Κύκλωμα τοκογλυφίας Κρήτη: Πιθανόν να ευθύνεται και για αυτοκτονία επιχειρηματία. Τα δεδομένα που εξετάζονται
Ακόμα και εμπλοκή, τουλάχιστον ενός μέλους του σκληρού και ανελέητου κυκλώματος τοκογλύφων-εκβιαστών, που εξαρθρώνεται από τη Δίωξη Οργανωμένου Εγκλήματος της Κρήτης, σε αυτοχειρία επιχειρηματία, ο οποίος είχε δανειστεί με υπέρογκο τόκο από τον ίδιο, ερευνούν οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές του νησιού.
γράφει ο Πέτρος Καρσιώτης
Ο επιχειρηματίας, που έβαλε τέλος στη ζωή του τον Απρίλιο του 2021, φέρεται να αδυνατούσε να καταβάλει τους υπέρογκους, αβάσταχτους τόκους που απαιτούσε ο δανειστής. Ο τελευταίος, που τότε δρούσε μόνος, φέρεται από μαρτυρίες να απειλούσε τον ίδιο και τη μητέρα του. Κατά πόσο συνέβαλαν οι απειλές στο να οδηγηθεί στην τραγική απόφαση ο πολίτης αυτός, είναι κάτι που θα απαντηθεί από την κύρια ανάκριση.
Εντάχθηκε στο κύκλωμα
Στη συνέχεια ο δράστης, εντάχθηκε στο κύκλωμα το οποίο σε αυτή την χρονική στιγμή εξαρθρώθηκε από το Τμήμα Οργανωμένου Εγκλήματος της Γενικής Περιφερειακής Αστυνομικής Διεύθυνσης Κρήτης. Είναι η εγκληματική ομάδα, που δραστηριοποιείτο, όπως αναφέρει η Αστυνομία, στην, κατ’ επάγγελμα τοκογλυφία, εκβίαση και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Οι πληροφορίες από αστυνομικές πηγές αναφέρουν ότι μέλη του κυκλώματος των τοκογλύφων ήταν μποντιμπίλντερς, συνοδοί επιχειρηματιών, φύλακες εγκαταστάσεων και πορτιέρηδες νυχτερινών κέντρων. Από το αρχικό ποσό, που δάνειζαν απαιτούσαν και εισέπρατταν με εκβιασμούς και απειλές κατά των ίδιων των θυμάτων και στενών συγγενών τους, τρεις φορές περισσότερα από τα αρχικά ποσά που δάνειζαν σε επαγγελματίες που βρίσκονταν σε ανάγκη ρευστού. Εντοπίστηκαν από την αστυνομική έρευνα καταθέσεις εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.
Τα τυχερά δελτία
Οι δράστες, ξέπλεναν το μαύρο χρήμα εξαργυρώνοντας κουπόνια του ΟΠΑΠ, από τυχερά παιγνίδια που άλλοι είχαν κερδίσει- έδιναν στους πραγματικούς τυχερούς μεγαλύτερα ποσά των κερδών για να εμφανιστούν οι ίδιοι οι δράστες σαν τυχεροί, άρα να «δικαιολογήσουν» τα χρήματα-χρηματοδοτούσαν νομιμοφανείς επιχειρήσεις, έκαναν real estate με αγορές οικοπέδων και ανέγερση πολυτελών κατοικιών, αγόρασαν περισσότερα από 30 αυτοκίνητα ενοικίασης και ίδρυσαν εταιρείες εισαγωγής εμπορίας αυτοκινήτων με ανύπαρκτες έδρες.
Όπως ανακοινώθηκε από την Αστυνομία, προηγήθηκε πολύμηνη έρευνα από την οποία διακριβώθηκε ότι η συγκεκριμένη εγκληματική ομάδα δραστηριοποιούνταν, τουλάχιστον την τελευταία τριετία, σε περιοχές του Ηρακλείου. «Ως προς τη μεθοδολογία modus operadi)», επεξηγεί η Αστυνομία «η εγκληματική ομάδα, η οποία λειτουργούσε με τη μορφή υποομάδων, προέβαινε σε εξωτραπεζικούς –ιδιωτικούς δανεισμούς διαφόρων χρηματικών ποσών με τοκογλυφικούς όρους, ενώ σε περίπτωση που δεν καταβάλλονταν οι τόκοι ή το δανειζόμενο κεφάλαιο, προχωρούσαν στην είσπραξη τους με εκβιαστικά μέσα, όπως απειλές κατά της σωματικής ακεραιότητας ή της ζωής των δανειοληπτών-θυμάτων τους, γεγονός που απέτρεπε τους δανειολήπτες από την καταγγελία των σε βάρους τους πράξεων.
Πώς συμφωνούνταν τα δάνεια
Η συνομολόγηση των δανεισμών γινόταν με τη χρήση γραμματίων για τη νομιμοφάνεια του δανεισμού, ενώ η αποπληρωμή πραγματοποιούνταν με διαφόρους τρόπους όπως με καταβολή τοις μετρητοίς ή «σπάσιμο» επιταγών, ή ενεχυρίαση πολυτελών αυτοκινήτων ή εκμετάλλευση ακίνητης περιουσίας ή με καταβολή οφειλών και δόσεων που είχαν δημιουργήσει σε καταστήματα οι δανειστές». Λέει ακόμη η Αστυνομία ότι η ομάδα λειτουργούσε μέσω ρευστών-χαλαρών εγκληματικών δικτύων προκειμένου να εξασφαλισθεί η πολυμορφία, ευελιξία, χαμηλή ορατότητα και μέγιστο οικονομικό όφελος, αλλά και η μακροβιότητα της.
«Με αυτό τον τρόπο», συνεχίζει «τα μέλη της είχαν παράλληλα αναπτύξει αυτόνομη δράση, εξωθώντας τους παθόντες δανειολήπτες σε διαδοχικό δανεισμό μεταξύ των υποομάδων με στόχο την αποπληρωμή χρέους προς τη μία ομάδα και με συνέπεια τη δημιουργία μεγαλύτερου χρέους στην άλλη εξασφαλίζοντας σταθερή ροή παράνομου χρήματος στα μέλη της ομάδας». Από την έως τώρα έρευνα, έχουν εξακριβωθεί τριάντα περιπτώσεις δανεισμού ατόμων, ενώ διαπιστώθηκαν εισροές –εκροές εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ σε τραπεζικούς λογαριασμούς των κατηγορουμένων.
Πραγματοποιήθηκαν έρευνες σε οικίες, γραφεία και λοιπούς χώρους, κατά τη διάρκεια των οποίων, βρεθήκαν και κατασχεθήκαν: Χρηματικό ποσό 22.170 ευρώ, δώδεκα Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητα, πλήθος επιταγών, συναλλαγματικών, λοιπών αξιόγραφων, τιμολογίων και λοιπών παραστατικών, ποσότητα αναβολικών ουσιών, πιστόλι, σπαθιά, λόγχες, μαχαίρια, σιδερογροθιές, πλήθος συσκευών κινητών τηλεφώνων, φορητών υπολογιστών και λοιπών ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης.