Η πλατφόρμα της ΑΑΔΕ για την υποβολή αιτήματος χωριστής δήλωσης συζύγων έχει ανοίξει και θα παραμείνει ανοιχτή μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2021 για τα ζευγάρια που θέλουν να προχωρήσουν στο φορολογικό «διαζύγιο». Όσοι όμως σχεδιάζουν να υποβάλουν χωριστές δηλώσεις θα πρέπει να το σκεφτούν πολύ καθώς μπορεί να μπλέξουν σε φορολογικές περιπέτειες. Και αυτό γιατί δεν υφίσταται η έννοια του οικογενειακού εισοδήματος για την κάλυψη των επιμέρους τεκμηρίων καθενός εκ των συζύγων αφού τα τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων βαρύνουν τον κάθε σύζυγο ατομικά. Επίσης όσον αφορά τη δυνατότητα κάλυψης τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου, δεν μπορεί να γίνει επίκληση εισοδημάτων από τη χωριστή δήλωση του άλλου συζύγου.
Για το λόγο αυτό, οι σύζυγοι θα πρέπει να σταθμίσουν τα δεδομένα και να αποφασίσουν αν θα υποβάλλουν ή όχι χωριστή δήλωση καθώς κάποιους συμφέρει αλλά για κάποιους άλλους η επιλογή αυτή ενέχει κινδύνους να «φορτωθούν» έξτρα φόρους.
Ειδικότερα οι φορολογούμενοι θα πρέπει να γνωρίζουν τα εξής:
- Στις χωριστές δηλώσεις δεν υφίσταται η έννοια του οικογενειακού εισοδήματος για την κάλυψη των τεκμηρίων διαβίωσης (αυτοκίνητα, κατοικίες κ.α) και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων καθενός από τους συζύγους, καθώς βαρύνουν τον κάθε σύζυγο ατομικά ενώ για τη δυνατότητα κάλυψης τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου δεν μπορεί να γίνει επίκληση εισοδημάτων από τη δήλωση του άλλου συζύγου. Σημειώνεται ότι το τεκμήριο ελάχιστης αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης για το άτομο είναι τα 3.000 ευρώ, αντί για 5.000 ευρώ που χρεώνεται στο ζευγάρι στην περίπτωση κοινής δήλωσης. Συνεπώς με βάση τα παραπάνω υπάρχει κίνδυνος κάποιοι να κληθούν να πληρώσουν έξτρα φόρο λόγω μη κάλυψης των τεκμηρίων διαβίωσης και του «πόθεν έσχες».
- Δεν υπάρχει δυνατότητα μεταφοράς ποσού αποδείξεων από τον ένα σύζυγο στον άλλο οπότε αν κάποιος έχει έλλειμμα αποδείξεων θα βρεθεί αντιμέτωπος με την επιβολή του πέναλτι 22% επί του ποσού που θα λείπει από το όριο του 30%.
-
Για τη χορήγηση των επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη το οικογενειακό εισόδημα και όχι το ατομικό που θα δηλώσει ο κάθε σύζυγος στη φορολογική του δήλωση.
- Ο κάθε σύζυγος συμπληρώνει το ποσοστό ιδιοκτησίας του σε περίπτωση ιδιόκτητης κατοικίας, το ποσοστό του ως μισθωτής σε περίπτωση μισθωμένης κατοικίας και το ποσοστό της δωρεάν παραχώρησης, αντίστοιχα. Ο σύζυγος που δεν διαθέτει καθόλου ποσοστό συνιδιοκτησίας ή χρήσης, συμπληρώνει στον πίνακα 6 την ένδειξη «συνοίκηση με σύζυγο». Ο άλλος σύζυγος δεν συμπληρώνει καμία ένδειξη.
- Τα τέκνα που προέρχονται από κοινό γάμο καθώς και τα αναγνωρισμένα τέκνα δηλώνονται ως εξαρτώμενα μέλη και από τους δύο συζύγους. Το εισόδημα του ανήλικου τέκνου που δεν φορολογείται στο όνομα του τέκνου, προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα που έχει το μεγαλύτερο εισόδημα και δηλώνεται μόνο από αυτόν τον γονέα.
- Το εισόδημα και οι αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων των προστατευόμενων τέκνων βαρύνουν τον σύζυγο με το υψηλότερο εισόδημα. Αν τα εισοδήματα είναι ίσα, τότε βαρύνουν τον πατέρα. Στην περίπτωση που ένας εκ των δύο γονέων έχει τα γονική μέριμνα το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα αυτού.
-
Όπως και στη κοινή δήλωση έτσι και στη χωριστή δήλωση, δεν μπλοκάρεται η έκδοση φορολογικής ενημερότητας του ενός συζύγου όταν ο άλλος σύζυγος έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία.
- Όσοι επιθυμούν να υποβάλλουν χωριστή δήλωση ακόμα και αν έκαναν κάτι τέτοιο το 2021 θα πρέπει να υποβάλουν ξανά αίτηση. Οποιοσδήποτε από τους δύο συζύγους ή και οι δύο μπορούν να γνωστοποιήσουν την επιλογή τους για χωριστή δήλωση αλλά η επιλογή δεν μπορεί να ανακληθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας στις 28 Φεβρουαρίου.
- Σε περίπτωση που κανείς από τους συζύγους δεν γνωστοποιήσει την επιλογή υποβολής χωριστής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος θα πρέπει να υποβληθεί στην εφορία κοινή δήλωση. Όμως η φορολογική διοίκηση μπορεί να δώσει τη δυνατότητα και στους δύο συζύγους να υποβάλουν χωριστή φορολογική δήλωση μετά από αίτηση στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ που ανήκουν.
-
Η υποβολή ξεχωριστής φορολογικής δήλωσης είναι υποχρεωτική στις παρακάτω περιπτώσεις:
- Έχει διακοπεί η έγγαμη συμβίωση κατά τον χρόνο υποβολής της δήλωσης. Το έγγραφο που απαιτείται να κατατεθεί στο μητρώο της εφορίας είναι το διαζευκτήριο ή η λύση συμφώνου συμβίωσης.
- Έχει δηλωθεί διάσταση. Αυτό μπορεί να γίνει με αίτηση του ενός μέρους τουλάχιστον με αποδεικτικό αίτησης κατάθεσης αγωγής διαζυγίου ή αίτηση συναινετικού διαζυγίου, χωρίς να έχει εκδοθεί η απόφαση.
- Ο ένας από τους δύο συζύγους βρίσκεται σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση.
- Υφίσταται λύση γάμου που έχει προέλθει από θάνατο. Ακόμη και αν δεν έχει γίνει διακοπή του ΑΦΜ του θανόντος, με τη ληξιαρχική πράξη θανάτου, η οικογενειακή κατάσταση μεταβάλλεται «σε χηρεία».