στο σπίτι για να φροντίσει τα παιδιά και τον ηλικιωμένο πατέρα της. Στον Λάρι, πήρε λίγο παραπάνω η συγκεκριμένη απόφαση.
«Η εργασία είναι κάτι που μας το έχουν εμφυσήσει από μικρά στα μυαλά μας»
«Η εργασία είναι κάτι που μας το έχουν εμφυσήσει από μικρά στα μυαλά μας» είπε ο Λάρι στο Business Insider. Τώρα στα 52 του, o Λάρι πλέον δεν εργάζεται. Όταν «χτύπησε» η πανδημία, ήταν έτοιμος για αλλαγές. Παράτησε τη δουλειά του σαν τεχνικός συντήρησης στη Νότια Καρολίνα για να είναι με την πρώην σύζυγό του και τα παιδιά τους στο Κολοράντο. Όταν απολύθηκε από μια εποχική εργασία εκεί, γύρισε στη Νότια Καρολίνα για να είναι με τη μητέρα του. Τώρα ζει σε απλότητα, σε ένα τροχόσπιτο μήκους 10 μέτρων. «Δεν έχω καθόλου έξοδα, δε χρειάζομαι λεφτά. Πραγματικά μπορώ να ζήσω χωρίς λεφτά», είπε.
Οι νέοι στην Κίνα κάνουν… cocooning
Στην Αμερική το κίνημα «antiwork» φαίνεται πως είναι παρόμοιο με αντίστοιχα κινήματα ενάντια στην εργασία που υπάρχουν κυρίως στην Κίνα, όπου οι νέοι απλώς «αράζουν» και κάνουν «cocooning» ενάντια στην κυρίαρχη τάση της ακραίας παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. «Δεν θέλω να ξαναδουλέψω ποτέ στη ζωή μου», λέει ο Λάρι και συμπληρώνει: «Δεν θέλω να έχω συναντήσεις, προθεσμίες, στόχους, σεμινάρια. Δεν θέλω κανένα από αυτά πια». Μια αυξανόμενη δυσαρέσκεια με τις συνθήκες εργασίας έχει «γεννήσει» εκατομμύρια σαν τον Λάρι τον τελευταίο χρόνο. Οι άνθρωποι παρατούν τις δουλειές τους με ρυθμούς-ρεκόρ για έξι μήνες στη σειρά, και πολλοί από αυτούς δεν προβλέπεται να επιστρέφουν. Για πολλούς, αυτό οφείλεται στο ότι η εργασία δεν αξίζει τον κόπο, πλέον.
Η ομάδα στο Reddit «antiwork» έχει συγκεντρώσει ένα εκατομμύριο ακολούθους από τότε που ξεκίνησε το 2013. Οι μισοί από αυτούς έχουν μπει μέσα στον Οκτώβρη του 2021. Αυτό σημαίνει πως δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων, αν όχι περισσότεροι, επισκέπτονται καθημερινά την ομάδα. Όπως εκφράστηκε στο φόρουμ της σελίδας, η «αντιεργασία» η απόκτηση ενός τρόπου ζωής χωρίς εργασία, και βρίσκοντας νόημα στο να αποκρούονται οι άθλιες εργασιακές συνθήκες. «Πολλοί άνθρωποι νομίζουν πως η αντιεργασία είναι απλώς τεμπελιά και πως τίποτε δε χρειάζεται ποτέ να γίνει», λέει ένας διαχειριστής του φόρουμ της ομάδας με το ψευδώνυμο «rockcellist». «Όμως η αλήθεια για την αντιεργασία και όλα όσα την αφορούν, είναι πως προφανώς πρέπει να γίνονται πράγματα, αλλά η παρούσα δομή με την οποία γίνονται τα πράγματα και ο τρόπος που ρέει το κεφάλαιο καθώς γίνονται τα πράγματα είναι άδικοι και δεν θα έπρεπε να υπάρχουν», αναφέρει.
Κατάσχεση τηλεφώνων
Ο Κέιντ, ένας νεαρός εργαζόμενος στο Κάνσας, είναι ένας από τους ανθρώπους που μπήκαν στο antiwork και έκανε ανάρτηση, όταν παράτησε τη δουλειά του στο βενζινάδικο όπου δούλευε. Σκεφτόταν να σταματήσει καιρό όμως ο «κόμπος έφτασε στο χτένι» για αυτόν όταν το αφεντικό του ανέβασε μια πινακίδα λέγοντας ότι οι εργαζόμενοι απαγορεύεται να χρησιμοποιούν τα τηλέφωνά του στις βάρδιές τους, ενώ αν τους έπιαναν με τα τηλέφωνα, η διεύθυνση είχε το δικαίωμα να τα κατασχέσει.
«Ποτέ δεν έχω δει κάποιον να μη δουλεύει και να είναι στο τηλέφωνό του» είπε ο Κέιντ. Πρόσθεσε πως δεν θα έπρεπε η διεύθυνση να έχει το δικαίωμα να πάρει τα υπάρχοντά του. Ο Κέιντ είπε πως ξεκίνησε να βλέπει αναρτήσεις από το φόρουμ πριν κάποιους μήνες, και βλέποντάς τες αποφάσισε και ο ίδιος να σταματήσει. Έχει ήδη πάει σε μια συνέντευξη και έχει κάποια λεφτά στην άκρη που θα μπορέσουν να τον συντηρήσουν για κάποιο διάστημα. «Ένιωσα σαν να ανήκω σε ένα πραγματικό κίνημα», είπε ο Κέιντ που τελικά αποφάσισε να σταματήσει συνολικά τη δουλειά, μετά την κακή εμπειρία από τον εργοδότη του.
Παραιτήθηκε κι έγινε ξυλουργός
Στο ίδιο γκρουπ απευθύνθηκε και η Κέιτλιν Νίκολσον, μια νεαρή εργαζόμενη στην εστίαση, όταν σταμάτησε την εργασία της για να γίνει ξυλουργός πλήρους απασχόλησης. Η ομάδα τη βοήθησε να καταλάβει ότι δεν είναι μόνη της, πίστευε πως οι υπερωρίες και οι ελλείψεις σε εργαζόμενους υπήρχαν μόνο στο δικό της χώρο εργασίας. «Κατάλαβα πως αυτό συμβαίνει παντού, οι επιχειρήσεις σου λένε ότι υπάρχει έλλειψη εργατικού δυναμικού, αλλά δεν προσλαμβάνουν κόσμο και απλώς εξουθενώνουν τους υπαλλήλους τους. Είναι καλό που το ξέρω πλέον, πως δεν χρειάζεται να το ανεχτώ», λέει η Νικολσον.
Σύμφωνα με την Νίκολσον, η ίδια είπε στο αφεντικό της πως δεν μπορούσε να δουλέψει μια συγκεκριμένη μέρα γιατί έπρεπε να πάει το αμάξι της για σέρβις. Το αφεντικό της απάντησε πως αν δεν έρθει, θα απολυθεί, και εκείνη δεν πήγε για δουλειά. Η ξυλουργία την γεμίζει, είπε. «Οι άνθρωποι συνήθιζαν να φτιάχνουν τα δικά τους πράγματα και το κάνουν ακόμα σπίτι τους. Νομίζω ότι αυτή η ενασχόληση δεν εκτιμάται πλέον από τον κόσμο όσο θα έπρεπε», ανέφερε.
«Καταστροφή οι ταμπέλες»
Σύμφωνα με τον ρεπόρτερ Γκρέις Ντιν, εστιατόριο στη Φλόριντα, αναγκάστηκε το τελευταίο διάστημα να κατεβάσει ρολά αφού μπορούσε να πληρώσει μόνο 4 εργαζομένους. «Αμάν με την πανδημία και την πολιτική που τη δημιούργησε, πολλοί προτιμούν να είναι άνεργοι και όχι μέλη του εργατικού δυναμικού της χώρας», έγραψε ο ιδιοκτήτης στο Facebook και στράφηκε κατά της αύξησης των επιδομάτων σε άνεργους πολίτες των ΗΠΑ που πήραν από 300 έως 600 δολάρια παραπάνω ανά εβδομάδα. Το κίνημα antiwork δεν εκπλήσσει ωστόσο τον Στιβ Ρόουλαντ, παρουσιαστή του Podcast «Retail Warzone»: «Ένα πράγμα που δημιούργησε το κίνημα ήταν αυτές οι ηλίθιες ταμπέλες που κρεμούσαν εργοδότες στις πόρτες τους».