Σύντομα θα μπορούμε να μεταφέρουμε στην πτήση υγρά χωρίς περιορισμούς. Πότε και γιατί εισήχθη η απαγόρευση.
Μια… επανάσταση βρίσκεται σε εξέλιξη στους ελέγχους ασφαλείας των αεροδρομίων – αλλά οι περισσότεροι δεν θα το έχουμε προσέξει. Η απαίτηση να τοποθετούνται όλα τα υγρά σε δοχεία των 100 ml και να αφαιρούνται οι ηλεκτρονικές συσκευές από τις αποσκευές είναι αναπόσπαστο κομμάτι των αεροπορικών ταξιδιών για σχεδόν 16 χρόνια. Ωστόσο, σε πολλά αεροδρόμια σε όλο τον κόσμο υπάρχει ήδη νέα τεχνολογία που θα επιτρέψει την κατάργηση αυτού του κανόνα και ορισμένα αρχίζουν τώρα να άρουν αυτή την -άκρως ενοχλητική για τον ταξιδιώτη- απαγόρευση. Τον Οκτώβριο του 2021, το αεροδρόμιο Σάνον, στη δυτική Ιρλανδία, ανακοίνωσε αθόρυβα το νέο υπερσύγχρονο σύστημα αξονικής τομογραφίας (CT), ένα σύστημα σάρωσης, που εγκαταστάθηκε με κόστος 2,5 εκατομμύρια ευρώ.
Τα υγρά και τα ηλεκτρονικά θα μπορούν πλέον να παραμένουν στις βαλίτσες, χωρίς περιορισμούς στην ποσότητα του υγρού. Δεν είναι η πρώτη φορά που το Σάνον, το πιο δυτικό αεροδρόμιο της Ευρώπης, γίνεται παγκόσμιος πρωτοπόρο. Το πρώτο κατάστημα αφορολογήτων ειδών στον κόσμο άνοιξε εκεί το 1947 και το 2009 έγινε το πρώτο αεροδρόμιο στον κόσμο, εκτός της Αμερικής, που παρέχει πλήρεις εγκαταστάσεις προκαταρκτικού ελέγχου των διαβατηρίων για όσους μεταβαίνουν στις ΗΠΑ. Η Shannon Group λάνσαρε το νέο της πρότζεκτ κατά την περίοδο των αυστηρών ταξιδιωτικών περιορισμών στην αεροπορία. Εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, μόνο όταν ξεκίνησαν ξανά τα διεθνή ταξίδια τον Μάρτιο του 2022 και η κίνηση αυτή του αεροδρομίου άρχισε να κερδίζει ευρύτερη προσοχή. Το αεροδρόμιο Ντόνεγκαλ, στα βορειοδυτικά της Ιρλανδίας, ακολούθησε επίσης τον ίδιο δρόμο, εγκαθιστώντας νέα τεχνολογία και εγκαταλείποντας τον κανόνα των 100 ml.
Καλύτερη ασφάλεια, μικρότερες γραμμές
Πώς λειτουργεί, λοιπόν, αυτή η νέα τεχνολογία CT, ποια αεροδρόμια τη χρησιμοποιούν ήδη και γιατί περισσότερα μέρη δεν χαλαρώνουν τους περιορισμούς τους; Ακριβώς όπως με τις αξονικές τομογραφίες που γνωρίζουμε από τα νοσοκομεία, οι σαρωτές ασφαλείας στα αεροδρόμια αντικαθιστούν τη συμβατική σάρωση 2D ακτίνων Χ με πολύ πιο ακριβή τρισδιάστατη απεικόνιση. Ετσι είναι πολύ πιο εύκολο να προσδιοριστεί το κάθε υλικό που βρίσκεται σε μια αποσκευή, αν είναι ασφαλές και κατά πόσο αποτελεί απειλή. Το αεροδρόμιο Σάνον εκτιμά ότι ο χρόνος που αφιερώνεται στον έλεγχο ασφαλείας των επιβατών θα μειωθεί στο μισό λόγω της νέας τεχνολογίας και, όπως ήταν αναμενόμενο, τα σχόλια των επιβατών είναι πολύ θετικά στα αεροδρόμια όπου δοκιμάστηκαν τα νέα μηχανήματα.
Η απαγόρευση υγρών εφαρμόστηκε σε όλο τον κόσμο μετά την αποτροπή ενός υπερατλαντικού τρομοκρατικού χτυπήματος τον Αύγουστο του 2006, όταν μια οργάνωση σχεδίαζε να πυροδοτήσει υγρά εκρηκτικά σε πολλαπλές πτήσεις. Εκτοτε έχει γίνει μέρος της ρουτίνας στα αεροπορικά ταξίδια.
Σταδιακό λανσάρισμα
Η τεχνολογία CT άρχισε να γίνεται πρωτοσέλιδο το 2018. Οι σαρωτές δοκιμάστηκαν σε μεγάλα αεροδρόμια, όπως το Χίθροου του Λονδίνου, το JFK της Νέας Υόρκης και το Σίπχολ του Αμστερνταμ. Το επόμενο έτος, το Χίθροου ανακοίνωσε ότι επένδυσε 50 εκατομμύρια λίρες σε μια σταδιακή ανάπτυξη της τεχνολογίας στα αεροδρόμιά του με προθεσμία το 2022. Τον Ιούλιο του 2020, ανακοινώθηκε ότι το αεροδρόμιο Σάουθεντ του Λονδίνου θα γίνει το πρώτο στη Βρετανία που θα εγκαταλείψει την πρακτική που θέλει τους επιβάτες να βγάζουν τα υγρά και τα ηλεκτρονικά τους από τις βαλίτσες πριν περάσουν από τον έλεγχο ασφαλείας.
Το Σίπχολ του Αμστερνταμ χρησιμοποιεί επίσης τεχνολογία CT σε όλα τα σημεία ελέγχου του από το 2020. Αλλά σε αντίθεση με το Σάουθεντ ή το Ντόνεγκαλ, είναι ένας σημαντικός διεθνής κόμβος. Δεν είναι πλέον υποχρεωτικό για τους επιβάτες του να τηρούν τους περιορισμούς για τα υγρά, αλλά το αεροδρόμιο συμβουλεύει ακόμη να χρησιμοποιούν δοχεία των 100 ml, για να αποφύγουν προβλήματα όταν πετούν σε άλλες χώρες. Μόλις περισσότερες χώρες είναι σε θέση να ολοκληρώσουν την πλήρη κυκλοφορία της τεχνολογίας σε εθνικό επίπεδο, θα αρχίσουμε να βλέπουμε περισσότερα αεροδρόμια και περιοχές να άρουν ή να χαλαρώνουν αυτόν τον περιορισμό.
Αλλά οι αλλαγές στους κανονισμούς δεν θα γίνουν γρήγορα ή καθολικά, μιας και οι εταιρείες που κατασκευάζουν αυτούς τους σαρωτές είναι για την ώρα ελάχιστες και οι ελλείψεις προσωπικού στα αεροδρόμιο μεγάλες. Εξάλλου, το κόστος εφαρμογής αυτής της νέας τεχνολογίας δεν είναι φθηνό και τα μικρότερα αεροδρόμια, που ήδη αντιμετωπίζουν προβλήματα μετά τον κορονοϊό, ενδέχεται αντιμετωπίσουν πολλές προκλήσεις για να προβούν σε αυτή την αναβάθμιση.